Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

O ποιητής Ζαχαρίας Παπαντωνίου (1877-1940)

«Πού πας καραβάκι, με τέτοιον καιρό…;»

ΤΟ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟ ΚΑΡΑΒΙ
‘’Πού πας καραβάκι, με τέτοιον καιρό,/σε μάχεται η θάλασσα, δεν τη φοβάσαι;/Ανέμοι σφυρίζουν και πέφτει νερό,/πού πας καραβάκι, με τέτοιον καιρό;’’
‘’Για χώρα πηγαίνω πολύ μακρινή,/θα φέξουνε φάροι πολλοί να περάσω,/βοριάδες, νοτιάδες θα βρω, μα θα φτάσω/με πρίμο αγεράκι, μ’ ακέριο πανί.’’
‘’Κι οι κάβοι αν σου στήσουν τη νύχτα καρτέρι,/ επάνω σου αν σπάσει το κύμα θεριό,/και πάρει τους ναύτες και τον τιμονιέρη;/Πού πας καραβάκι, με τέτοιον καιρό;’’
‘’Ψηλά στο εκκλησάκι του βράχου που ασπρίζει,/για μένα έχουν κάμει κρυφή λειτουργία/ορθός ο Χριστός το τιμόνι μου αγγίζει,/στην πλώρη μου στέκει η Παρθένα Μαρία.’’
(ΠΟΙΗΣΗ ΖΑΧΑΡΙΑ
ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ)

ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΙΗΤΩΝ και ο Ιούνιος του 2023 ακόμα πολύγνωμος είναι στις διαθέσεις του .Ήρθε με αστραπόβροντα , βροχές , περισσότερο φθινοπωρινός παρά καλοκαιριάτικος. Τώρα πια σαν να βρήκε κάπως το βάδισμά του , το θέρος πολεμά να επικρατήσει και μαζί του ο πόθος μας για ταξίδια. Κι εκεί που αγνάντευα από κάπου ψηλά και αναζητούσε το βλέμμα μου το ακρωτήρι Σπάθα ,ξέκρινε ένα άσπρο σημάδι στο σκούρο μπλε της θάλασσας . Είχε κόντρα το κύμα και τραβούσε έξω από τον κόλπο της Κισσάμου, βάζοντας πλώρη για τη Γραμπούσα . Το είδα με τα μάτια της φαντασίας μου να κλυδωνίζεται με χάρη στη θαλάσσια πορεία του και τότε σαν ν’ άνοιξε μια πηγή στην χώρα της παιδικής μνήμης και κύλησε ένα ήρεμο ποταμάκι με δροσερό νερό άδολης ποίησης ‘’πού πας καραβάκι , με τέτοιον καιρό; ‘’ Η ευγενική πένα του Ζαχαρία Παπαντωνίου περνά τις γενεές κι έχει τη δύναμη ακόμα να μας γεμίζει αναμνήσεις από τη σχολική , την οικογενειακή ζωή και τα παιδιάτικα παιχνίδια. Πόσες φορές αργότερα στα ενήλικα χρόνια μας δεν ταξιδέψαμε με ένα χάρτινο καράβι ονείρου ή και ψευδαίσθησης; Πόσες φορές με ένα αληθινό καράβι για να αναμετρηθούμε με τις ίδιες μας τις αποφάσεις; Αποφάσεις ζωής… Ο ποιητής των παιδικών μας χρόνων μάς είχε προετοιμάσει για τις δυσκολίες των ταξιδιών στο πέλαγος της ζωής , μάς είχε μιλήσει όμως και για τους φάρους και για τη Θεία Πρόνοια. Εξάλλου αν ήταν δύσκολο το ταξίδι… το καράβι ήταν ευλογημένο.

Ας γνωρίσουμε λοιπόν καλύτερα τον μεγάλο παιδαγωγό ποιητή .Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου υπήρξε ποιητής, διηγηματογράφος, συγγραφέας ταξιδιωτικών κειμένων και κριτικός. Γεννήθηκε στο Καρπενήσι το 1877 όπου και ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Αργότερα φοίτησε στην Ιατρική Σχολή , σπούδασε ζωγραφική και τελικά αφοσιώθηκε στη δημοσιογραφία και τη λογοτεχνία. Συνεργάστηκε με τις εφημερίδες : ‘’Ακρόπολις’’, ‘’Εφημερίς των Συζητήσεων’’, ‘’Σκριπ’’ κι έγινε τακτικός ανταποκριτής του ‘’Εμπρός’’ στο Παρίσι (1908-1910), από όπου έστελνε τα περίφημα ‘’Παρισινά Γράμματα’’. Στην Αθήνα συνεργάστηκε με τα περιοδικά ‘’Παναθήναια’’, ‘’Ο Νουμάς’’, ‘’Καλλιτέχνης’’, ‘’Νέα Εστία’’ κ.α. Διορίστηκε διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης και διετέλεσε καθηγητής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών και ως το τέλος της ζωής του ήταν ο τακτικός τεχνοκριτικός στο ‘’Ελεύθερον Βήμα’’. Τιμήθηκε με το ‘’Εθνικόν Αριστείον Γραμμάτων και Τεχνών’’ και το 1938 εξελέγη ακαδημαϊκός και εκφώνησε στη δημοτική τον μνημειώδη λόγο του για τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο. Ευσυνείδητος κι ευαίσθητος , αγωνίστηκε με πάθος για τη διάσωση του αττικού τοπίου. Από το 1911 ακολουθεί πολιτικά τον Ελευθέριο Βενιζέλο και είναι αξιομνημόνευτη η συμβολή του στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Ως νομάρχης Λακωνίας , το 1916, απαγόρευσε το ανάθεμα των ιερωμένων κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου και παραπέμφθηκε σε δίκη. Προέκταση των αφηγηματικών του κειμένων, αλλά με παιδευτικό χαρακτήρα, μπορούν να θεωρηθούν ΤΑ ΨΗΛΑ ΒΟΥΝΑ, Αναγνωστικό για την Γ’ τάξη του Δημοτικού Σχολείου, με έντονη την αγάπη της ελληνικής ζωής και της ελληνικής υπαίθρου, που ο ίδιος έγραψε με ανάθεση της αρμόδιας Κρατικής Επιτροπής το 1918.Το 1919 συμμετέχει στη συγγραφή του βιβλίου ‘’Αλφαβητάρι με τον Ήλιο’’. Την ίδια χρονιά στις εκλογές επικρατούν οι αντιβενιζελικοί και στην Πλατεία Συντάγματος καίγονται ΤΑ ΨΗΛΑ ΒΟΥΝΑ ως αντεθνικά και αντιθρησκευτικά. Αργότερα που επανέρχεται ο Ελευθέριος Βενιζέλος επιστρέφουν στην εκπαίδευση και ΤΑ ΨΗΛΑ ΒΟΥΝΑ. Την ίδια εποχή που ο ποιητής μας γνωρίζει τη συγγραφική του άνοδο, βιώνει διπλή απώλεια, αφού πεθαίνει ο πατέρας του και αυτοκτονεί ο αδελφός του, στη μνήμη του οποίου είναι αφιερωμένη η συλλογή του(1920) ΤΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ με ποιήματα για παιδιά μελοποιημένα από τον Λαμπελέτ. Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου αν και βαθύτατα τραυματισμένος, παραμένει ευγενής και αβρός , ένας πρίγκιπας του νεοελληνικού λόγου , όπως τον αποκάλεσαν.

Ο Κ. Θ. Δημαράς μιλώντας για την ποίηση του Παπαντωνίου λέει ‘’…η επεξεργασία του στίχου είναι τόσο σοφή, ώστε μας ξαναφέρνει στην απλότητα∙ η γλώσσα, λόγια καλλιεργημένη, στέκει μακριά από κάθε εκζήτηση, κι έτσι απλή παρουσιάζεται κι αυτή. Τα θέματα της έμπνευσης έχουν ευγένεια, αποφεύγουν την ταπεινότητα χωρίς να φθάνουν στην έξαρση. Ένας κόσμος ψυχικής ηρεμίας παρουσιασμένος όπως του ταιριάζει. Τα συναισθήματα είναι κι αυτά ισορροπημένα και κάποτε σβήνουν σε μια παρνασσιακή αταραξία. Συχνότερος ωστόσο είναι ο ανθρώπινος τόνος, η κατανόηση της ζωής, των φυσικών πλασμάτων, της φύσης. Μια φιλοσοφική εγκαρτέρηση, μεταρσιωμένη σε μελαγχολία.’’

ΣΕΡΕΝΑΔΑ ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΤΟΥ ΣΟΦΟΥ

Σοφέ μου, το τετράσοφο /που σε φωτάει λυχνάρι/να’ τανε, λέει, φεγγάρι,/κι εσύ είκοσι χρονώ!
Να ‘τανε τάχα η γνώμη σου/με τον αγέρα αμάχη, /για δασωμένη ράχη/ξεκίνημα πρωινό…
Να ‘τανε τάχα η γνώση σου/συρτού χορού τραγούδια,/ μιαν αγκαλιά λουλούδια,/μιαν ιστορία τρελή,
τα μύρια που δε γνώρισες/νερό θα τα είχες μάθει,/ με δάσκαλο τα πάθη,/μ’ ένα κλεφτό φιλί.
Πολύ την καταφρόνεσες/τη ζωή, π’ ανάθεμά τη… Και τώρα; Είναι φευγάτη/σαν όνειρο πρωινό.
Χειλάκια ανθούν στη γειτονιά,/γαρούφαλα στη γλάστρα κι εσύ διαβάζεις τ’ άστρα/και το βαθύ ουρανό.

Στο ποιητικό έργο του ανήκει και η συλλογή του ΤΑ ΠΟΛΕΜΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ (Αθήνα 1898) εμπνευσμένη από τον Πόλεμο του 1897. Ακόμη ΤΑ ΘΕΙΑ ΔΩΡΑ (Αθήνα 1931) που αγαπήθηκαν πολύ και οι ΠΕΖΟΙ ΡΥΘΜΟΙ μια συλλογή με πεζοτράγουδα. Έγραψε επίσης μια θεατρική σύνθεση Ο Όρκος του πεθαμένου . Στο πεζογραφικό έργο του ανήκουν τα : Διηγήματα (1927), Βυζαντινός όρθρος (1936) και Η Θυσία (1937).

Ο ευαίσθητος ποιητής μας ακολούθησε με συνέπεια τις ιδέες του και με καταπληκτική δεξιοτεχνία συνέλαβε με τους στίχους του τις παραμικρές αποχρώσεις του συναισθήματος σε όλο τον φυσικό κόσμο και στα πλάσματά του. Για ανθρώπους, ζώα , πουλιά και δέντρα . Εξαιρετικής τρυφερότητας το ποίημά του ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΣΤΑ ΖΩΑ.

Α Π Ο Λ Ο Γ Ι Α Σ Τ Α Ζ Ω Α

‘’Σαν αλαργεύουν από με γεμάτοι τρόμο οι γάτοι
θαρρώντας που απαντήθηκαν με φοβερό διαβάτη
ας ήταν, Θε μου, δυνατό να βγούνε απ’ την απάτη.
O ίσκιος που τρέχει να χαθεί παράμερα του δρόμου
μέσ’ στα βαθειά μεσάνυχτα που πάω στο φτωχικό μου
να τόξερε τι ανάξιος οπού ‘μαι τέτοιου τρόμου!
Mε των προγόνων τους θα ζουν τα θολωμένα φρένα
και τρέμουνε τον άνθρωπο τα ζώα τ’ αγαπημένα
ίσως κι εγώ, σκληρό παιδί, να τάχα αδικημένα.
Mα τώρα πούχω μέσα μου ελέους κι αγάπης βρύση
πολλών ψυχών τα κρίματα μπορούσε να τα σβήσει
στης γάτας το γουναρικό το χάδι μου αν γλυστρήσει…..’’
(απόσπασμα)

Δεν είχε εκτεταμένο ποιητικό έργο κι όμως με την αρτιότητά του πέρασε στην αθανασία. Η οικογενειακή του ζωή στιγματίστηκε από τραγωδίες –λέγεται ότι ίσως και ο πατέρας του αυτοκτόνησε-έτσι κι εκείνος ‘’ανέβαινε’’ την κλίμακα της πνευματικής καταξίωσης με λιτότητα και δίχως έπαρση , γιατί σφυρηλατημένος στο καμίνι της απώλειας είχε νιώσει τη ρευστότητα των εγκοσμίων. Κι η πληγωμένη του καρδιά- η ενσυναίσθηση είναι και επικίνδυνο χάρισμα- τον πρόδωσε στα 63 του χρόνια ,ενώ βρισκόταν σε ένα τραμ για να πάει σε συνεδρίαση της Ακαδημίας. Ο πνευματικός κόσμος της Αθήνας συγκλονισμένος του επεφύλαξε ένα θερμό αντίο. Όμως κι εκείνος ,ως να είχε ετοιμάσει, εννιά χρόνια πριν, ένα αντίο απολογισμού , χαμηλόφωνο σαν τη σιγανή βροχή , το ποίημά του Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΤΑΠΕΙΝΟΥ που συμπεριλήφθηκε στη συλλογή ΤΑ ΘΕΙΑ ΔΩΡΑ.

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΤΑΠΕΙΝΟΥ

Κύριε, σαν ήρθεν η βραδιά, σου λέω την προσευχή μου.
‘Αλλη ψυχή δεν έβλαψα στον κόσμο απ’ τη δική μου.
Εκείνοι που με πλήγωσαν ήταν αγαπημένοι.
Την πίκρα μου τη βάσταξα. Μου δίνεις και την ξένη.
Μ’ απαρνηθήκαν οι χαρές. Δεν τις γυρεύω πίσω.
Προσμένω τα χειρότερα. Είν’ αμαρτία να ελπίσω.
Σαν ευτυχία την αγαπώ της νύχτας τη φοβέρα.
Στην πόρτα μου άλλος δεν χτυπά κανείς απ’ τον αγέρα.
Δεν έχω δόξα. Είν’ ήσυχα τα έργα που έχω πράξει.
‘Ακουσα τη γλυκιά βροχή. Τη δύση έχω κοιτάξει.
‘Εδωκα στα παιδιά χαρές, σε σκύλους λίγο χάδι.
Ζευγάδες καλησπέρισα που γύριζαν το βράδυ.
Τώρα δεν έχω τίποτα να διώξω ή να κρατήσω.
Δεν περιμένω ανταμοιβή. Πολύ’ ναι τέτοια ελπίδα.
Ευδόκησε ν’ αφανιστώ χωρίς να ξαναζήσω…
Σ’ ευχαριστώ για τα βουνά και για τους κάμπους που είδα.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ : ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ:
Φωτο 7 : με τον Γιαννούλη Χαλεπά
Ενδεικτική βιβλιογραφία: Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Κ.Θ. Δημαρά/Ποιητική Ανθολογία Λίνου Πολίτη
Μορφές και κείμενα της πεζογραφίας . Φιλολογική επιμέλεια Κ. Στεργιόπουλος ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΡΜΗΣ
*Το ‘’ευλογημένο καράβι’’ μελοποιήθηκε κι ερμηνεύθηκε από την Αφροδίτη Μάνου


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

2 Comments

  1. Κυρία Χουρδάκη γειά σας!
    Αν και δεν είμαι ποιητής πάντα εντυπωσιάζομαι από την γραφή και τα προσεγμένα αφιερώματα σας!
    Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου μας είναι γνωστός από τα – τα ψηλά βουνά – αλλά έχει γράψει τόσα ακόμα!!!
    Σας εύχομαι καλή υγεία και δύναμη να συνεχίσετε!

  2. Σας ευχαριστώ κ Πατσουράκη!
    Χαίρομαι που σας αρέσουν τα αφιερώματά μου στις ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΙΗΤΩΝ! Να είστε καλά!Τους χαιρετισμούς μου από την Κίσσαμο!

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα