Τετάρτη, 25 Δεκεμβρίου, 2024

Ο προϋπολογισμός της Ε.Ε. και οι επιδοτήσεις προς την Ελλάδα στα χρόνια της κρίσης

Το τελευταίο διάστημα διατυπώνονται όλο και συχνότερα αναφορές στους “κακούς” εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση (Ε.Ε.), τις χώρες του Βορρά που εκμεταλλεύονται τις χώρες του Νότου, ενώ γίνεται ακόμα και λόγος για ενδεχόμενη σύγκρουση με τους εταίρους μας. Επίσης, δεν απουσιάζουν και οι απόψεις εκείνων που ζητάνε την έξοδό μας όχι μόνο από το ευρώ αλλά και από την Ε.Ε.

Δεν θεωρώ σκόπιμο να αναπτύξω την άποψή μου στο παρόν άρθρο για το τι μπορεί να σημαίνει αυτό γεωπολιτικά για τη χώρα μας ή για το τι θα είχε συμβεί τα τελευταία χρόνια, αν το νόμισμά μας ήταν η δραχμή που κάποιοι φαίνεται να αναπολούν. Ωστόσο, οι περισσότεροι σίγουρα θυμούνται ή έχουν ακούσει για τις συναλλαγματικές μεταβολές της δραχμής και τις υποτιμήσεις έναντι του δολαρίου.  Προσωπικά, δεν θέλω να κάνω σενάρια που ίσως κάποιοι τα χαρακτηρίσουν ως κινδυνολογία. Ωστόσο, οι ατεκμηρίωτες απόψεις που υποστηρίζουν ότι αν επιστρέψουμε στη δραχμή, μπορούμε να την υποτιμήσουμε και να αυξήσουμε τις εξαγωγές μας, μάλλον αγνοούν επιλεκτικά ότι μία υποτίμηση δεν αρκεί για να μας κάνει τόσο ανταγωνιστικούς στη διεθνή αγορά. Δεν είμαστε ούτε Αμερική, ούτε Γερμανία, ούτε Κίνα. Σκεφτείτε το πόσο θα κόστιζαν οι εισαγωγές προϊόντων που χρειαζόμαστε σε καθημερινή βάση, καθώς η Ελλάδα δεν έχει την απαραίτητη επάρκεια σε ενέργεια, φάρμακα, ακόμη και σε ένα μεγάλο εύρος της διατροφικής μας αλυσίδας.
Ας εξετάσουμε όμως, μια άλλη σημαντική συνεισφορά της Ε.Ε. στην οικονομία μας, τις επιδοτήσεις, που αποτελούν την ουσία του παρόντος άρθρου. Θα αναφερθώ μόνο στα ποσά των επιδοτήσεων που λαμβάνουμε από τον προϋπολογισμό της Ε.Ε. χωρίς καν να εξετάσω τις πολλαπλασιαστικές θετικές συνέπειες από την κυκλοφορία αυτού του χρήματος στην οικονομία. Ας δούμε λοιπόν κάποια βασικά στοιχεία για την προϋπολογισμό της Ε.Ε., ποιος συνεισφέρει τα χρήματα και ποιος λαμβάνει τις επιδοτήσεις. Θα αναφερθώ στα ποσά της περιόδου 2007 – 2013 αλλά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι οι επιδοτήσεις προς την Ελλάδα ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1980 με τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα, τα Α’, Β’ και Γ’ Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης.


Βασικά στοιχεία για τον προϋπολογισμό του 2014
Ο προϋπολογισμός της Ε.Ε. για το 2014 ανήλθε σε 142,6 δισ. ευρώ μειωμένος κατά 5,8% σε σχέση με το 2013. Το 94% περίπου των χρημάτων αυτών εκχωρήθηκε σε έργα υποδομής σε κράτη – μέλη της Ε.Ε. ενώ το υπόλοιπο 6% χρησιμοποιήθηκε για τη διοίκηση της Ε.Ε. Πιο συγκεκριμένα, ο προϋπολογισμός της Ε.Ε. για το 2014 χωρίζεται στους ακόλουθους τομείς δαπανών: (α) βιώσιμη ανάπτυξη: φυσικοί πόροι (41,6%), (β) οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή (33,3%), (γ) ανταγωνιστικότητα για την ανάπτυξη και την απασχόληση (11,6%), (δ) διοίκηση Ε.Ε. (5,9%), (ε) η Ευρώπη στον κόσμο (5,8%), (στ) ασφάλεια και ιθαγένεια (1,5%), (ζ) ειδικά μέσα (0,4%).
Σε αυτά τα πλαίσια, ο προϋπολογισμός του 2014, περιλαμβάνει μεταξύ άλλων: 9 δισ. ευρώ για έρευνα και καινοτομία, 3,4 δισ. ευρώ για την πρωτοβουλία για την απασχόληση των νέων, 275,3 εκατ. ευρώ για τη στήριξη της πιστοληπτικής ικανότητας και της ανταγωνιστικότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, 1,6 δισ. ευρώ για την εκπαίδευση, 47,5 δισ. ευρώ για οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή, και 59,3 δισ. ευρώ για φυσικούς πόρους.

Πού βρίσκει η E.E. τα χρήματα και σε ποιες χώρες διοχετεύονται αυτά;
Το μεγαλύτερο μέρος τον πόρων (περίπου το 70% των συνολικών εσόδων) βασίζονται στο ακαθάριστο εθνικό εισόδημα, καθώς κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει ένα ορισμένο ποσοστό του πλούτου του στον προϋπολογισμό της Ε.Ε. Αλλες πηγές εσόδων είναι: (α) οι λεγόμενοι παραδοσιακοί πόροι (δασμοί επί των εισαγωγών από τρίτες χώρες και εισφορές ζάχαρης, περίπου 11 – 12% των συνολικών εσόδων), (β) οι ίδιοι πόροι, που βασίζονται στον φόρο προστιθέμενης αξίας (περίπου 10%-11% των συνολικών εσόδων), (γ) οι λεγόμενες λοιπές πηγές εσόδων (π.χ. φορολογικές και άλλες κρατήσεις επί των αποδοχών του προσωπικού της Ε.Ε., τραπεζικοί τόκοι, τόκοι υπερημερίας και πρόστιμα, κ.λπ.) που αντιστοιχούν στο 6% περίπου των συνολικών εσόδων.
Προφανώς, αυτό σημαίνει ότι χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία συνεισφέρουν παραδοσιακά τα περισσότερα χρήματα σε απόλυτους αριθμούς. Για παράδειγμα, το 2013 η συνεισφορά της Γερμανίας στον Ευρωπαϊκό προϋπολογισμό ανήλθε σε 26,13 δισ. ευρώ ενώ η συνολική της συνεισφορά κατά την περίοδο 2007 – 2013 ανήλθε σε 144,35 δισ. ευρώ. Σχετικά κοντά και η Γαλλία, με τα αντίστοιχα νούμερα να είναι 21,87 δισ. ευρώ και 128,84 δισ. ευρώ. Στον αντίποδα βρίσκονται χώρες όπως η Ελλάδα, με τα αντίστοιχα νούμερα να είναι 1,79 δισ. ευρώ και 14,45 δισ. ευρώ. Βέβαια τα ποσά αυτά αφορούν τις συνεισφορές στον προϋπολογισμό χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα χρήματα που επιστρέφονται στις χώρες από την ΕΕ με τη μορφή επιδοτήσεων.  Για παράδειγμα, η Ελλάδα έλαβε από την Ε.Ε. 7,21 δισ. ευρώ το 2013 και 48,23 δισ. ευρώ στο σύνολο της περιόδου 2007 – 2013. Τα αντίστοιχα ποσά για την Γερμανία είναι 13,06 δισ. ευρώ και 84,65 δισ. ευρώ.
Ο Πίνακας 1 παρουσιάζει το καθαρό αποτέλεσμα (μεταβιβάσεις) που προκύπτει από τη διαφορά των αποδόσεων στην Ε.Ε. και των απολήψεων από την Ε.Ε. Πιο συγκεκριμένα, ο πίνακας παρουσιάζει τις πέντε πρώτες χώρες ως προς τις καθαρές απολαβές από την ΕΕ (Πολωνία, Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Βέλγιο) και τις πέντε πρώτες χώρες ως προς τις καθαρές συνεισφορές στον Ευρωπαϊκό προϋπολογισμό (Ολλανδία, Ιταλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Γερμανία), με βάση τα συνολικά ποσά για την περίοδο 2007 – 2013, λαμβάνοντας υπόψην και τις 28 χώρες της ΕΕ. Προφανώς, θετικά νούμερα υποδηλώνουν ότι μια χώρα στην πραγματικότητα λαμβάνει χρήματα και αρνητικά νούμερα υποδηλώνουν ότι μια χώρα συνεισφέρει χρήματα στην Ε.Ε, σε καθαρή βάση. Για παράδειγμα, όπως προαναφέρθηκε, η συνεισφορά της Ελλάδας για το 2013 ανήλθε σε 1,79 δισ. ευρώ ενώ το ποσό που έλαβε ανήλθε σε 7,21 δισ. ευρώ, με την καθαρή μεταβίβαση (εισροή από Ε.Ε.) να ισούται με 5,42 δισ. ευρώ. Στον αντίποδα, η καθαρή διαφορά (συνεισφορά σε Ε.Ε.) στην περίπτωση της Γερμανίας ανήλθε σε -13,07 δισ. ευρώ.

Η χρήση των επιδοτήσεων στην Ελλάδα
Η Ελλάδα διέθεσε το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που έλαβε από τον προϋπολογισμό της Ε.Ε. το 2013 για τις περιφέρειές της (58,66%) και  την γεωργία και αγροτική ανάπτυξη (36,75%). Το υπόλοιπο ποσό διατέθηκε στους τομείς της ανάπτυξης και απασχόλησης (3,39%), της ιθαγένειας, ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης (0,63%) καθώς και στον τομέα της διοίκησης (0,57%). Για παράδειγμα τα τελευταία χρόνια διατέθηκαν χρήματα για την κατασκευή και αναβάθμιση του αυτοκινητόδρομου στην Πελοπόννησο, για την ανακαίνιση του μετρό στην Αθήνα, την εξάλειψη της εξέλκωσης, για τον εκσυγχρονισμό επιχειρήσεων μεταποίησης γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων, για τη ψηφιοποίηση του ελληνικού τουρισμού, κτλ.
Στον αντίποδα ωστόσο, των παραπάνω υπάρχουν οι απόψεις που υποστηρίζουν ότι αν δεν λαμβάναμε τις επιδοτήσεις από τη δεκαετία του 1980 έως και σήμερα, τότε δεν θα υπήρχε στροφή προς συγκεκριμένα επαγγέλματα, οι αγρότες δεν θα μάθαιναν να στηρίζονται στις επιδοτήσεις, δεν θα φθάναμε στα σημερινά ελλείμματα της Ελληνικής Οικονομίας και όλα θα ήταν πολύ καλύτερα. Προσωπικά, δεν μπορώ να συμμεριστώ τέτοιες απόψεις.
Πρώτον, δεν υπάρχουν στοιχεία για να δούμε τι θα είχε συμβεί. Το αντίθετο ίσως. Χώρες οι οποίες έμειναν εκτός ΕΕ, είτε από επιλογή είτε γιατί δεν μπόρεσαν να μπούνε στην ΕΕ, γνώρισαν κατά μέσο όρο μικρότερη ανάπτυξη. Ας θυμηθούμε τι έργα υποδομής είχαμε πριν την Ε.Ε. το 1980 και τι έργα υποδομής διαθέτουμε σήμερα.
Δεύτερον, τα χρήματα ήρθαν στην Ελλάδα. Θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την πραγματική ανάπτυξη των επιχειρήσεων, για τον πραγματικό εκσυγχρονισμό της αγροτικής οικονομίας. Δυστυχώς, με την ανοχή (ομολογουμένως) των αρμοδίων οργάνων που έπρεπε να διενεργούν ελέγχους, αρκετές φορές τα χρήματα χάθηκαν μέσω υπερτιμολογήσεων ή διοχετεύθηκαν σε άλλες δραστηριότητες,  όπως πολυτελή τζιπ, βίλες, κ.λπ. Επομένως, φταίει η Ε.Ε. ή η λάθος χρήση των επιδοτήσεων από τους τελικούς αποδέκτες;
Κλείνοντας, επισημαίνω για μια ακόμα φορά ότι τα κονδύλια συνεχίζουν να έρχονται. Παρά τη διεύρυνση της Ε.Ε. και τις ανάγκες των νέων κρατών μελών, η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι ένα από τα κράτη που λαμβάνει περισσότερα από τον προϋπολογισμό της ΕΕ σε σχέση με αυτά που πληρώνει. Και όχι μόνο αυτό. Με βάση τις συνολικές καθαρές απολαβές από την Ε.Ε. για την περίοδο 2007 – 2013, η Ελλάδα βρίσκεται στη δεύτερη θέση μεταξύ των 28 ευρωπαϊκών χωρών. Αυτή η καθαρή εισροή πόρων θα συνεχιστεί και κατά τη νέα δημοσιονομική περίοδο, 2014-2020. Ας αλλάξουμε νοοτροπία όσο είναι καιρός! Ας σταματήσουμε να λέμε ότι μας φταίνε οι “κακοί” εταίροι και ας δούμε τι μπορούμε να κάνουμε για να αλλάξουμε τις στρεβλώσεις που έφεραν την Ελλάδα στη θέση αυτή χωρίς να γκρεμίσουμε την χώρα και χωρίς να απειλούμε  τους δήθεν “κακούς” εταίρους μας.

*Σημείωση: Οι απόψεις που διατυπώνονται στο παρόν κείμενο είναι καθαρά προσωπικές και δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ότι εκφράζουν απαραίτητα τη θέση των Ιδρυμάτων με τα οποία συνδέεται ο συγγραφέας.

* αναπληρωτής καθηγητής στην Οργάνωση & Διοίκηση, Σχολή Μηχανικών Παραγωγής και Διοίκησης, Πολυτεχνείο Κρήτης. Αναπληρωτής Καθηγητής στην Τραπεζική & Χρηματοοικονομική και Συνδιευθυντής του Centre for Money, Banking & Institutions, University of Surrey (UK).


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα