Πέμπτη, 19 Δεκεμβρίου, 2024

Ο Σπήλιος του “Αναράψη”

Στην παραλία του Βουβά Σφακίων είναι ένας απόκρυφος σπήλιος, στη θέση Χάλαρα. Είναι και πολλοί άλλοι σπήλιοι. Εκεί γεννούνε οι φώκιες τα μικρά τους και την τοποθεσία τη λέμε και στις “Φωκιές”. Η είσοδος στον σπήλιο του Αναράψη είναι δυσκολόβρετη, ακόμα και σε αυτόν που την ξέρει καλά. Προχωρεί κάποια μέτρα με τα γόνατα, ελικοειδώς και μετά ανοίγεται ένα χάος 100 μ. και πάνω βάθος, 60 μ. πλάτος και 30 μ. ύψος.
Από τη μεριά της θάλασσας έχει δύο μικρές εισόδους που μπορεί κανείς να μπει κολυμπητός όχι όμως βάρκα. Εισέρχεται θάλασσα μερικά μέτρα από τις θυρίδες αυτές και με αντανάκλαση δημιουργείται ένα ημίφως. Εχρησιμοποιείτο από παλιά ως κρησφύγετο σε επαναστάτες και σε πειρατές. Εκεί επέθανε κάποτε ένας πειρατής που τον λέγανε Αναράψη και άφησε το όνομά του στη σπηλιά. Κατά τη γερμανοκατοχή, όταν κάψανε οι Ούνοι τον Καλλικράτη, πήγαμε 20 άντρες και παιδιά και κρυφτήκαμε εκεί. Ξεχάσαμε όμως να παραγγείλουμε να μας κάνουνε σινιάλο πώς έχουνε τα πράγματα· την επόμενη μέρα και άμα προχωρήσαμε 1.000 μέτρα, με στείλαν (έφηβος τότε το 1943) και γύρισα και παρήγγειλα στις γυναίκες: «αύριο, όταν θα βραδιάζει να έχετε από τον δεύτερο όροφο στου Χιωτομανώλη το σπίτι, μια κόκκινη κουβέρτα να κρέμεται η μισή στον τοίχο και να έχετε αναμμένο λύχνο στο παράθυρο του δεύτερου πατώματος, αν δεν θα είναι οι Γερμανοί στο χωριό μας». Ευτυχώς, την επομένη, μάθαμε διά του σινιάλου, ότι δεν ήτανε στον Βουβά Γερμανοί και γυρίσαμε. Εκρύβανε εκεί και αριστερούς αντάρτες κατά το διάστημα του εμφυλίου πολέμου. Κάποτε εβρέθηκε εκεί έξω από τον Σπήλιο ένας σκελετός ανθρώπου σε σχετικά πρόσφατο καιρό. Κανείς δεν ξέρει τίποτα σχετικώς. Υποθέσαμε ότι πιθανόν να ήτανε κανείς αριστερός αντάρτης.
Εκεί υπάρχουνε κομμάτια από σταμνιά και από πιθάρια. Εκεί ευρήκα μια χάλκινη λεκάνη, ίσως είναι σφυρηλατημένη, διότι έχει πάχος. Θα πρέπει να ήταν εκεί επί αιώνες, διότι η άλμη την έχει καταφαγωμένη. Εβρέθηκε εκεί και μισός χειρόμυλος. Αποδείξεις ότι συχνά εχρησιμοποιείτο αυτό το κρησφύγετο. Η επίσκεψη στον σπήλιο του Αναράψη είναι δύσκολη και επικίνδυνη. Έχω ξεναγήσει πολλές φορές φίλους μου εκεί. Πρόσφατα ξενάγησα εκεί τον φίλο κύριο Μιχάλη Κατσανεβάκη.


Για την ιστορία της Σπηλιάς του “Αναράψη”
Αφορμή εδόθηκε, διαβάζοντας το βιβλίο του Γιάννη Μανούσακα “Ο Φυγόδικος”.
Γράφει λοιπόν: ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ… Μια νύχτα ήρθε ο Σταύρος ο Κλάδος στ’ Ασκύφου και κινήσαμε για τον Βουβά. Είχε βαθύ σκοτάδι και έπηξε απ’ το χιόνι που έπεφτε πυκνό (10 Δεκεμβρίου 1948). …Φτάσαμε έτσι στο χωριό… Είναι το σπίτι του Προκόπη του Μπολιώτη, ενός μεσόκοπου πολέμαρχου: στο χαράκωμα του Μακεδονικού στη Μικρά Ασία και ύστερα στο Αλβανικό και διοικητής του Λόχου των Σφακιανών στον ΕΛ.ΑΣ.
Είναι άντρας πράος και γλυκός, φιλόξενος και ευγενικός, πατέρας πολλών παιδιών και τα λατρεύει. Κτηνοτρόφος με πολλά πρόβατα – καντούνι της επαρχίας. Σε λίγο ήρθε ο Σπύρος ο Χομπίτης, ψηλός κι αυτός, λίγο μουντός, ο πιο γνήσιος τύπος Σφακιανού, με ευγενικούς τρόπους.
Με ρώτησαν πού θέλω να μείνω. Εμένα με τράβηξε η θάλασσα.
“Χάλαρο”, μου ’πανε, το μέρος που ’χε κάτω από ’να γκρεμνό μια σπηλιά κρυφή, βαθιά και στεγνή, που η θάλασσα έγλειφε τα βράχια του πόρου της… Κατέβηκα το σκαλί του γκρεμνού, όπως μ’ ορμήνεψε, μα επειδή το μέρος είναι ανείπωτα κακοτράχαλο και το σκοτάδι ήταν πηχτό, απόμεινα ξάγρυπνος, περιμένοντας να φωτίσει. Σε λίγο φάνηκαν να ψηλώνουν οι πήχες, πίσω τους το μεράστρι κι ο ρόδος της Ανατολής. Κατέβηκα τότες την κακοτοπιά και χώθηκα μέσα. Η σπηλιά είναι ψηλή, βαθιά και φαρδιά, με στέγη αμφιθέατρου και χωράει ως χίλιους στρατιώτες. Ο πόρος της φράζεται, απ’ ένα τεράστιο βράχο, που έχει ξεκολλήσει από πάνω, αφήνει μια χαραματιά ως μισό μέτρο. Απ’ εδώ μπαίνω και θα βγαίνω και πάνω στην πέτρα αυτή λημεριάζω: γράφω, διαβάζω κι αναπαύομαι. Τη νύχτα τραβιέμαι στο βάθος, που ως εκεί δε φτάνει ποτές ο χειμώνας…
…Η θάλασσα φούσκωνε, τραβούσε ως μέσα, κάτω του βράχου μου, σκέπαζε τα πάντα και τραβιότανε αφήνοντας μια παράξενη γλυκιά μουσική, όπως τρέχανε τα νερά τους οι πέτρες…
…Ερχότανε και μια φώκια, γιατί η σπηλιά βρίσκεται σε κόλπο απάνεμο και με πολύ βαθιά νερά. Όταν για πρώτη φορά, την άκουσα να σούρνεται στα βραχάκια δεν ήξερα ποιος είναι ο επισκέπτης μου, αλλά όπως τραβήχτηκα και στάθηκα κατά τον πόρο, αυτή άφησε φωνή σαν κλάμα γυναίκας, βυθίστηκε στο νερό κι έφυγε. Στο εξής όμως γνώριζα το πλατάγισμά της, δεν κουνιόμουνα κι αυτή έμενε όσο ήθελε κι έφευγε, αλλά η φαντασία μου ή το όνειρό μου την ήθελε ν’ ανεβαίνει ως μέσα στο παλάτι μου και να την έχω συντροφιά…
Τριάντα χρόνια αργότερα, το 1978, πήγα στη σπηλιά με βάρκα. Την κοίταξα και τη φωτογράφισα απ’ έξω. Ήταν ζεστή και φιλική και σαν να με περίμενε, αλλά δεν μπήκα μέσα… Ίσως φοβήθηκα μη δω εκεί στα σκοτεινά τον εαυτό μου, σε κείνη τη δυστυχία του…

Γιάννης Μανούσακας

ο Γιάννης Μανούσακας
ο Γιάννης Μανούσακας

Ο Γιάννης Μανούσακας ήταν Ρεθεμνιώτης, Σφακιανής καταγωγής. Γεννήθηκε το 1907 στην Αργυρούπολη και μικρός μετοίκησε στον Αγ. Κων/νο. Προπολεμικά εκλέχτηκε πρόεδρος στο χωριό του, στη συνέχεια όμως διώκεται και φυλακίζεται, ως κομμουνιστής, από το καθεστώς Μεταξά, στην Ακροναυπλία.
Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, τον βρίσκουμε στον ΕΛΑΣ διοικητή ίλης ιππικού και έδρασε στη Στερεά Ελλάδα και στη Θεσσαλία. Το 1947, τον βρίσκουμε στην Κρήτη σαν αντάρτη (στρατιωτικό υπεύθυνο για την Αυτοάμυνα το 1947), να συμμετέχει στον εμφύλιο πόλεμο, μέχρι το 1952 που πιάστηκε. Ο Γιάννης Μανούσακας, αξιόλογος άνθρωπος και συγγραφέας, βρίσκεται στο επίκεντρο των πολιτικοστρατιωτικών, γεγονότων της χώρας μας από το 1930 μέχρι το 1970 και έχει γράψει αρκετά βιβλία σχετικά με τα παραπάνω. Το ήθος του Γιάννη Μανούσακα φαίνεται από την αφιέρωση στο βιβλίο του “Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ”. Το αφιερώνει “στη διαλεχτή επαναστάτρια Βαγγελιώ Κλάδου και σ’ όλους τους νεκρούς του εμφυλίου της κάθε παράταξης.
Στη συγκεκριμένη σπηλιά ο Γιάννης Μανούσακας έκαμε φιλοξενούμενος του Σπ. Χομπίτη και κατοίκων της περιοχής από 10 Δεκεμβρίου 1948 περίπου μέχρι 22 Φεβρουαρίου του 1949, όταν συναντήθηκε και αποχώρησε με τους Γεωρ. Παύλ. Μανουσέλη και Μιχάλη Παπαπαναγιωτάκη.
Ευχαριστώ όλως ιδιαιτέρως τον αξιότιμο συγγραφέα και λαογράφο κ. Γερωνυμάκη Κανάκη, για το άμεσο ενδιαφέρον που έδειξε και με ξενάγησε στη σπηλιά, μόλις του το ανέφερα. Επίσης, μέρος των ανθρωπίνων οστών που συναντήσαμε πρέπει να είναι αρκετά παλιά, αλλιώς, απ’ όσους μίλησα στην περιοχή, κάποιος, θα θυμόταν κάτι σχετικό.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα