«Θυμάμαι κάποια δειλινά στο πέτρινο χωριό μας,/ που έβαφε νοσταλγικά στη δύση του ο ήλιος/ λόγγους, φαράγγια και βουνά, ξέκορφα και λαγκάδια,/ και κίναγαν στα σώψυχα, βροχή οι αναμνήσεις…»
Ακολουθούμε τα βήματα του δημιουργού της εκλεκτής Ποιητικής Συλλογής “Ωδή στη μάνα”, που ώρα τώρα μας έχει καθηλώσει, εκεί στα πέτρινα Σφακιά του τότε! Γύρω μας οι ψηλές βουνοκορφές, η γαλάζια σκέπη του ουρανού κι ο μυρωδάτος αέρας της αγνής πατρικής γης του συγγραφέα, με την αέρινη φιγούρα της μάνας να προηγείται και να μας δείχνει το δρόμο…
Μια μάνας τρυφερής, αξέχαστης που έβγαλε άριστα παιδιά, χρήσιμους πολίτες στη κοινωνία, που τους κληροδότησε επίσης το χάρισμά της να φτιάνει ιστορίες όμορφες και φανταστικές…
«Ποιος ξέρει, μάνα, τι λογιών θύμησες σε καλούσαν/ κ’ έπαιρνες απ’ τη θέση του τσίγκινο θυμιατήρι,/ και κίναγες για το στρατί στις πέντε εκκλησίες/ να θυμιατίσεις τους νεκρούς, εικόνες των Αγίων./ Ξοπίσω σου ερχόμουνα σαν ήμουνα πιασμένος/ στο φάλι της αγάπης σου και τάχυνα το ζάλο,/ καθώς γοργά κι αέρινα αλαφροπερπατούσες/ στο πετρογέμιστο δρομί π’ έπρεπε να διαβούμε…»
«Θύμησες» κοινές που μας αναστατώνουν καθώς γυρίζουμε πίσω στον χρόνο…
Καθώς με το μπίκ στο χέρι -εκεί στο θρανίο των εφηβικών χρόνων- προσπαθούμε να γράψουμε δυο λόγια για τη μάνα…
Για εκείνη τη μάνα μας την μονάκριβη που μας έφερε στον κόσμο, μας έδωσε «πνοή και ύπαρξη», φρόντιζε να έχουμε καθαρά ρούχα, μας περίμενε με το ζεστό φαγάκι έτοιμο στο τραπέζι, μ’ ορθάνοιχτη πάντα τη μεγάλη αγκαλιά της…
Για εκείνη τη μάνα τη στοργική του καθενός μας, που όπως μας λέει ο δημιουργός στο ποίημα του “Σ’ ευχαριστώ Μάνα”: «Μ’ έφερες απ’ το χάος εις το φως,/ από τ’ ανύπαρκτο στο υπαρκτό,/ μ΄ έκανες άνθρωπο./ Μου’ δωσες σάρκα και οστά απ’ τα δικά σου,/ εφύσηξες στην ύπαρξή μου/ την πνοή σου./ Στέριωσες το σκαρί μου/ στην αγκάλη σου,/ λιμάνι, απάγκιο και παρηγοριά/ στο πρώτο ζάλο μου…»
Τιμά την μάνα του ο ποιητής…
Ομως δεν αφήνει καμιά μητέρα χωρίς να την τιμήσει επίσης! Απ’ τη μάνα του στρατιώτη, του ναυτικού, του ναρκομανή που αγωνιά, του φυλακισμένου, του αρρώστου που πονά, του ξενιτεμένου που τον αποζητά, την κάθε μάνα που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ, ακόμα κι όταν δεν θα βρίσκεται πια κοντά μας, μέχρι τη παρηγοριά όλων μας, την μητέρα Παναγία…
Ο αγαπητός μας Γιάννης Θ. Πολυράκης σε τούτο εδώ το βιβλίο καταθέτει, μαζί με το αστείρευτο ταλέντο του, μύρια συναισθήματα, αγγίζει τις ευαίσθητες χορδές μας, ξυπνά μέσα μας τον άνθρωπο.
Τον ευχαριστούμε με τη σειρά μας, και του ευχόμαστε «Καλή συνέχεια»!