Είχαµε τις Ευρωεκλογές στις 9 Ιουνίου και το αποτέλεσµά τους θα ανοίξει νέες εξελίξεις στο πολιτικό σύστηµα και στα κόµµατα που αποτελούν βασικούς θεσµούς της λειτουργίας του. Έστειλαν πολλαπλά µηνύµατα που θα διαµορφώσουν συµπεριφορές και ανακλαστικά που θα αναπροσαρµόσουν το πολιτικό σύστηµα της χώρας.
Υπάρχει πάντοτε µετά από µια πολιτική ένταση, µια ιστορικά διαµορφωµένη εµπειρία, µια ιδεολογικοπολιτική οπτική µέσα από την οποία τα κόµµατα είναι υποχρεωµένα να προσλαµβάνουν το καινούργιο. Όταν αγνοηθεί το καινούργιο που προκύπτει, δεν µπορεί το πολιτικό σύστηµα να συνυπάρξει µε τα διαφορετικά ρεύµατα και την ιδεολογική συγκρότηση που αναπτύσσεται.
Πάντοτε τα κόµµατα πρέπει να προσαρµόζονται στο κοινωνικό περιβάλλον µέσα στο οποίο δρουν. Πρέπει η πολιτική τους να το ακολουθεί τα νέα δεδοµένα, πραγµατοποιώντας τις κατάλληλες αναδιαρθρώσεις και στρατηγικές. Τα συµπεράσµατα και οι επιπτώσεις του αναστοχασµού πρέπει να κατευθύνουν την πολιτική τους στα νέα δεδοµένα.
Στα νέα δεδοµένα που προέκυψαν από µια λαϊκή ετυµηγορία ∆εν θα πρέπει η πολιτική τους να αποτελεί όµηρο ενός ιδεολογικού δογµατισµού και να ρέπει στη δοµική ακινησία. Οι άνθρωποι, τα κόµµατα, οι ηγεσίες καλούνται κάθε φορά να αναπροσανατολίζονται στον νέο ορίζοντα. Και πραγµατικά απαιτείται αναστοχασµός, ύστερα από τα πολιτικά µηνύµατα που έστειλε το εκλογικό σώµα στις εκλογές. Το πιο ηχηρό µήνυµα των εκλογών ήταν η µεγάλη αποχή του εκλογικού σώµατος. Η αποχή κατέρριψε το ρεκόρ της και έφθασε στο 60% περίπου. Στις ευρωεκλογές του 1999 το ποσοστό της αποχής ήταν 30%. Στις τελευταίες εκλογικές αναµετρήσεις παρατηρούνται αυτά τα τεράστια ποσοστά αποχής, είτε πρόκειται για εθνικές εκλογές είτε πρόκειται για ευρωεκλογές. Οι µισοί περίπου Έλληνες συµµετέχουν σ’ αυτήν τη σηµαντικότερη δηµοκρατική διαδικασία.
Και δυστυχώς η πλειοψηφία του λαού µας απέχει.
Απέχει από µία καθοριστική για το µέλλον της χώρας λειτουργία της ∆ηµοκρατίας. Ένα γεγονός που δεν µπορεί να µείνει απαρατήρητο, γιατί έχει σχέση µε την ποιότητα της ∆ηµοκρατίας. Όταν µια ∆ηµοκρατία δεν είναι συµµετοχική, τότε πρόκειται για µια καχεκτική ∆ηµοκρατία. Πρόκειται για µια αποδοκιµασία του πολιτικού συστήµατος. Ο λαός έχει αυτονοµηθεί απ’ αυτό, έχει αποξενωθεί γιατί το κοµµατικό σύστηµα δεν τον ικανοποιεί. Αποστρέφεται ακόµη και τη συµµετοχή του σε µια διαδικασία που θα καθορίσει το παρόν και το µέλλον του. ∆εν νοιάζεται γιατί µ’ αυτή τη στάση απεµπολεί τα δηµοκρατικά του δικαιώµατα. Πιστεύει ότι η εξουσία που έχει οικοδοµηθεί δεν πρόκειται να διαφοροποιηθεί, γιατί η πολιτική τρέχει πίσω από την οικονοµία.
Αφήνει την εξουσία ανενόχλητη, αφού παραιτείται από κάθε δηµοκρατικό του δικαίωµα που µε την άσκησή του µπορεί να αποτελέσει εµπόδιο για κάθε αυθαιρεσία και αλαζονική συµπεριφορά της εξουσίας.
Λέγεται ότι οι ευρωεκλογές είναι “χαλαρές”, και γι’ αυτό τον λόγο παρατηρείται αυτή η µεγάλη αποχή. Αυτές είναι δικαιολογίες του πολιτικού συστήµατος για να ξεφύγει από τις ευθύνες που έχει για την καχεκτική ∆ηµοκρατία που οικοδοµήθηκε. ∆εν συµβαίνει αποχή µόνο στις δήθεν χαλαρές και στις βουλευτικές εκλογές. Στις εθνικές εκλογές του 2023 η αποχή έφθασε στο 45%!
∆εν αποτελεί λοιπόν η αποχή “φυσικό φαινόµενο”, αλλά µια αποδοκιµασία του εκλογικού σώµατος για τον τρόπο της λειτουργίας του πολιτικού συστήµατος. ∆εν µπορεί να λειτουργήσει σωστά µια κοινοβουλευτική ∆ηµοκρατία, όταν εκλέγει κυβερνήσεις µειοψηφίας. Αυτό συµβαίνει όταν εκλέγονται από τη συµµετοχή του µισού εκλογικού σώµατος. Είναι λοιπόν ανάγκη για την λειτουργία της ∆ηµοκρατίας, οι πολιτικές δυνάµεις να µη µετρούν µόνο τις ψήφους που έχασαν στις εκλογές και το πολιτικό τους κόστος, αλλά – και µέτρα για την αναγέννηση τον πολιτικού συστήµατος. Μέτρα για κάθε τι που µπορεί να επηρεάζει τη ορθής λειτουργία της ∆ηµοκρατίας. Αυτά συµβαίνουν στην Ελλάδα, που πριν από 2500 χρόνια ο Θουκυδίδης έλεγε στον επιτάφιο του Περικλή, ότι είναι άχρηστος ο πολίτης που δεν συµµετέχει στα κοινά. Αυτόν τον χαρακτηρισµό έδιναν οι αρχαίοι Έλληνες σ’ αυτούς που δεν ενδιαφέρονταν για τα κοινά. Αν τότε οι Έλληνες θα ΄λεγαν ότι προτιµούν τις… παραλίες παρά να ασκήσουν τα δικαιώµατά τους, ο χαρακτηρισµός που θα ΄διναν θα ήταν βαρύτερος!
Η ΝΕΟΛΑΙΑ ΜΑΣ
Οι ανησυχίες για το φαινόµενο της αποχής είναι ακόµη µεγαλύτερες γιατί οι νέες ηλικίες απέχουν περισσότερο 410 από τις µεγαλύτερες ηλικίες. Και είναι γεγονός αναµφισβήτητο ότι οι νέοι µας δεν πιστεύουν ότι το πολιτικό σύστηµα θα τους λύσει τα προβλήµατα και το έχουν παραµερίσει. ∆εν πιστεύουν ότι η συµµετοχή τους στις διαδικασίες της ∆ηµοκρατίας θα επιφέρει ουσιαστικές αλλαγές στη ζωή τους. Αντιµετωπίζουν οικονοµικά προβλήµατα, που δεν τους αφήνουν να φτιάξουν τη ζωή τους. Πιστεύουν ότι η συµµετοχή τους στα κοινά δεν πρόκειται να επιφέρει αλλαγές σ’ αυτό το σκληρό πολιτικό σύστηµα, που καθορίζει τη ζωή µας. Πρέπει όµως να πεισθούν οι νέοι µας ότι όλες οι γενιές αντιµετώπισαν προβλήµατα στη ζωή τους. Αυτά τα προβλήµατα είτε οικονοµικά είτε λειτουργίας της ∆ηµοκρατίας, δεν αποτέλεσαν την αιτία για αποχή των
νέων από τα κοινά, αλλά κίνητρο για έναν αγώνα οικοδόµησης µιας πιο δίκαιης και δηµοκρατικής πολιτείας. Όταν απέχουν από τη ζωή της ∆ηµοκρατίας, τότε δεν θα βελτιωθούν οι συνθήκες για µια λιγότερο βασανιστική ζωή. Αλίµονο, αν τις αγνές δηµοκρατικές και πνευµατικές τους δυνατότητες, δεν τις αξιοποιούν οι νέοι µας. Είναι απαράδεκτο να συµµετέχει στις εκλογές το 70% των ηλικιωµένων πολιτών και µόνο το 40% των νέων µας.
Οι νεώτερες ηλικίες είναι οι πιο ικανές να αντιδράσουν και να ακολουθήσουν ιδεολογικές δοµές που παράγουν πολιτική και να πιέσουν για τη λειτουργία ενός υγιούς πολιτικού συστήµατος. Ουδέποτε µια ∆ηµοκρατία εξελίχθηκε µε παθητικούς πολίτες και ουδέποτε µια ∆ικτατορία αντιµετωπίσθηκε µε παθητική αντίσταση. Μόνο οι ενεργοί πολίτες µπορούν να οικοδοµήσουν µια σωστή ∆ηµοκρατία και να αποτρέψουν µια ∆ικτατορία. Και ιδιαίτερα όταν αυτοί οι πολίτες είναι νέοι!
ΜΗΝΥΜΑ ΕΚΛΟΓΩΝ
Παρά τη µεγάλη αποχή του 60%, θα υπάρξουν εξελίξεις στο πολιτικό σύστηµα. Η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας έχει τεράστια δύναµη, που δεν µπορεί κανείς να περιφρονήσει το αποτέλεσµα της. Αυτό το αποτέλεσµα δεν δέχεται ούτε παρερµηνείες ούτε παραµορφώσεις. Πάντοτε το αποτέλεσµα της είναι καθοριστικό για τις πολιτικές εξελίξεις.
Άλλοτε αποκαθήλονται αρχηγοί κοµµάτων, άλλοτε διαλύονται κόµµατα και άλλοτε πέφτουν κυβερνήσεις. Έτσι λοιπόν και σήµερα η ερµηνεία του εκλογικού αποτελέσµατος δεν µπορεί να δεχθεί επιφανειακά προπαγανδιστικά µηνύµατα για πραγµατικότητα και τις συνέπειες για αιτίες.
Η φθορά του πολιτικού συστήµατος πήρε µαζί της και τις πολιτικές δυνάµεις. Ιδιαίτερα τα κόµµατα που κυβέρνησαν τον τόπο υπέστησαν ήττα και δεν µπορούν να αποφύγουν τα µηνύµατα των εκλογών. Το κυβερνητικό κόµµα υπέστη µεγάλη φθορά µέσα σε 11 µήνες. Έχασε περίπου 1.000.000 ψήφους και ποσοστό 12% ! Αυτές οι απώλειες δεν προήλθαν από την “χαλαρή” ψήφο, αλλά από την ακολουθούµενη κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση εξ αιτίας της πίστης της στις αρχές του νεοφιλελευθερισµού, παραµέρισε το κοινωνικό κράτος. Τα επιδόµατα δεν αποτελούν απόδειξη την λειτουργίας ενός κοινωνικού κράτους. Αποτελούν προπέτασµα καπνού. Σήµερα η οικονοµία και η κοινωνία έχουν αφεθεί στον “πατριωτισµό” του µεγάλου κεφαλαίου.
Η ακρίβεια τώρα και 3 χρόνια έχει γονατίσει τα νοικοκυριά, η υγεία έχει αφεθεί στα οικονοµικά συµφέροντα, η στέγη δεν υπάρχει για τους Έλληνες, αφού τα ενοίκια αποµυζούν το µισό εισόδηµά τους, τα καύσιµα είναι τα πιο ακριβά της Ευρώπης, ο τιµάριθµος στα τρόφιµα είναι ο πιο υψηλός της Ευρώπης, το βιωτικό επίπεδο του Έλληνα συναγωνίζεται εκείνο της Βουλγαρίας, ελληνικά προϊόντα είναι πιο ακριβά από την αγορά ευρωπαϊκών πόλεων. Αυτά τα προβλήµατα που έχουν άµεση σχέση µε την καθηµερινότητα του Έλληνα οδήγησαν είτε στη φθορά την κυβέρνησης είτε ακόµη και στη µεγάλη αποχή! Η φθορά όµως δεν εντοπίζεται µόνο στο κυβερνητικό κόµµα αλλά και στα µεγάλα κόµµατα των αντιπολίτευσης. Είθισται σε µια κοινοβουλευτική δηµοκρατία τη φθορά της εκάστοτε κυβέρνησης να την καρπώνεται το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης. Και όµως από τις 12 µονάδες που έχασε το κυβερνητικό κόµµα, το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης δεν πήρε ούτε µία µονάδα!
Βέβαια δεν µπορεί να αγνοηθεί η εσωστρέφεια που κυριάρχησε στον ΣΥΡΙΖΑ και η διάσπαση που ακολούθησε. Όλο το υπουργικό συµβούλιο των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ αποχώρησε και ίδρυσε νέο κόµµα. Αυτό το κόµµα πήρε 2,5%, όσο ήταν η δύναµη αυτής της οµάδας στην εκλογική βάση όταν ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε 36%. Μια τρανή απόδειξη ότι δεν έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία οι ιδέες της λεγόµενης ριζοσπαστικής αριστεράς, αλλά τα 2.000.000 νέοι ψηφοφόροι που ανήκαν στον χώρο της κεντροαριστεράς. Το εκλογικό αποτέλεσµα το επιβεβαιώνει!
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ
Η φθορά λοιπόν των 12 µονάδων του κυβερνητικού κόµµατος δεν έφθασε στα δύο κόµµατα της κεντροαριστεράς. Το κάθε κόµµα προσπαθεί να βρει δικαιολογίες για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Το ΠΑΣΟΚ ισχυρίζεται σε κάθε εκλογική αναµέτρηση ότι αυξάνει τη δύναµη του και ότι τρέχει ολοταχώς προς την… εξουσία. Έτσι ισχυρίζεται κάθε φορά που αυξάνεται η δύναµη του 1-2 µονάδες.
Κάποτε υπήρχε ένας πολιτευτής υποψήφιος στη Β’ περιφέρεια της Αθήνας. Για να εκλεγεί ένας υποψήφιος βουλευτής σ’ αυτήν την περιφέρεια χρειαζόταν 20-30.000 ψήφους. Ο υποψήφιος αυτός πήρε 1.000 ψήφους στις εκλογές. Στις επόµενες εκλογές ξανακατεβαίνει και παίρνει 2.000 ψήφους. Τον ρώτησε λοιπόν ένας φίλος του αν ξανακατεβεί στις εκλογές. Και βέβαια απάντησε αφού
είχα αύξηση των ψήφων µου 100%!
Κάτι παρόµοιο συµβαίνει και µε το ΠΑΣΟΚ. Παίρνει σε κάθε εκλογική αναµέτρηση 1-2 µονάδες παραπάνω και ισχυρίζεται ότι αποτελεί κυβερνητική δύναµη!
Είναι γνωστό ότι για να γίνει ένα κόµµα κυβέρνηση χρειάζεται περίπου 40%. Όταν το ΠΑΣΟΚ παίρνει σε κάθε εκλογική αναµέτρηση 1-2 µονάδες, τότε για να γίνει το σηµερινό 13% 40%, θα χρειασθούν ακόµη 6-7 εκλογικές αναµετρήσεις. ∆ηλαδή περίπου 25 χρόνια!
Ας αντικρίσουν λοιπόν µε σύνεση τα δύο κόµµατα την πολιτική και κοινωνική πραγµατικότητα. Ο δηµοκρατικός κόσµος που κινείται στον χώρο της κεντροαριστεράς γνωρίζει ότι µόνο η ενότητα των δυνάµεων της µπορεί να δώσει κυβερνητική προοπτική. Αυτό ισχυρίζοµαι στα άρθρα µου από το 2019. Η αντιπαλότητα και ο αλληλοσπαραγµός των δυνάµεων της κεντροαριστεράς ενισχύει τις συντηρητικές δυνάµεις. Το κυβερνητικό κόµµα παρά την τεράστια φθορά του παραµένει
κυρίαρχο στις πολιτικές εξελίξεις. Ο λαός µας γνωρίζει ότι µόνο η ενότητα έφερε τον θρίαµβο της Ε.Κ. το 1964 και του ΠΑΣΟΚ το 1981. Αν θέλουν λοιπόν να προσφέρουν υπηρεσίες στον τόπο, στην κοινωνία, στη δηµοκρατική παράταξη οφείλουν οι ηγεσίες τους να παραµερίσουν τις προσωπικές τους φιλοδοξίες και να προχωρήσουν στη δηµιουργία µιας ενιαίας δηµοκρατικής προοδευτικής κυβερνητικής παράταξης. Αυτό αποτελεί αίτηµα της κοινωνίας. ∆ιαφορετικά οι εξελίξεις και η κοινωνία θα τις υπερκεράσουν. Το λαϊκό ρεύµα θα καθορίσει τις εξελίξεις και όχι οι αιθεροβάµονες ηγέτες των κοµµάτων της κεντροαριστεράς, που “τραβούν” ελάχιστα.
*Ο Βασίλης Πεντάρης είναι π. βουλευτής Χανίων