Οι αλυκές της Σούδας κατασκευάστηκαν από τους Ενετούς για αποκλειστικά δικό τους οικονοµικό όφελος µε την παραγωγή και την εµπορία του πολύτιµου άλατος, του λευκού χρυσού, τα χρόνια εκείνα, ενώ αξιοποιήθηκαν στη συνέχεια και από τους Οθωµανούς. Η περιοχή ήταν ιδανική για αυτό το σκοπό, λόγω του χαµηλού υψοµέτρου της παράκτιας ζώνης της Σούδας που σε αρκετά σηµεία είναι χαµηλότερο από το επίπεδο της θάλασσας, καθώς και του αργιλώδους εδάφους.
Το τέλος της ύπαρξής των αλυκών αυτών ταυτίζεται µε την πρώτη ουσιαστική κατοίκηση, δηµιουργία και ανάπτυξη της σχετικά καινουριοκτισµένης κωµόπολης, η οποία µετρά περίπου 150 χρόνια ζωής. Οι πληγές που άφησαν στον τόπο µε την µακρόχρονη παρουσία τους σε συνδυασµό µε τα ιδιαίτερα γεωφυσικά χαρακτηριστικά της περιοχής επουλώθηκαν αργότερα µε αποξηράνσεις και επιχωµατώσεις. Πάνω στις εκτάσεις αυτές χτίστηκαν στη συνέχεια οικίες και κατασκευάστηκαν έργα τεχνικών και κοινωνικών υποδοµών.
ΟΙ ΑΛΥΚΕΣ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑΣ
Όπως αναφέρει ο Στέργιος Σπανάκης αρχικά « η Σούδα για τους θαλασσοκράτορες Βενετούς δεν είχε µεγάλη σπουδαιότητα, γιατί οι γαλέρες τους, ήταν πλοία ελαφριά και τα σήκωναν τα νερά του λιµανιού των Χανίων και του Χάντακα, όπου είχαν και τους ταρσανάδες τους και τις ναυπηγούσαν. » Εκεί κατασκεύασαν και τις οικίες τους, ενώ οικισµός στην περιοχή της Σούδας κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας δεν υπήρχε.
Αργότερα, κατά τον 16 αιώνα, ενόψει του κινδύνου των Οθωµανών που επεκτείνονταν συνεχώς στο χώρο της ανατολικής Μεσογείου πιέζοντας ασφυκτικά τις Βενετσιάνικες κτήσεις, επανεκτιµήθηκε από τους Βενετούς η στρατιωτική αξία του λιµανιού και το οχύρωσαν µε το κτίσιµο του φρουρίου στη νησίδα της Σούδας, στην είσοδο του κόλπου.
Ωστόσο οι Βενετσιάνοι δεν επικεντρώθηκαν µόνο στην στρατιωτική σηµασία της Σούδας, αλλά και στην οικονοµική µε την κατασκευή αλυκών στο µυχό του κόλπου, στην culata, όπως την αποκαλούσαν.
Είναι χαρακτηριστικό µάλιστα ότι ο Φλωρεντιανός µοναχός Christoforo Buondelmondi που επισκέφθηκε την περιοχή το 1415 αναφέρει την ύπαρξη αλυκών. Οι αλυκές αυτές κάλυπταν µια µεγάλη έκταση που ξεκινούσε από το σηµερινό Γυµνάσιο και το γήπεδο του Άρη και έφτανε έως την περιοχή του ραδιοφωνικού σταθµού και του ποταµού Μορώνη. Οι αλατοπαραγωγικές δραστηριότητες που αναπτύχθηκαν στην περιοχή ήταν ιδιαίτερα επικερδείς για τους Ενετούς που διατηρούσαν επί σειρά ετών το µονοπώλιο του εµπορίου του αλατιού στη Μεσόγειο µε θεµιτά αλλά και αθέµιτα ως προς τους ανταγωνιστές τους µέσα.
Ειδικότερα οι αλυκές της Σούδας που κατά τις Βυζαντινές πηγές παρήγαγαν το χιονώδες και αχνώδες άλας της Κρήτης, στα χρόνια της Βενετοκρατίας ενοικιάζονταν σε ιδιώτες και παρήγαγαν 110.000 µουζούρια αλάτι ετησίως.
ΟΙ ΑΛΥΚΕΣ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ
ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΟΚΡΑΤΙΑΣ
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Οθωµανοί ονόµαζαν τη Σούδα Τούζλα (Tuzla) που στα τουρκικά σηµαίνει αλυκή από τη λέξη tuz που σηµαίνει αλάτι.
Το 1870 0 Ρεούφ πασάς αποξήρανε ένα µέρος των αλυκών για να κατασκευαστεί στη συνέχεια ο οικισµός της Κάτω Σούδας στον οποίο εγκαταστάθηκαν οι κάτοικοι της νησίδας της Σούδας και Οθωµανοί της πόλης των Χανίων.
Λίγο αργότερα το 1876 το τουρκικό ∆ηµόσιο κατασκεύασε αλυκές στην περιοχή των σχολείων(σηµερινό ∆ηµοτικό, Γυµνάσιο, Λύκειο, γήπεδο του Άρη) οι αναθυµιάσεις των οποίων ήταν αποπνικτικές και δυσώδεις µε τη δυσοσµία να φτάνει έως τα Τσικαλαριά. Αυτός ήταν και ο λόγος που σταµάτησε η λειτουργία τους µετά από τρία ή τέσσερα χρόνια, κυρίως λόγω των έντονων παραπόνων των Οθωµανών στρατιωτικών που διέµεναν στον Οθωµανικό Ναύσταθµο που είχε κατασκευασθεί στο µεταξύ και εγκαινιασθεί(1872) από τον ίδιο το Σουλτάνο, τον Αβδούλ Αζίζ. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την περίοδο της γερµανικής κατοχής έγινε προσπάθεια για ενεργοποίηση των συγκεκριµένων αλυκών που απέτυχε για τεχνικούς λόγους.
Σήµερα σώζεται στον οικισµό της Κάτω Σούδας, απέναντι από την Ιχθυόσκαλα, ανατολικά του Ναυταθλητικού Κέντρου, µέρος εντυπωσιακού Οθωµανικού κτηρίου της Όψιµης Τουρκοκρατίας που χρησιµοποιείτο ως αλαταποθήκη, αλλά κατά µία άλλη εκδοχή και ως τελωνείο. Η σωζόµενη νότια πτέρυγα του ισογείου αναπαλαιώθηκε από τον ιδιοκτήτη του Γ. Ατσαλάκη, ενώ ανακατασκευάστηκαν και οι εξωτερικές τοξοστοιχίες του κτιρίου. Τίποτα άλλο δεν µας θυµίζει την ύπαρξη των Αλυκών εκτός από αυτό το κτήριο, αφού τα ελάχιστα αποµεινάρια τους δεν αξιολογήθηκαν ποτέ και καταστράφηκαν τα νεότερα χρόνια.
( Στη φωτογραφία που υπάρχει στο διαδίκτυο διακρίνεται η Οθωµανική Αλαταποθήκη στην Κάτω Σούδα αριστερά του δρόµου και το παλιό Ψυχιατρείο Σούδας δεξιά, ενώ στο χάρτη διακρίνονται αριστερά οι Αλυκές- Salines, ROYX Joseph 1804, Βιβλιοθήκη Ιδρύµατος Λασκαρίδη)
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
Χανιώτικα Νέα, Φωτοαναδροµές στα παλιά Χανιά, Σούδα, 2/Αυγ./2010.
Εµµανουήλ Φουρναράκης, Πώς και πότε έγινε η Σούδα.
Μιχάλης Ανδριανάκης, Χανιά : Μνηµεία και Μνήµη, Εκδ. Έρεισµα, Χανιά 2024.
Στέργιος Γ. Σπανάκης, Κρήτη, Β΄Τόµος, Τουρισµός-Ιστορία – Αρχαιολογία- Ηράκλειο Κρήτης.