Πόσο, αναρωτιέμαι, κουράστηκαν οι μερικώς ειδήμονες, να ψάχνουν τι τους φταίει για να δικαιολογήσουν τα πεπραγμένα και τα τεκταινώμενα τους. Πόσο άραγε κουράστηκαν;
Τόσο ώστε ο δρόμος τους, τους οδήγησε μπροστά στο Αγιο Δισκοπότηρο, το κοίταξαν από αριστερά, το κοίταξαν από δεξιά, πάνω κάτω, κατέληξαν τελικά ότι κάπου εκεί μέσα κρύβεται ένας ιός. Δεν παίζει ρόλο ποιος είναι, τι είναι αυτός ο ιός. Αυτό το οποίο έχει σημασία για τους μερικώς ειδήμονες, είναι να μπει ακόμη και το Αγιο αυτό Δισκοπότηρο, στο τραπέζι των δικών τους διαπραγματεύσεων με την αλήθεια έτσι όπως την αντιλαμβάνονται, την εκφέρουν και την μεταφέρουν. Θέλει αγάπη για να αντέξεις την ορνιθολογία και την παραφιλολογία. Θέλει αγάπη για να μην γίνεις εμπαθής και εμπρηστικός στις απαντήσεις σου στους εμφανώς μερικώς ειδήμονες. Αυτό που αποφάσισα, είναι να τους προσφέρω τα λόγια του σεβαστού Αρχιμανδρίτη, ιερομανάχου π. Ανανία Κουστένη, έτσι όπως εκείνος αποτυπώνει την Αγάπη Του Θεού. Λέει ο σεβαστός πατέρας Ανανίας: «Γιατί οι άνθρωποι κουράστηκαν με όλων τα καμώματα και προσωπικά ο καθένας με τα δικά του. Γιατί μας κουράζει το κακό. Μας κουράζει ο κακός. Μας κουράζει η ανομία και φτάνουμε στο σημείο που είχε φτάσει μια φορά ο προφητάναξ Δαυίδ, ο προφήτης και βασιλιάς, κι έλεγε: “ἀπηνήνατο παρακληθῆναι ἡ ψυχή μου” – δεν θέλω ούτε να παρηγορηθώ. Με τίποτε. Με τίποτε, και πολλοί συνάνθρωποί μας τι λένε; Θέλω το βράδυ που κατεβάζω τα σκουπίδια, να αφήσω τον εαυτό μου με τα σκουπίδια να τελειώνω. Τα ’χετε ακούσει, τα ’χουμε ακούσει, όλοι τ’ ακούμε. Γι’ αυτό ακριβώς “όπου επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η Χάρις”.
Ο αιώνας αυτός είναι ο αιώνας του Θεού. Ο αιώνας της Εκκλησίας. Ο αιώνας της μετανοίας. Ο αιώνας της προκλητικής αγάπης του Θεού. Ο αιώνας της επιστροφής των ασώτων και παραστρατημένων στον μεγάλο μας Πατέρα, στην Αγία μας Εκκλησία που ’ναι η αγκαλιά του Χριστού. Όλοι μια αγκαλιά γυρεύουμε.
Ε, αυτή είναι του Χριστού η αγκαλιά, ο οποίος την στήνει στα τρίστρατα της ζωής μας, και στα αδιέξοδα κρυμμένη και τότε απελπισμένοι απ’ όλους κι απ’ όλα, κι απ’ τον εγωιστή εαυτό μας, πέφτουμε στην αγκαλιά του Θεού, τουλάχιστον οι καλοπροαίρετοι, άνευ όρων και ορίων και παραδινόμαστε στην αγάπη του Θεού – κι αυτό είναι θαύμα!
Δεν αφήνει τον κόσμο του ο Θεός. Δεν αφήνει ο Χριστός. Μας έχει πληρώσει με το αίμα του και τη ζωή του, και του λείπουμε».
Υ.Γ
Μας έχει πληρώσει με το αίμα του ο Θεός. Και κάθομαι να σκεφτώ ποιος άλλος μας έχει πληρώσει με το αίμα του και καταλήγω στο συμπέρασμα πως, πολλοί μας έχουν πληρώσει με το αίμα τους, αλλά έτσι όπως έχουμε φερθεί ως λαός και ως άνθρωποι… δεν τους λείπουμε. Στο Θεό όμως… του ΛΕΙΠΟΥΜΕ.