Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

Οι απαρχές της ολιστικής και επιστημονικής προσέγγισης του νερού

Ο ρόλος του νερού πρωτοστατεί στην ελληνική κοσμογονία: στον Όμηρο Ξ 200, «λέει η Ήρα: Πηγαίνω εγώ να ιδώ στην τέλειωση της Γης της πολυθρόφας τον Ωκεανό, των θεών τον πρόγονο, και την Τηθύ την μάνα… «(μτφ Καζαντάκη – Κακριδή). Εάν κανείς αναζητήσει την δημιουργία όλης της αλυσίδας ορέων από τα Πυρηναία, τον Άτλαντα Μαρόκου, τα Καρπάθια, τα Απέννινα, τις Άλπεις, τις Διναρίδες, τις Ελληνίδες, τις Ταυρίδες οροσειρές και μέσω της οροσειράς του Ζάκρου στο Ιράν στα Ιμαλάια και νοτιότερα στις οροσειρές της νοτιανατολικής Ασίας, όλο αυτό το σύμπλεγμα του έντονου τοπογραφικού ανάγλυφου, δημιουργήθηκε στην τελευταία ορογενετική φάση του πλανήτη μας, που ονομάστηκε Αλπική Ορογένεση. Η ορογένεση αυτή ξεκίνησε και ολοκληρώθηκε τα τελευταία 130 περίπου εκατομμύρια χρόνια (πολύ μικρό χρονικό (γεωλογικό) διάστημα για την εξέλιξη ενός πλανητικού σώματος ηλικίας 4,62 δισεκατομμυρίων ετών, – αδιανόητα χρονικά διαστήματα για τον ανθρώπινο νου….). Στο διάστημα αυτό «έκλεισε» ένα τμήμα ενός πανάρχαιου ωκεάνιου τμήματος του Πλανήτη μας και αναδύθηκαν από τον πυθμένα του σταδιακά οι ανωτέρω οροσειρές δημιουργώντας υπολειμματικές θαλάσσιες λεκάνες όπως η Μεσόγειος και δίνοντας χώρο για να ανοίξει ο νεώτερος ωκεανός στα δυτικά, ο Ατλαντικός. Ο τεράστιος ωκεανός που δημιουργήθηκε πριν περίπου 250 εκατομμύρια χρόνια ονομάστηκε Πανθάλασσα. Η Πανθάλασσα περιέβρεχε μια υπερήπειρο που ονομάστηκε Πανγαία. Το τμήμα της Πανθάλασσας, το τμήμα από όπου «αναδύθηκαν» οι ορογενετικές αλυσίδες του αλπικού τεκτονικού κύκλου ονομάστηκε ωκεανός της Τηθύος. Η Ομηρική αυτή θεώρηση προτάθηκε το 1893 και έγινε αποδεκτή από την παγκόσμια γεωεπιστημονική κοινότητα από τον γνωστό για το μηχανικό επίτευγμα που φέρει το όνομά του, τον αυστριακό γεωλόγο Eduard Suess, στα πλαίσια της εξελικτικής γεωεπιστημονικής γνώσης. Η Ομηρική αυτή προσέγγιση με «πρωταγωνιστές τον Ωκεανό και την Τηθύ» αποτελεί μέχρι σήμερα τον ακρογωνιαίο λίθο της επαναστατικής και επίκαιρης Θεωρίας των Τεκτονικών Πλακών.

νερόΗ ανάγκη διαχείρισης των επιφανειακών υδάτων συμπεριλαμβανομένων ποταμών και πηγών είναι συνδεδεμένη με την απαρχή της γεωργίας στην Νεολιθική περίοδο. Στον ελλαδικό χώρο τα πρώτα τεχνικά έργα που συνδέονται με άθλους και μύθους που έφτασαν μέχρι τις ημέρες μας (π.χ. οι άθλοι του Ηρακλή) πραγματοποιήθηκαν από τους Μινωίτες, τους Μινύες και τους Μυκηναίους. Στις ημίξηρες κλιματικές συνθήκες του ελληνικού οικοσυστήματος, η ύπαρξη και η συμπεριφορά του νερού στη φύση είχε και έχει μεγάλη σημασία για τη διατήρηση και την ποιότητα ζωής. Έτσι πρώτοι οι Έλληνες φυσικοί φιλόσοφοι από τον Θαλή έως τον Αριστοτέλη ασχολήθηκαν με αυτό το σημαντικό και αναντικατάστατο στοιχείο στις σκέψεις, τις υποθέσεις και τις εικασίες τους και έθεσαν τις βάσεις για την ολιστική και επιστημονική του προσέγγιση. Από τη σημερινή σκοπιά θα έλεγε κανείς ότι έγινε προσπάθεια κατανόησης και εξήγησης του συνολικού υδρολογικού κύκλου και των δυνάμεων που τον καθορίζουν και τον επηρεάζουν. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο Θαλής ο Μιλήσιος, ο ιδρυτής της φυσικής φιλοσοφίας και ένας από τους επτά σοφούς της αρχαιότητας, είπε ότι «το νερό είναι η πρωταρχική αιτία όλων των πραγμάτων». Υπέθεσε ότι η Γη (και ολόκληρος ο κόσμος) προήλθε από τη θάλασσα, η οποία επίσης τη στηρίζει και την περικλείει. Σύμφωνα με τον Θαλή, η ζωή και η ανάπτυξη σε κάθε μορφή είναι δυνατές μόνο μέσω του νερού. Μια προσέγγιση που αναβίωσε πoιητικά πολλές εκατονταετίες αργότερα ο Goethe “Όλα προέρχονται από το νερό! Και όλα παραμένουν ζωντανά από το νερό!”, στον Faust (1833), η ιστορία του οποίου που διαδραματίζεται;.. που αλλού; στην Ελλάδα! (Στη χώρα της ιδέας πέταξε τώρα μακριά…στίχος 6277), το τοπίο της οποίας συνδιαμορφώνεται από το νερό και στο οποίο ο Φάουστ θα βρει, ως προορισμό, την ολοκλήρωσή του.

Είναι γενικά αποδεκτό ότι η Αίγυπτος ήταν «η νερομάνα της ελληνικής επιστήμης». Τις απόψεις του Θαλή ότι η Γη «ακουμπάει στο νερό που είναι κατά κάποιον τρόπο η πηγή των πάντων» και επιπλέει σαν ένα ξύλο ή κάτι παρόμοιο, το αναφέρει ο Αριστοτέλης στο Περί Ουρανού Β 13, 294 a 28. Η θεωρία αυτή πιθανώς να βασίζεται σε αιγυπτιακούς και βαβυλωνιακούς μύθους τους οποίους και άκουσε ο Θαλής κατά τη διάρκεια των μακρόχρονων ταξιδιών του. Αυτές οι παραδόσεις προϋποθέτουν μια αρχέγονη θάλασσα, μια «έρημο νερού», από την οποία αναδύθηκε η στεριά (όπως περιέγραψα λίγο πιο πάνω, αυτά τεκμηριώνουμε σήμερα επιστημονικά!!!). Ο Θαλής επεχείρησε επίσης να δώσει μια λογική εξήγηση για τις πλημμύρες του Νείλου που συμβαίνουν ετήσια κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, όταν οι βροχοπτώσεις όχι μόνο στην Αίγυπτο αλλά σε όλη την Μεσόγειο μειώνονται αισθητά. Ο Ηρόδοτος ΙΙ, 20 και ο Αέτιος ΙV, 1,1 μας μεταφέρουν την άποψη του Θαλή όταν τα μελτέμια που πνέουν αντίθετα στην ροή του ποταμού Νείλου την εμποδίζουν, επιτρέποντας ταυτόχρονα και την εισροή θαλασσίων υδάτων, που ανάγκαζε το ποτάμι να φουσκώνει και να υπερχειλίζει. Μια λανθασμένη μεν αλλά πολύ λογική προσέγγιση για την εποχή εκείνη που ήταν άγνωστες οι καλοκαιρινές τροπικές καταιγίδες. Υπάρχουν πολλά που υποδηλώνουν ότι ο Θαλής και η σχολή της Ιωνίας ήταν επίσης οι ιδρυτές και εκπρόσωποι της θεωρίας «της ανόδου του νερού στο επίγειο σώμα». Σύμφωνα με αυτήν την θεωρία, το νερό, ως αρχέγονο στοιχείο, καταλαμβάνει τη βαθύτερη θέση στον χώρο και πάνω του στηρίζεται η Γη. Στο εσωτερικό της Γης, το νερό απορροφάται σαν από σφουγγάρι και επανεμφανίζεται σε υψηλότερο επίπεδο με τη μορφή πηγών που τροφοδοτούν τους ποταμούς (κύκλος (Α) στο σχήμα). Το νερό είναι αρχικά αλατούχο και χάνει την περιεκτικότητα σε αλάτι μέσω της διήθησης καθώς ανεβαίνει μέσα από τους πόρους της Γης. Μια λάθος επίσης αντίληψη μιας και το νερό λόγο βαρύτητας κινείται από τα υψηλοτέρα στα ταπεινότερα σημεία. Υπάρχει όμως και μια περίπτωση που συμβαίνει αυτό που υπέθεσε ο Θαλής: τα θερμά νερά μπορούν να κινηθούν σύμφωνα με την θεωρία του, κόντρα στην βαρυτική κίνηση.

νερόΟ πρώτος υποστηρικτής της έννοιας του κύκλου μέσω της ατμόσφαιρας (Β στο σχήμα) ήταν ο Ξενοφάνης (570 έως περίπου το 480 π.Χ.). Υπέθεσε ότι οι άνεμοι και τα σύννεφα βασίζονται σε «εκκρίσεις από τη θάλασσα» (εξάτμιση και μεταφορά νερού) και ότι τα ποτάμια και τα ρέματα προέρχονται από τα σύννεφα και τη βροχή. Εξήγησε την αλατότητα της θάλασσας από τη σύγκλιση των ρεμάτων, τα οποία απορροφούν γήινες ουσίες καθώς ρέουν από την ενδοχώρα. Η εξάτμιση καθαρίζει το νερό από την περιεκτικότητα σε αλάτι. Το B 30 μας δίνει περίπου την ίδια άποψη, αλλά με τα λόγια του ίδιου του Ξενοφάνη: «Η θάλασσα είναι η πηγή ύδατος και του ανέμου. Γιατί δίχως την μεγάλη θάλασσα, δε θα υπήρχε άνεμος, μήτε τα ρεύματα των ποταμών, ούτε τα όμβρια ύδατα από τον ουρανό. Η μεγάλη θάλασσα είναι ο γεννήτορας των σύννεφων, των ανέμων και των ποταμών. «..πηγή ὕδατος, πηγὴ δ᾽ ἀνέμοιο…» καθώς επίσης «μέγας πόντος γενέτωρ νεφέων ἀνέμων τε καὶ ποταμῶν». Τα σύννεφα, είναι αυτά με τα οποία οδηγήθηκε στην επιστημονική ερμηνεία τους. Είναι οντότητες ρευστές ανάμεσα στην στερεά και την αέρια κατάσταση και έτσι μπορούν να συνδεθούν με υγρά, στερεά και αέρια διαφόρων ειδών. Δεδομένου μάλιστα ότι καταλαμβάνουν μια μεγάλη περιοχή ανάμεσα στην γη και τον ουρανό, συνθέτουν τις δύο βασικές ουσίες, της γης και του ύδατος. Ο Εμπεδοκλής ο Ακράγας (γύρω στο 500-430 π.Χ.) υπέθεσε επίσης ότι όλο το νερό συγκεντρώνεται στη θάλασσα και ότι οι πηγές και τα ποτάμια σχηματίζονται αργότερα, δηλ. δευτερογενώς. Απέδωσε την αλατότητα της θάλασσας στη γήινες ουσίες που ανασύρονται από τη Ηη και μεταφέρονται στη θάλασσα. Ο Αναξαγόρας (γύρω στο 500-428 π.Χ.) υποστήριξε στη «Μετεωρολογία» του: «Από την υγρασία της γης προέρχεται η θάλασσα, από τα νερά της γης και από τα ποτάμια που χύνονται στη θάλασσα.

Τα ποτάμια, με τη σειρά τους, οφείλουν την ύπαρξή τους στη βροχή και στα νερά μέσα στη γη, γιατί η Γη είναι κούφια και οι κοιλότητες γεμίζουν με νερό» (Αναξαγόρας, 59, 42, 4). Ο Αναξαγόρας λοιπόν αναγνώρισε πιθανώς παρατηρώντας τις εμφανείς καρστικές δομές του ελληνικού χώρου, όπως τα καρστικά σπήλαια και των διαφόρων μεγεθών καρστικά βυθίσματα, όπως οι ουβάλες, οι δολίνες ακόμα κι οι πόλγες, το γεγονός της υπόγειας αποθήκευσης και αντιλήφθηκε σωστά τη βροχή και την εισροή από το υπέδαφος ως απαρχή των ποταμών. Θεώρησε ότι όταν αυτές οι δεξαμενές είναι αρκετά μεγάλες, τα ποτάμια ρέουν αδιάκοπα, αν όχι, στεγνώνουν κατά διαστήματα. Ομοίως, ο Διογένης ο Απολλώνιος στην Κρήτη (περίπου 460-390 π.Χ.) περιέγραψε πώς το νερό εξατμίζεται από τη θάλασσα και επιστρέφει ως βροχή για να τροφοδοτήσει τα ποτάμια.

νερόΑν και ο Πλάτωνας περιέγραψε την έννοια της υπόγειας δεξαμενής στον «Φαίδωνα» με τον μυθικό Τάρταρο, περιγράφει σωστά την προέλευση των πηγών και των ποταμών στον μεταγενέστερο διάλογο στον «Κριτία»:

«… και ακόμα το νερό που έπεφτε κάθε χρόνο χάρη, το εμάζευε και δεν πήγαινε χαμένο καθώς γίνεται τώρα που τρέχει πάνω στην αχώματη Γη και πάει (όλο) στη θάλασσα. Με το να είχε τότε η Γη πολλά χώματα, το νερό μαζευόταν στο υπέδαφος και αποθηκευόταν εκεί μέσο της λάσπης που σκέπαζε την ΓΗ. Έτσι το νερό (της βροχής) το έπινε η Γη γιατί το άφηνε να τρέχη από τα ψηλώματα (στα χαμηλά μέρη) και να μαζεύεται στους λάκκους. Και σε όλα τα μέρη υπήρχαν πολλά και τρεχούμενα βρυσικά και ποταμίσια νερά, από τα οποία έχουν απομείνει ακόμη, εκεί που ήταν πριν οι βρύσες, ιερά σημάδια, για ν΄αποδείχνουν πως όσα λέγονται τώρα για αυτήν (την Αττική) είναι αληθινά». (Κριτίας 11, D, μτφ. Γ. Κορδάτος)
Η φιλοσοφική εξέλιξη που είχε ξεκινήσει με τον Θαλή τον Μιλήσιο έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο, στην καθολικότητα και την επιστημονική φύση των έργων του Αριστοτέλη.

Το έργο του «Μετεωρολογικά» είναι η παλαιότερη ολοκληρωμένη πραγματεία για ατμοσφαιρικά και υδρογραφικά θέματα. Σε αυτό, ο Αριστοτέλης ερμήνευσε και εξήγησε σε μεγάλο βαθμό σωστά την εξάτμιση, τη συμπύκνωση με τη μείωση της θερμοκρασίας, το σχηματισμό νεφών καθώς και την κατακρήμνιση της βροχής, του χιονιού, της δροσιάς και του παγετού. Ωστόσο, όπως πολλοί από τους προκατόχους του, ο Αριστοτέλης ερμήνευσε τη συμπύκνωση ως μετατροπή του στοιχείου αέρα στο στοιχείο νερό. Ο Αριστοτέλης είδε τη θάλασσα ουσιαστικά ως μια λεκάνη σε μικρότερο υψόμετρο στην οποία συγκεντρώνεται όλο το νερό που ρέει από τα ποτάμια από τις υψηλότερες περιοχές. Η αλατότητά του προέρχεται από χερσαίες ουσίες που εισέρχονται στη θάλασσα μέσω των ρευμάτων αέρα και των βροχοπτώσεων.

«… ο ήλιος προκαλεί την άνοδο της υγρασίας· αυτό είναι όμοιο με ό,τι συμβαίνει όταν το νερό ζεσταίνεται στη φωτιά» (Μετεωρολογικά, ΙΙ.2, 355α 15).

«Ο ατμός που ψύχεται, λόγω έλλειψης θερμότητας στην περιοχή όπου ευρίσκεται, συμπυκνώνεται και μετατρέπεται από αέριο σε νερό· και αφού δημιουργηθεί το νερό με αυτόν τον τρόπο, πέφτει κάτω πάλι προς τη γη. Η «αναθυμίαση» του νερού είναι ατμός και η συμπύκνωση του αέρα σε νερό είναι σύννεφο» (ibid., I.9, 346b 30).

Ο περιορισμένος χώρος δεν επιτρέπει την παράθεση δεκάδων παραπλήσιων εδαφίων.
Επειδή ζούμε στην δραματική «εποχή των επιθυμιών» για όλο και λιγότερους συνολικά, καλό θα ήταν να συνειδητοποιήσουμε τις ποσότητες του σχήματος που δείχνουν χαρακτηριστικά τις ποσότητες νερού που καλούμαστε να διαχειριστούμε. Στις εποχές της ανάγκης το νερό ήταν δωρεάν για την μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού. Με πρόσχημα το αυξημένο κόστος διαχείρισης σταδιακά η πολιτεία και ιδιαίτερα συγκεκριμένες φιλελεύθερες πολιτικές αποποιήθηκαν το κόστος μεταφοράς και παροχής σε όλον τον πληθυσμό με αποτέλεσμα τις τελευταίες δεκαετίες ο απαραίτητος για την ζωή (διατήρηση και υγιεινή) αλλά και την γεωργία αυτός πόρος, κοστολογήθηκε, με το κόστος του να αυξάνει όσο περνούν οι δεκαετίες. Επειδή ακριβώς το νερό στην καθημερινότητα βρίσκεται ανάμεσα στην «Σκύλλα» της ανάγκης και την “Χάρυβδη” της επιθυμίας εκτός του ότι θα πρέπει να έχουν προτεραιότητα τα προγράμματα βασικής εκπαίδευσης αλλά και η δια βίου παιδείας για την αναγκαιότητα προστασίας του μοναδικού αυτού στοιχείου, να γίνει κατανοητό στους πολίτες ότι όσο η διαχείριση αυτού του αγαθού είναι συνδεδεμένη με κόστος και κέρδος, τόσο θα αυξάνεται ο φόβος έλλειψης του σε συγκεκριμένες περιοχές.

Αντλήθηκαν στοιχεία, μεταφράστηκαν προσαρμόστηκαν και αναδιατάχθηκαν τμήματα κειμένων από:
https://martrans.academia.edu/DimitriosTheodorou Το ελληνικό τοπίο στο έργου του Goethe, Faust B΄
https://en.wikipedia.org/wiki/Alpine_orogeny#/media/File:Tectonic_map_Mediterranean_EN.svg
Garbrecht, G., Wasser: Vorrat, Bedarf und Nutzung in Geschichte und Gegenwart (Kulturgeschichte der Naturwissenschaften und der Technik) Rowohlt Taschenbuch Verlag, 1985, 279S.
https://www.itia.ntua.gr/el/docinfo/916/
Πλάτωνος «Κριτίας». Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια, Γ. Κορδάτος, Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος.
Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, G.S. Kirk, J.E. Raven, M.Schofield, μετάφραση Δημοσθένης Κουρτόβικ, 2006, ΜΙΕΤ (Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης)


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα