Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

Οι Χανιώτες που πολέμησαν τον “Αττίλα 2”

Μνήμες κυπριακού αγώνα

■ 49 χρόνια μετά οι πολεμιστές της ΕΛΔΥΚ θυμούνται τα γεγονότα της εποχής

Βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή, σε ένα από τα βασικά σημεία της επίθεσης του “Αττίλα 2” στις 14 Αυγούστου του 1974 στην Κύπρο! Στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ (Ελληνική Δύναμη Κύπρου) βορειοδυτικά της Λευκωσίας. Τα όσα έζησαν τους έχουν σημαδέψει και δεν μπορούν να τα ξεχάσουν παρόλο που έχουν περάσει 49χρόνια. Με τους Χανιώτες που έζησαν τον “Αττίλα 2” ξαναθυμόμαστε τα γεγονότα της εποχής…

«Το ίδιο βράδυ που κηρύχθηκε η ανακωχή, στις 22 Ιουλίου, δεχθήκαμε επίθεση!» θυμάται ο κ. Γιάννης Κοντουδάκης, συμπληρώνοντας πως το μεγαλύτερο μέρος της δύναμης της ΕΛΔΥΚ ήταν «οχυρωμένο μέσα στο στρατόπεδο της ΕΛΚΔΥΚ και στις γύρω περιοχές».
Ο ολμιστής κ. Σήφης Καπασάκης στον πρώτο “Αττίλα” ήταν ταγμένος μέσα από το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ με τους όλμους να βάλουν προς το Κιόνελι, τον τουρκικό θύλακα. «Στις 22 Ιουλίου υποτίθεται ότι έγινε εκεχειρία. Εμείς με τους όλμους πήγαμε σε ένα ύψωμα δυτικά από τη σχολή “Γρηγορίου” (Grammar School). Προς το ύψωμα αυτό εκείνη τη νύχτα εμφανίστηκε ένας μεγάλος αριθμός στρατιωτών μέσα στη νύχτα, φώναξαν οι σκοποί “Αλτ τις ει” και απαντούν αυτοί “Έλα ρε δικός σας είμαι…” αλλά ο Αρώνης, ο διοικητής του 6ου λόχου κατάλαβε από την προφορά ότι δεν ήταν δικοί μας και διέταξε “πυρ”! Εμάς στους όλμους μας διέταξαν να ρίξουμε φωτιστικά βλήματα και έτσι κάναμε, φωτίστηκε ο τόπος, έβλεπαν που έριχναν οι δικοί μας και τους προξένησαν τεράστιες απώλειες».

Μέσα στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ ήταν ταγμένος ο Ισίδωρος Βογιατζής. «Εγώ ήμουν στα μαγειρεία με ένα 30αρι πολυβόλο. Ήταν τόσες οι απώλειες τους που τους μάζευαν με φορτωτές την επόμενη ημέρα. Στην ανακωχή οι Τούρκοι κατέβαζαν συνέχεια στρατό και γίνονταν αψιμαχίες» αφηγείται, ενώ ο κ. Σήφης Καπασάκης προσθέτει πως «το διάστημα αυτό και ενώ οι Τούρκοι έφερναν συνέχεια στρατό, πήραμε διαταγή να τους xτυπήσουμε, ετοιμάσαμε τους 6 όλμους στις “Καναδέζες” (μικρά στρατιωτικά φορτηγά οχήματα) για να τους xτυπήσουμε, αλλά δόθηκε εντολή ανάκλησης, δεν ξέρω γιατί και πώς. Την ανακωχή οι Τούρκοι δεν την τήρησαν ποτέ, μόνο εμείς την τηρήσαμε».
«Τα βράδια ακούγαμε – τη διάρκεια της εκεχειρίας – συνέχεια μετακινήσεις στρατευμάτων, άρματα, μπετονιέρες να ρίχνουν τσιμέντο για να φτιάξουν πολυβολεία!» υπογραμμίζει ο κ. Κοντουδάκης.
Ποια είναι τα αισθήματα ενός απλού στρατιώτη που ξαφνικά αντιμετωπίζει τέτοιες καταστάσεις (ειδικά οι νέοι ΕΛΔΥΚάριοι που μόλις είχαν πατήσει το πόδι τους στην Κύπρο και δεν ήξεραν τίποτα για το νησί); ρωτάμε τους συνομιλητές μας. «Φόβος υπήρχε την πρώτη ημέρα του “Αττίλα”. Μετά παθαίνεις ανοσία, περιμένεις τον θάνατο, κάπου φοβάσαι, κάπου δεν φοβάσαι…» απαντάει ο Αλέκος Μιχαηλίδης.

ΟΙ ΔΙΚΟΙ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Βρισκόμενοι μέσα στη θύελλα του πολέμου οι Έλληνες στρατιώτες είχαν χάσει κάθε επαφή με την Ελλάδα. Οι δικοί τους δεν γνώριζαν αν είναι ζωντανοί, τραυματίες, νεκροί… «Εμένα στους δικούς μου είχαν στείλει χαρτί ότι είχα σκοτωθεί» δηλώνει ο κ. Ι. Βογιατζής, ενώ ο Σ. Καπασάκης λέει ότι «θα ήταν 23-24 Ιουλίου και έρχεται ένας αρχιλοχίας και μας λέει πως όποιος θέλει να στείλει τηλεγράφημα στους δικούς του μπορεί. Και αυτό έκανα».
«Ένα όνομα στείλαμε στους δικούς μας, τη διεύθυνση τους για να πάει το τηλεγράφημα και δύο λόγια ότι “είμαι καλά”. Μην φανταστείς ότι στείλαμε κάτι άλλο» σημειώνει ο Αλέκος Μιχαηλίδης, ενώ ο Γιάννης Κοντουδάκης θυμάται πως στην ανακωχή «υπήρχε ένας ασύρματος στα ουρητήρια, όπου πηγαίναμε δύο- δύο και μιλούσαμε με τους δικούς μας. Όταν ήταν η σειρά μου χτύπησε συναγερμός, γυρίσαμε στα χαρακώματα και δεν πρόλαβα να μιλήσω. Στο σπίτι μου μίλησα μετά από δύο μήνες από ένα τηλέφωνο με κέρματα στη Λευκωσία».

ΑΠΕΡΙΓΡΑΠΤΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ

Βρισκόμενοι στην πρώτη γραμμή οι άνδρες της ΕΛΔΥΚ δεν είχαν κανονική τροφοδοσία και οι συνθήκες γίνονταν πιο δύσκολες, καθώς τον Ιούλιο και τον Αύγουστο οι θερμοκρασίες των 45 βαθμών είναι καθημερινότητα για την Κύπρο. «Νερό παίρναμε από τις υδροφόρες, από εκεί γεμίζαμε τα παγούρια μας. Βέβαια η ζέστη ήταν αφόρητη, 45 βαθμούς στη σκιά, το νερό όπως και να ΄ταν, καλό ήταν. Τι ήθελες να μας έχουν και παγωμένο;» λέει ο κ. Καπασάκης, ενώ ο Α. Μιχαηλίδης εξηγεί πως «από την αλλαγή του κλίματος, γιατί μόλις είχαμε φτάσει από την Ελλάδα, από το γεγονός ότι τρώγαμε ό,τι βρίσκαμε είχαμε φοβερό πρόβλημα με διάρροιες, όλοι μας».
«Θυμάμαι πως πήγα μαζί με έναν συνάδελφο σε μια “Καναδέζα” κάτω από δέντρα και ανοίξαμε το βρυσάκι του νερού και βρέξαμε τα χείλια μας» λέει ο Γ. Κοντουδάκης.

ΜΑΧΕΣ

Στη διάρκεια της ανακωχής υπήρχε προετοιμασία για πιθανή νέα επίθεση από την τουρκική πλευρά. Η διμοιρία όλμων τάσσεται στον χώρο της σχολής “Γρηγορίου” (Grammar School) νοτιοανατολικά του στρατοπέδου της ΕΛΔΥΚ. «Εκεί ερχόταν ένας τύπος με ένα τρίκυκλο και πουλούσε σάντουιτς, κόκα κόλα παγωμένες και τρέχαμε να πάρουμε. Μας έλεγε ότι είχε δύο παιδιά και πολεμούσαν κι αυτά μαζί μας στον “Πενταδάκτυλο”, αλλά όπως αποδείχθηκε ήταν κατάσκοπος» αφηγείται ο κ. Καπασάκης, ενώ ο Κοντουδάκης προσθέτει πως «ήταν σίγουρα κατάσκοπος, Τουρκοκύπριος, και αυτός ερχόταν να παρατηρεί τις θέσεις μας».

Όταν οι διαπραγματεύσεις στη Γενεύη έπαυσαν στις 14 Αυγούστου, οι μαχητές της ΕΛΔΥΚ ήταν βέβαιοι για αυτά που θα επακολουθούσαν. Ενημερώνονταν για τα γεγονότα από μικρά φορητά ραδιόφωνα. «Τα χαράματα και ενώ ήμασταν στα χαρακώματα, ακούσαμε αεροπλάνα και ξεκινάει ένα σφυροκόπημα απίστευτο! Σαν το χαλάζι έπεφταν βόμβες από τα αεροπλάνα, βλήματα από το πυροβολικό και τους όλμους. Γύρω στις 10-11 το πρωί, δέχεται η ΕΛΔΥΚ μεγάλη επίθεση με πεζικό και άρματα, ρίχναμε εμείς όλμους να τους αντιμετωπίσουμε. Ανατολικά μας ήταν ο 2ος λόχος του λοχαγού Κωνσταντούλα, ο 4ος λόχος του λοχαγού Λούη και δυτικά προς τον Αγ. Γεώργιο μέρος του λόχου διοίκησης. Αυτή ήταν η γραμμή άμυνας και αυτούς καλύπταμε εμείς με τους όλμους και τα ΠΑΟ (αντιαρματικά). Μπορεί να ρίχναμε για πάνω από μια ώρα συνέχεια! Υποχώρησαν οι Τούρκοι. Eίχαμε 3 “Καναδέζες” γεμάτες πυρομαχικά των όλμων. Μας βομβάρδισαν και καταστράφηκαν οι δύο, προκλήθηκε χάος από τις εκρήξεις των όλμων. Οι επιθέσεις όλες των Τούρκων αποκρούστηκαν μέχρι και τις 16 Αυγούστου με μεγάλες απώλειες γι’ αυτούς. Στις 16 Αυγούστου όμως κατάφεραν να πλησιάσουν το στρατόπεδο και ο Π. Σταυρουλόπουλος, ο υποδιοικητής της ΕΛΔΥΚ, αναγκάστηκε στη 1 το μεσημέρι να διατάξει υποχώρηση και εκεί σκοτώθηκαν οι περισσότεροι της ΕΛΔΥΚ, περίπου 80 άτομα, ενώ τις προηγούμενες ημέρες δεν είχαμε πάνω από 4-5 νεκρούς. Αν είχε γίνει η απαγκίστρωση τη νύχτα από 15 προς 16, δεν θα είχαμε τόσες μεγάλες απώλειες. Στρατηγός δεν είμαι, αλλά αυτή είναι η άποψη μου. Επειδή λένε διάφοροι για τους αξιωματικούς κλπ. Οι δικοί μας αξιωματικοί δεν έφυγαν ποτέ από δίπλα μας και από πυρομαχικά δεν μείναμε ποτέ. Μπορεί να μας ανατίναξαν τις “Καναδέζες” γεμάτες με βλήματα όλμων, αλλά μέχρι το βράδυ μας είχαν φέρει άλλα πυρομαχικά. Ο Δημήτρης Κυρίτσης ο λοχαγός μας γύριζε στα χαρακώματα συνέχεια, ο υπολοχαγός Στέφανος Πίος διμοιρίτης μας παλικάρι και αυτός τραυματίσθηκε στις 22 Ιουλίου, πήγε στο Νοσοκομείο και γύρισε πίσω ενώ θα μπορούσε να φύγει! Έγιναν λάθη; Έγιναν! Έβαλαν στην πρώτη γραμμή τη διμοιρία μηχανικού που δεν ήταν γι’ αυτή τη δουλειά, άφησαν δύο λόχους μας μπροστά για δύο μερόνυχτα νηστικούς και διψασμένους, δεν αντικαταστάθηκαν, και την τελευταία ημέρα είχε κοπεί η επικοινωνία με τη διοίκηση της ΕΛΔΥΚ, ενώ το πυροβολικό μας δεν έριξε εκείνη την ημέρα καμία βολή! Έτσι μπόρεσαν οι Τούρκοι και πλησίασαν και κατέλαβαν το στρατόπεδο. Εκεί σκοτώθηκαν οι πολλοί της ΕΛΔΥΚ, εκεί στον ομαδικό τάφο θα είναι θαμμένοι και ο Παπαλάμπρου και ο Χαιρετάκης ο Χανιώτης και ο Γραμματικάκης από το Ηράκλειο και ο Γιαννακάκης και ο Τριανταφυλλίδης που τους αναγνώρισαν από το DNA πριν μερικά χρόνια. Για τους αιχμαλώτους μας, ποτέ ούτε ο ΟΗΕ, ούτε η Τουρκία μας είπαν που ήταν αυτοί οι άνθρωποι. Και ποιο ήταν το τέλος τους;» διερωτάται ο κ. Σ. Καπασάκης.
«Όταν υποχωρούσαμε, φορτώσαμε τραυματίες και νεκρούς πάνω στο φορτηγά. Εγώ και άλλος ένας στρατιώτης, ένας Καραμανλής, φύγαμε με τα πόδια και πήγαμε πιο πάνω που ήταν κάποιοι άνδρες των “Ηνωμένων Εθνών”, τους ζητήσαμε νερό και μας ξάμωσαν με τα όπλα και μας έκαναν νόημα να φύγουμε! Φύγαμε· πιο πάνω ήταν κάποιοι Κύπριοι του πυροβολικού και εκεί ήπιαμε νερό, όσο μπορούσαμε» υπογραμμίζει ο κ. Βογιατζής.

ΑΓΓΛΟΙ ΚΑΙ ΗΝΩΜΕΝΑ ΕΘΝΗ

Οι συνομιλητές μας είναι κάθετοι και δεν δέχονται κουβέντα σε ό,τι αφορά στον ρόλο των Βρετανών και των δυνάμεων των “Ηνωμένων Εθνών” στο νησί. «Όπου μας έβλεπαν οι ΟΗΕδες, μετά από λίγο μας χτυπούσαν οι Τούρκοι με πυροβολικό, με όλμους» υπογραμμίζει ο κ. Ι. Βογιατζής και ο Σ. Καπασάκης συμπληρώνει: «Κατά την άποψη μου οι πιο μεγάλοι εχθροί του Ελληνισμού είναι οι Άγγλοι. Αυτοί υποστήριζαν τους Τούρκους με κάθε τρόπο!». Οι υπόλοιποι δηλώνουν σίγουροι πως στα τουρκικά αεροπλάνα υπήρχαν και Άγγλοι πιλότοι. «Αυτοί ήταν που έκαναν τις βουτιές και χτυπούσαν κοντά, οι Τούρκοι δεν ήταν καλά εκπαιδευμένοι και έριχναν από ψηλά».
Έχοντας βιώσει τόσο έντονες στιγμές, οι παλιοί πολεμιστές αναφέρουν πως «κανείς δεν θέλει να βιώσει τέτοια πράγματα. Όμως κάναμε το καθήκον μας. Πιστεύουμε πως και τα παιδιά που είναι στο στρατό τώρα, ανάλογα θα πράξουν αν παραστεί ανάγκη».

Στην Αμμόχωστο

Στην Αμμόχωστο βρίσκονταν ο κ. Γιάννης Νταντινάκης στην 173 Μοίρα πυροβολικού της Εθνικής Φρουράς. Είχε ζήσει έντονα τα γεγονότα του πρώτου “Αττίλα” και τον χαμό του Χανιώτη διοικητή του Μανώλη Χατζηδάκη στις 22 Ιουλίου. «Στον πρώτο “Αττίλα” υποστηρίζαμε το πεζικό μας. Στον δεύτερο “Αττίλα” η δική μου πυροβολαρχία με πυροβόλα των 75 χιλιοστών ανέμενε την επίθεση των αρμάτων. Ωστόσο υποχώρησαν οι δυνάμεις του πεζικού και αναμέναμε οδηγίες για το τι θα κάνουμε. Τελικά ήλθε ένας Κύπριος ανθυπολοχαγός και μας είπε να “κοτσάρουμε” τα πυροβόλα και να φύγουμε προς Δερύνεια, γιατί κινδυνεύαμε να περικυκλωθούμε» λέει.

Η σημαία της ΤΟΥΡΚΔΥΚ

Στα χέρια του Μιχάλη Κουριδάκη βρίσκεται μια τουρκική σημαία. Ο ίδιος υπηρετούσε τότε στα άρματα της Εθνικής Φρουράς, όχι στην ΕΛΔΥΚ και μας λέει πως βρέθηκε στα χέρια του κατά τη διάρκεια του πρώτου “Αττίλα”. «Στον πρώτο “Αττίλα” ήμουν σε ένα Land Rover με ένα ίλαρχο και περνούσαμε μέσα από το στρατόπεδο της ΤΟΥΡΚΔΥΚ (Τουρκική Δύναμη Κύπρου) που το είχε καταλάβει η ΕΛΔΥΚ από την αρχή. Βλέπω μια σημαία τουρκική να κρέμεται στον ιστό! Του ζητώ να σταματήσουμε και ανεβαίνω στον ιστό, τραβάω τη σημαία και επειδή ήταν πολλές μέρες στον ήλιο σκίστηκε η μισή! Τραβάω και την άλλη μισή και την παίρνω μαζί μου. Μόλις το κατάλαβε ο ίλαρχος άρχισε να μου φωνάζει “τρελέ Κρητικέ, θα σκοτωθούμε”, αλλά εγώ την πήρα» θυμάται.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα