» Διαπιστώσεις έρευνας ΟΣΔΕΛ
Οι Έλληνες διάβασαν περισσότερο… την περίοδο της πανδημίας! Αυτό καταγράφει έρευνα του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης και Προστασίας Πνευματικών Δικαιωμάτων (ΟΣΔΕΛ).
Η έρευνα καταγράφει μια συστηματική διεύρυνση του αναγνωστικού κοινού, κυρίως εκείνου που διαβάζει λίγο και περιστασιακά, και μια εντατικοποίηση των συστηματικών αναγνωστών.
Στα συμπεράσματα της πολυσέλιδης έρευνα του ΟΣΔΕΛ επισημαίνεται πως «παρόλο που η έρευνά μας διενεργήθηκε την περίοδο της πανδημίας και οπωσδήποτε επηρέασε τα αποτελέσματά της η επίδραση της συγκυρίας, όλα τείνουν να μας πείσουν πως το περιθώριο του σφάλματος ως προς τα συμπεράσματά της είναι μικρό. Όλα μάλιστα μας ωθούν στο συμπέρασμα πως η προαναφερθείσα τάση θα συνεχιστεί καθώς, όπως είδαμε και γνωρίζουμε, η γενικευμένη χρήση του σχολείου από όλες τις κοινωνικές τάξεις ως εργαλείου της κοινωνικής τους αναπαραγωγής εξακολουθεί αμείωτη και θα συνεχίσει να παράγει τα δομικά της αποτελέσματα και στον χώρο του βιβλίου και της ανάγνωσης. »
Για τη διατήρηση και την αύξηση της τάσης αυτής ο ΟΣΔΕΛ δηλαδή για να διευρυνθεί η χρήση και η ένταση της ανάγνωσης στα μορφολογικά πολυπληθή μικροαστικά στρώματα τα οποία διαβάζουν λίγο και συγκυριακά, είτε, κυρίως, να επεκταθεί στα διάφορα τμήματα των λαϊκών τάξεων για τα οποία η ανάγνωση συνεχίζει να μην αποτελεί αναγνωρισμένη πρακτική–, «τότε είναι ανάγκη να εξάγουμε όλα τα δυνατά συμπεράσματα που απορρέουν από τα αποτελέσματα και τις αναλύσεις τους που έχουν προηγηθεί. Και η ικανοποίηση αυτής της ανάγκης δεν είναι μόνο κοινωνικά απαραίτητη και δίκαιη σε έναν κοινωνικό κόσμο που –ενώ παραμένει, όπως είδαμε, αναγκαία προϋπόθεση η κοινωνική ανάταξη– μιμείται όλο και περισσότερο ότι παρέχει σε όλους τα υλικά, τα συμβολικά ή ακόμη και τα πολιτικά αγαθά προκειμένου να διαφυλάξει για όλους τη δυνατότητα ικανοποίησης αυτής της ανάγκης, αλλά προσφέρει την πραγματική και νόμιμη κατοχή τους μόνο σε ορισμένους∙ η ικανοποίηση αυτής της ανάγκης είναι επίσης οικονομικά λυσιτελής και πολιτικά εφικτή. Υπό αυτή την οπτική, οφείλουμε να συμπεράνουμε πως, αν προϊόντος του χρόνου παραμένουν ανισότητες και διαφοροποιήσεις στην αναγνωστική συμπεριφορά, αυτό οφείλεται στο γεγονός πως οι σιωπηλές συνθήκες πρόσβασης στην ανάγνωση –και ειδικότερα στην εντατική ανάγνωση–, και ακόμα περισσότερο στην ανάγνωση έργων της «επίσημης», κυρίαρχης κουλτούρας, δηλαδή η πρόωρη επαφή με αυτά τα έργα (η οποία είναι συνδεδεμένη με την υψηλή κοινωνική καταγωγή), καθώς και η σχολική εκπαίδευση και η διάρκειά της παραμένουν άνισα κατανεμημένες μεταξύ των κοινωνικών ομάδων. »
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Οι ερευνητές προχωρούν και σε μια σειρά από προτάσεις όπως:
• Έμφαση της εκπαίδευσης στο σχολείο σε ασκήσεις όπου η σκέψη και η έκφραση των παιδιών θα συνδυάζονται με τον τρόπο ανάγνωσης. Όσο μεγαλύτερο γλωσσικό πλούτο προσφέρει η εκπαιδευτική διαδικασία στα παιδιά τόσο περισσότερο αναπτύσσεται η δεξιότητα της κατανόησης των κειμένων και η ευχέρεια της γρήγορης ανάγνωσης.
• Η πρωτοβάθμια εκπαίδευση οφείλει να αξιοποιεί κάθε μέσο προκειμένου όλα τα παιδιά να αποκτούν από τους χώρους ανάγνωσης και τους χώρους του βιβλίου τις εμπειρίες εκείνες τις οποίες τα παιδιά των προνομιούχων τάξεων οφείλουν στην οικογένειά τους (ή υποκατάστατα αυτών των εμπειριών). Κάτι τέτοιο προϋποθέτει ότι θα παρέχονται στους διδάσκοντες όλα τα, θεσμικά και υλικά, που απαιτούνται για να έρθουν όλα τα παιδιά σε επαφή με τους χώρους του βιβλίου (συχνές οργανωμένες επισκέψεις σε βιβλιοθήκες και βιβλιοπωλεία, ταξίδια σε ιστορικές, σπουδαίες βιβλιοθήκες κ.λπ.).
• Δημιουργία ενός σώματος βοηθών των εκπαιδευτικών, σωστά αμειβόμενων και με προοπτικές καριέρας, οι οποίοι, έχοντας ειδική κατάρτιση, θα αναλάβουν να ασκούν τα παιδιά στην ανάγνωση (με την αναλογία βοηθού – μαθητών να είναι ένας προς δέκα).
• Οι κυρίαρχες μορφές με τις οποίες επιχειρείται να γίνει ελκυστική η ανάγνωση των βιβλίων από τις βιβλιοθήκες και τα μεγάλα βιβλιοπωλεία ανταποκρίνονται κατ’ αρχήν στις προσδοκίες και στις πολιτισμικές πρακτικές των μεσαίων στρωμάτων. Επίσης, οι «νέες» μορφές προώθησης των βιβλίων (χρήση οπτικοακουστικών μέσων, παρεμβάσεις θεσμικών παραγόντων σε σχετικές συζητήσεις κ.λπ.), με τις οποίες έχει εμπλουτιστεί σχετικά πρόσφατα η διάδοσή τους, προσανατολίζονται προς την ίδια κατεύθυνση. Με τους προαναφερθέντες τρόπους θα ενισχυθεί πιθανότατα η φιλαναγνωσία των μεσαίων τάξεων και των πιο μορφωμένων τμημάτων των μικροαστικών τάξεων, με αποτέλεσμα να διαβάζουν περισσότεροι άνθρωποι περισσότερα βιβλία, ωστόσο πρόκειται για κάτι πεπερασμένο.
• Όλες οι πολιτικές που στοχεύουν στη διάδοση της ανάγνωσης και, κατ’ επέκταση, έχουν επίγνωση της αξίας του πολιτισμού και της σχόλης που βασίζονται στη γραπτή επικοινωνία, καθώς και των ποικίλων ικανοτήτων που η γραπτή επικοινωνία απαιτεί, οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους, αφενός, ότι μια συστηματική σχέση με τον γραπτό πολιτισμό προϋποθέτει τη δεξιότητα της γρήγορης ανάγνωσης, μαζί με μια ολόκληρη σειρά από πολιτισμικές στάσεις που δεν είναι ποτέ «φυσικές» και αυτονόητες, και, αφετέρου, όλα τα γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν την κουλτούρα των κοινωνικών ομάδων που απέχουν περισσότερο από τον εγγράμματο πολιτισμό, για να τα εντάξει στη λογική της δράσης της.
Γιατί δεν διαβάζουν – τι προτιμούν οι αναγνώστες
• Στο σύνολο των ερωτηθέντων το 35% απαντά ότι δεν διαβάζει κανένα βιβλίο, οι 19 ένα με δύο βιβλία, οι 15 τρία με τέσσερα, οι 14 από 5 έως 9 βιβλία και 17 πάνω από 10 βιβλία.
• Ως βασική αιτία για τη μη ανάγνωση οι ερωτηθέντες απαντούν πως είναι η έλλειψη χρόνου (51), ότι δεν τους αρέσει το διάβασμα (22),ότι δεν έχουν βρει κάτι ενδιαφέρον (16), πρόβλημα υγείας (13) και δεν ξέρουν να διαβάζουν (1).
• Η μεγάλη πλειοψηφία όσων διαβάζουν λένε ότι προτιμούν ελληνική λογοτεχνία, ακολουθεί η ξένη λογοτεχνία, η ιστορία, η αστυνομική λογοτεχνία, η ψυχολογία, οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες, η αυτοβελτίωση, το ευ ζην, η θρησκεία, οι αρχαίοι συγγραφείς, η πολιτική κα.
• Για την ενημέρωση για την αγορά ενός βιβλίου οι περισσότεροι ακούν την άποψη φίλων και γνωστών, ακολουθούν αυτοί που επισκέπτονται βιβλιοπωλεία, εκείνοι που ενημερώθηκαν από άρθρα και αφιερώματα σε εφημερίδες και περιοδικά, από επισκέψεις στο διαδίκτυο, από εκθέσεις βιβλίων κα.
•Για τα κριτήρια επιλογής του βιβλίου βασικό είναι το θέμα του και ακολουθούν ο συγγραφέας, η περίληψη στο οπισθόφυλλο, οι κριτικές, οι βραβεύσεις, η σύσταση φίλου/ γνωστού, η προσφορά του, η μεγάλη κυκλοφορία, η τιμή του, η σύσταση βιβλιοπώλη κα.