Κύριε διευθυντά,
άνθρωποι με γοργό βήμα περνοδιαβαίνουν στους δρόμους της πόλης, σα σμάρι ατέλειωτο, με ρυθμό που είναι για όλους ο ίδιος και η αιτία κοινή για όλους. Το μεροδούλι.
Άντρες και γυναίκες τρέχουν και αγωνίζονται σχεδόν παντού μαζί, και τα επαγγέλματα έχουν γίνει και αυτά σχεδόν όλα κοινά για όλους. Γυναίκες αθλητές που κάνουν αγώνες στον στίβο της ζωής και έχουν κοινό με τους άντρες το πεδίο δράσης. Γυναίκες που τρέχουν ασταμάτητα για να προλάβουν τις τόσες υποχρεώσεις και τις τόσες νέες δραστηριότητες που έχουν. Ο χρόνος τις πιέζει ασφυκτικά, γιατί δεν φτάνει για τις νέες ενασχολήσεις τους πέρα – δώθε που όλες τις θεωρούν χρέος και τις αισθάνονται ως επιταγή καθήκοντος. Σήμερα οι γυναίκες έχουν ένα τρόπο ζωής αλλιώτικο, αναζητούν κάτι καινούριο και βάζουν άλλους στόχους. Σχεδιάζουν, ονειρεύονται και έχουν νέες επιδιώξεις, ελπίζοντας πως τώρα θα κατακτήσουν τη δόξα και θα κερδίσουν τον έπαινο. Γυναίκες δυναμικές που θέλουν να κάμουν κίνημα και επανάσταση στα καθορισμένα, για να βρουν τη “λύτρωση” και την “απελευθέρωσή” τους. Αγωνίζονται για την ισότητα των δύο φύλων γενικά και δίνουν την εντύπωση ότι αποκηρύσσουν στοιχεία που συμβάλλουν στη γυναικεία φύση, ως να αγνοούν τη φυσική τους σύνθεση και τη γυναικεία τους υπόσταση.
Είναι γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις παρασύρονται από το ρεύμα των λεγόμενων σύγχρονων ιδεών, διότι κάποιοι επιχειρούν τον αποπροσανατολισμό τους από τις ιδιαίτερες αξίες και τα ιδανικά τους. Οι σημερινές γυναίκες προσπαθούν να κάμουν την υπέρβαση, βαδίζοντας στο άγνωστο με την ελπίδα να βρουν πρωτόγνωρες κρυμμένες χαρές να τις περιμένουν. Για τον αγώνα τους αυτόν δοκιμάζουν κατ’ αρχήν μια άρρητη ικανοποίηση και ένα άρωμα αισιοδοξίας τις διαπερνά. Η ζωηρή τους τάση και η εσωτερική τους παρόρμηση είναι τόσο μεγάλη που δεν αφήνει περιθώρια να σκεφτούν μια πιθανή αποτυχία. Το χρέος τους στην αγάπη, τη φιλία και στο κοινωνικό ενδιαφέρον φαντάζει σαν να έχει χάσει την αίγλη του, σα να υστερεί και σαν να έχει επισκιασθεί από το πάθος τους για μια καινούρια πορεία στη ζωή.
Οι αρετές τους που συντελούν στη βελτίωση των όρων της κοινωνικής συμβίωσης χαρίζονται και θυσιάζονται στον βωμό του ανταγωνισμού και της εξομοίωσής τους με το αντρικό φύλλο. Έχει γίνει συρμός και είναι μόδα ξενόφερτη, που προωθεί η ενωμένη Ευρώπη και η παγκοσμιοποίηση, να σύρεται η γυναίκα πίσω από τον άντρα και να παλεύει μόνη της χωρίς στήριξη, ταπεινωμένη και ξαρμάτωτη, ώστε να δίνει μάχες αφύσικες ως μητέρα και ως σύζυγός και να μην έχει στενή συνεργασία και αρμονική σχέση με τα μέλη της οικογένειάς της.
Τα εισαγόμενα ήθη και έθιμα επιβάλλουν τους δικούς τους κανόνες και τη μετακίνηση της γυναίκας από το δικό της κύριο έργο, να επιδιώξει άλλο τρόπο ζωής με διαφορετικό έργο. Η αφέντρα της Ελληνικής οικογένειας απομακρύνεται σιγά – σιγά από τα καθιερωμένα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις της και ακολουθεί μια άλλη τακτική, βασισμένη σε άτομα με άλλη διαφορετική με τη δική της ηθική συγκρότηση. Το πατριαρχικό σύστημα της κοινωνικής οργάνωσης που υπήρχε στην Ελλάδα πάει να εκλείψει και να αντικατασταθεί από τη μητριαρχία που προβάλλεται ως ο σύγχρονος και φιλοσοφικός τρόπος ενέργειας από άλλες ξένες σε εμάς κοινωνίες που το έχουν καθιερώσει.
Η ισότητα που σήμερα ρεκλαμάρεται και διαφημίζεται στις Ελληνίδες, ξεπερνά τους φυσικούς νόμους και είναι ασυμβίβαστη με τις ηθικές και άδολες υποχρεώσεις τους. Η εξομοίωση της γυναίκας με τον άντρα σε όλους τους τομείς εγκυμονεί κινδύνους και φέρνει αποτυχίες. Ο Δημιουργός καθόρισε τα προνόμια της γυναίκας που είναι απαραβίαστα σε μια κοινωνία ανθρώπων όπου βασιλεύει η συνεργασία και η αγάπη. Το ξεστράτισμα από τα φυσικά της καθήκοντα, τα καθήκοντα που πρέπει να έχει ως μητέρα και ως σύζυγος, από τον ρόλο της και τον προορισμό της έχει καταστροφικά αποτελέσματα για την ίδια και για την κοινωνία, γιατί σ’ αυτήν βρίσκονται οι ρίζες της φιλίας, της αγάπης και της χαράς και η συμμετοχή της για την επικράτηση αυτών των αρχών είναι καθοριστική. Ο μεγαλύτερος έπαινος και η δόξα που θα μπορούσε να πάρει είναι η ανταπόκρισή της ως πιστός σύντροφος, ως καλός συνεργάτης, ως σύνδεσμος για την επικράτηση των καλών σχέσεων στην κοινωνία, ως συνάνθρωπος και ως βοηθός του Υψίστου στη γη για τη δημιουργία της ζωής.
Με τις νέες όμως δραστηριότητες που έχει αναπτύξει η Ελληνίδα διαπιστώνεται ότι στον τόπο μας έχουν εισδύσει νέα έθιμα. Έθιμα που δεν έχουν σχέση με εκείνη την Ελληνίδα που ύφαινε την προίκα της κόρης της στον αργαλειό, που ζύμωνε και έψηνε το ψωμί της οικογένειας με τα χέρια της, που έπλεκε στην αποσπερίδα κάλτσες και ρούχα που τα φορούσαν οι άντρες τους και τα παιδιά τους, αλλά και για να στείλουν στους στρατιώτες όταν πολεμούσαν στα χιόνια για την τιμή και τη λευτεριά της Πατρίδας. Η γυναίκα που κάθιζε δίπλα στον άντρα της για να μοιραστούν τις χαρές και τις λύπες, που του έδινε δύναμη και κουράγιο στις δυσκολίες με τα καλά της λόγια και με τα έργα της. Εκείνη που μεγάλωνε τα παιδιά της με τα χάδια της και με τις ορμήνιες της που ήταν συνέχεια κοντά τους για να τα προστατεύσει, να παρέμβει όταν χρειαστεί και να τα κρατήσει αλάβωτα στις κακοτοπιές, με τις συμβουλές και την αγάπη της.
Ήταν το άγρυπνο μάτι για όλα τα μέλη της οικογένειας, που κάτω από αυτό ζούσε ήσυχος ο σύντροφός της και μπορούσε να παλεύει απερίσπαστος και δυνατός έξω από το σπίτι για να εξασφαλίσει τα απαραίτητα αγαθά. Ήταν το σημείο αναφοράς με τις πολλές αρμοδιότητες που σ’ αυτό απευθυνόταν τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Ήταν η γλυκιά φωνή που ημέρευε τους άλλους με τα καλά της λόγια, η ανιδιοτελής που έδειχνε αυτοθυσία και αυταπάρνηση στις δύσκολες στιγμές.
Το πρότυπο του ήθους και της αρετής της γυναίκας εκείνης σήμερα θεωρείται ξεπερασμένο. Το σύστημα που κυβερνά τον κόσμο, το αποκηρύσσει. Την παρηγοριά, το κουράγιο, την αρετή, την αυτοθυσία και την αυταπάρνηση την ονομάζει φυλακή και σκλαβιά και υποκινεί την Ελληνίδα να αλλάξει τη ρότα και την πορεία της ζωής της για να “λυτρωθεί” και να “απελευθερωθεί”. Δεν θεωρεί αυτό το έργο και τις προθέσεις της εκείνες ιερές. Δεν θέλει να είναι το άγρυπνο μάτι που τα βλέπει και τα προλαβαίνει όλα, να μην είναι το καταφύγιο της παρηγοριάς και της γαλήνης. Το σύστημα τη θέλει απομονωμένη και ανεξάρτητη, τη θέλει να είναι χωρίς στήριγμα, να μην έχει ιδανικά και να μη δίνει ούτε να παίρνει αγάπη, τη θέλει αφιονισμένη και φανατισμένη με “προοδευτικές” ιδέες του καιρού μας, να σταλάζει στην ψυχή της το μίσος και να απομακρυνθεί από τις μεγάλες απέθαντες και αθάνατες αξίες της ζωής. Το θαυμάσιο, θεσπέσιο και υπέροχο έργο της το επιτιμά και θέλει να το μετατρέψει και να το εξαργυρώσει, ως να μη γνωρίζει ότι η αξία του δεν αποτιμάται με το χρήμα ή με οποιαδήποτε άλλη υλική αμοιβή.
Τα καθήκοντά της είναι τέλεια, δίνουν φως και χαρίζουν τη χαρά και την πραότητα σε όλους. Η Ελληνίδα γυναίκα χωρίς να έχει ενημέρωση από κανένα επίσημο φορέα για ό,τι σχεδιάζουν οι εξουσιαστές των Εθνών γι’ αυτήν, θα θέσει στο περιθώριο όλα όσα της υποδεικνύουν και δεν θα δώσει τελικά σημασία στις συμβουλές και τις προτροπές τους. Ο Θεός της δίνει τη δύναμη που χρειάζεται για να γνωρίζει το έργο που της έχει αναθέσει. Ήταν και θα παραμείνει η ηλιοστάλακτη ύπαρξη και η θεραπαινίς για την οικογένεια και την κοινωνία, γιατί αυτό θα της γεμίζει τη ψυχή στο διηνεκές. Έχει τη φώτιση και τη βοήθεια ενός ανεκτίμητου λίθου που ο Θεός έκλεισε στην παλάμη του. Έχει μια άγκυρα που την κρατάει και δεν θα την αφήσει να παρασυρθεί και να παραστρατήσει. Έχει τη βοήθεια εκείνης που δέεται αδιάλειπτα γι’ αυτήν και η μεσιτεία της που είναι μοναδική μεσιτεία δεήσεως δεν θα την αφήσει να χάσει τον δρόμο που διδάσκονται οι μεγάλες αλήθειες που προσεγγίζονται με τις αισθήσεις της ψυχής και του πνεύματος. Και θα συνεχίσει να πέφτει φως στο νου της γιατί πάντα υπάρχουν Ελληνίδες που αγωνίζονται σε όλη τους τη ζωή να “κλέψουν” λίγο από το ασύλληπτο μεγαλείο αυτού του ανεκτίμητου λίθου της μυριαγαπημένης μάνας όλων των Ελλήνων, γυναίκες που θα αγωνίζονται και θα στέλνουν ύμνο διαλεχτό στην Υπερμάχο τους Κεχαριτωμένη για να μη χάσουν και να μην αλλάξουν ποτέ τη σεπτή μας παράδοση.
Σ’ αυτό τον τόπο ζούνε μεγάλες κι ελεύθερες ψυχές. Είμαστε οι απόγονοι των Μεγάλων που δεν παραδίδουν τους ατίμητους θησαυρούς που έχουν κληρονομήσει με ευτελή ανταλλάγματα. Είμαστε εκείνοι που θέλουν κάτι ανώτερο. Θέλουμε να φθάσουμε ψηλότερα με τον τρόπο που οι βουλές του Θεού μας ορίζουν. Θέλουμε να ρίχνουμε φως στο σκοτάδι και να δημιουργούμε τις προϋποθέσεις εκείνες που θα βοηθήσουν την ελληνική κοινωνία και όλες τις κοινωνίες του κόσμου να φθάσουν ψηλότερα και να αγωνίζονται για μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Η Ελληνίδα έχει τη δική της ξεχωριστή αντίληψη, τις δικές της ιδέες και μια ακατανίκητη αγάπη τη γιγαντώνει και ένα όραμα τη διεγείρει, την εμπνέει και την οιστρηλατεί, ώστε να μπορεί να συνεχίζει κατά που μας έμαθαν οι γιαγιάδες και οι παππούδες μας. Να μην παραδώσουμε ποτέ τα όσια και τα ιερά μας και να δίνουμε τις κατευθυντήριες γραμμές προς την ανάπτυξη και την πρόοδο και στους άλλους λαούς. Αυτή είναι η ευθύνη που έχει η κάθε Ελληνίδα και ο κάθε Έλληνας. Οι παρακάτω στίχοι του ποιητή μας, εκφράζουν το μήνυμα που στέλνουμε:
«Κι αν είναι πλήθη τ’ άσχημα
κι αν είναι τ’ άδεια αφέντες
φτάνεις εσύ, εγώ φτάνω, φτάνει μια λέξη μια ψυχή
να δώσει νόημα στων πολλών την ύπαρξη».
Δημήτρης Παυλάκης,
π. ανώτερος υπάλληλος
και συνδικαλιστής
Σ’ αυτό το κείμενο μια βαθιά υπόκλιση..
Εις πολλά έτη στον γράφοντα..
Γ.Δ.Παυλάκης
Παιδαγωγός-Θεολόγος
MSc Βυζαντινής Moυσικολογίας ΑΠΘ
Mεταπτυχιακός φοιτητής Iατρικής Δεοντολογίας και Βιοηθικής
Προπτυχιακός φοιτητής Ιστορίας Εθνολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας ΔΠΘ