Παρακολουθώ ενεργά τη ζωή αυτής της πόλης εδώ και κάµποσες δεκαετίες, είτε ως πολίτης, είτε ως υπάλληλος µιας νευραλγικής Υπηρεσίας, είτε από κάποιες δηµόσιες θέσεις, γεγονός που φαίνεται να ενοχλεί κάποιους.
Έζησα στιγµές κατά τις οποίες πάρθηκαν σηµαντικές αποφάσεις για το µέλλον της, πολλές από τις οποίες δεν εφαρµόστηκαν, εξακολουθούν όµως να υπάρχουν. ∆εν µπόρεσαν-ευτυχώς-να εφαρµόσουν το σχέδιο ∆οξιάδη, έτσι σε λιγότερα από δέκα χρόνια προχώρησαν στο χαρακτηρισµό της παλιάς πόλης σε ιστορικό, διατηρητέο µνηµείο, χωρίς όµως µέχρι σήµερα να έχουν καταργήσει το καταστροφικό νέο ρυµοτοµικό σχέδιο. Το 1977 !!! αποφάσισαν να συµµαζέψουν την κατάσταση στην παλιά πόλη και έφεραν τους Ρωµανό-Καλλιγά να κάνουν µια σχετική µε την ανάδειξή της µελέτη. Και έκαναν µια εξαιρετική µελέτη, που αν είχε εφαρµοστεί η κατάσταση θα ήταν αλλιώς. Έφεραν και τους Α. Τρίτση και Θ. Αργυρόπουλο για µια µελέτη του «Ενετικού Λιµένα», ολοκληρώθηκε και έκτοτε παραµένει στο ράφι.
Με την ίδρυση του Πολυτεχνείου Κρήτης αποφασίστηκε η σύνδεσή του µε την παλιά πόλη µε την αξιοποίηση κάποιων µνηµειακών κτηρίων µέχρι να κτιστούν τα νέα στις τεράστιες εκτάσεις στο Ακρωτήρι. Οι σοφές πρώτες διοικήσεις των Π. Θεοχάρη και Θ. Αργυρόπουλου, προχωρούσαν σε ένα σχέδιο σύνδεσης του Πολυτεχνείου µε την πόλη, παράλληλα µε τη λειτουργία των νέων κτηρίων στο Ακρωτήρι. ΄Όµως κάποιοι άλλοι σχεδίαζαν την εσπευσµένη µετακίνηση και την προχώρησαν ήδη από το 1994.
Στο επίσηµο αίτηµα του ΥΠΠΟ για παραχώρηση του κτηρίου της Μεραρχίας προκειµένου να στεγάσει ένα µεγάλο Βυζαντινό και Νεότερο Μουσείο µε έµφαση στους χρόνους της Κρητικής Πολιτείας η απάντηση ήταν αρνητική, αν και η υπόδειξη είχε γίνει από τον αρµόδιο αντιπρύτανη κ. Σίσκο. Το ίδιο αρνητική ήταν και στο αίτηµα για στέγαση του Αρχαιολογικού Μουσείου.
Τα κτήρια παρέµειναν σε εγκατάλειψη µέχρι που η παράνοµη κατάληψη από τη Rosa Nera «έδωσε τη λύση» χωρίς να ανοίξει ρουθούνι. Έτσι ένα δηµόσιο κτήριο-µέχρι πρόσφατα τρία-περιήλθε παράνοµα σε ιδιώτες που ασκούν µε δαπάνες του ∆ηµοσίου την πολιτική τους δράση. Το Πολυτεχνείο ουσιαστικά δεν αντέδρασε όλα αυτά τα χρόνια διαπράττοντας σοβαρό ποινικό αδίκηµα, για το οποίο δεν έχει υπάρξει µέχρι στιγµής αυτεπάγγελτη παρέµβαση. Αν τα κτήρια είχαν παραχωρηθεί στο ΥΠΠΟ θα ήταν διαφορετική η χρήση του χώρου µε ένα µεγάλο µουσείο, στο πιο επισκέψιµο σηµείο της πόλης µε µια πλατεία ελεύθερη για πολίτες και επισκέπτες και µε σηµαντικά έσοδα για το Πολυτεχνείο, το οποίο σήµερα την παραχωρεί δωρεάν στον ιδιώτη (δεν περιλαµβάνεται χωριστά στη σύµβαση).
Η εγκατάλειψη των κτηρίων από το Πολυτεχνείο, άρχισε το 1994 µε τη σπουδή ορισµένων να µεταφερθούν άρον-άρον στο Ακρωτήρι, µια πρώτη µετάλλαξη των σχεδίων προηγούµενων πρυτανικών αρχών για σύνδεση του ιδρύµατος µε τη ζωή της πόλης και ιδίως της παλιάς, όπως έγινε µε άλλες πόλεις και για κτήρια µικρότερης ιστορικής σηµασίας. Και ενώ περίµενε κανείς να γίνει µια συζήτηση µε το ∆ήµο και άλλους φορείς της πόλης για µα νέα χρήση χωρίς ζηµιά για το Πολυτεχνείο, κάποιοι «εν κρυπτώ και παραβύστω» πήραν την πρωτοφανή απόφαση να τα ενοικιάσουν σε µια ξένη εταιρεία και να τα µετατρέψουν σε ξενοδοχεία πολυτελείας, λες και η παλιά πόλη είχε ανάγκη από άλλα ξενοδοχεία και µάλιστα στο πιο ευαίσθητο σηµείο της. Οι όροι της ενοικίασης είναι ληστρικοί σε βάρος του Πολυτεχνείου, αφού το κόστος αποκατάστασης της Μεραρχίας είναι πολύ χαµηλότερο από αυτό που παρουσιάζουν οι «επενδυτές», όπως φάνηκε από τον προϋπολογισµό και το τελικό κόστος ανάθεσης του έργου, που εµποδίστηκε από τη Rosa Nera!!!, το ενοίκιο χαµηλό για το µέγεθος τη θέση, την ιστορικότητα και τη µορφή των κτηρίων, ενώ η πλατεία στο καλύτερο σηµείο της πόλης, που µπορεί να αποφέρει σηµαντικά έσοδα, δεν αναφέρεται καθόλου. Να σηµειωθεί ότι οι ίδιοι που προχώρησαν στο ανοσιούργηµα αυτό, είχαν επαναστατήσει πριν από µερικά χρόνια για την πολύ πιο ήπια επέµβαση στον αύλειο χώρο του µικρότερης σηµασίας κτηρίου της Γαλλικής Σχολής.
Το περίεργο είναι ότι αντιδράσεις από την ακαδηµαϊκή κοινότητα και ιδίως από την Αρχιτεκτονική Σχολή δεν υπήρξαν, παρά µόνο κάποιες υπόκωφες φωνές σε ιδιωτικό επίπεδο, λες και οι µελέτες που ανατίθενται σωρηδόν κλείνουν κάποια στόµατα. Είναι πρωτοφανής µια τέτοια συµπεριφορά της ακαδηµαϊκής κοινότητας σε ένα επιχειρούµενο έγκληµα. Τα κτήρια δεν αποκτήθηκαν µε ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους από το ανώτατο ίδρυµα για στυγνή οικονοµική εκµετάλλευση, κάτι που θα µπορούσε να γίνει στις απέραντες εκτάσεις απέναντι από το χώρο που είναι κτισµένο το Πολυτεχνείο, ή σε άλλες εκτάσεις στην περιοχή της Κισάµου, ή ακόµη και στο διατηρητέο κτήριο της Γαλλικής Σχολής, εφόσον οι ανάγκες για οικονοµική στήριξη µε ίδιους πόρους του Πολυτεχνείου είναι τόσο µεγάλες.
Τα κτήρια του παλιού ∆ιοικητηρίου της Κρητικής Πολιτείας, των Οθωµανικών Στρατώνων και των Οθωµανικών Φυλακών, το κατώτερο µέρος των οποίων είναι πύργος του Βενετσιάνικου τείχους, αποτελούν την κατάληξη ενός ιδιαίτερα σηµαντικού ιστορικού-αρχαιολογικού «πάρκου», που ξεκινά από τα Νεολιθικά Χρόνια και φτάνει µέχρι τις µέρες µας, µια µοναδική περίπτωση συνέχειας ενός οικισµού. Γιατί δεν είναι µόνο ιδιαίτερης σηµασίας ο µινωικός οικισµός, όπως εµφανίζεται, αλλά και το σχεδόν ακέραιο διατηρηµένο Βυζαντινό τείχος µε τις παλιότερες φάσεις και τις Βενετσιάνικες επεµβάσεις του, καθώς και το άριστα διατηρηµένο Οθωµανικό ∆ιοικητικό Κέντρο, ακόµη και η βάρβαρη καταστροφή από τους Γερµανικούς βοµβαρδισµούς. Υπάρχει λοιπόν µια διαχρονική συνέχεια στον ίδιο χώρο που δεν τη συναντάς πουθενά αλλού τουλάχιστον στον Ελληνικό χώρο.
Το Καστέλι προβλέπεται στη µελέτη Ρωµανού-Καλλιγά, που εγκαταλείφθηκε χωρίς κανένα λόγο-µια ακόµη Χανιώτικη µετάλλαξη-ως ένας σηµαντικός πόλος ανάπτυξης αυτής της πόλης, που έχει θεοποιήσει τον υπερτουρισµό σε βάρος των πάντων. Και αυτό από ένα Ανώτατο Ίδρυµα, από το οποίο θα περίµενε κάποιος τουλάχιστον συµµετοχή στην πνευµατική ανάπτυξη και συµβολή του στην επέκταση ενός Πολιτιστικού Κέντρου διεθνούς εµβέλιας µε την αξιοποίηση µιας σειράς µνηµείων. Να λέµε ευτυχώς που επέστρεψε το Μεγάλο Αρσενάλι στο ∆ήµο και δεν βλέπουµε ένα µεγάλο κέντρο διασκέδασης; Έχουν συνειδητοποιήσει πόση αξία θα είχε η αξιοποίηση των τριών κτηρίων και της πλατείας αν συνδεόταν µε τα υπόλοιπα που ήδη έχουν δροµολογηθεί;
Έχω προτείνει-και επιµένω-συγκεκριµένη χρήση για το κτήριο της Μεραρχίας: Στο ισόγειο µπορεί να φιλοξενηθεί µια µόνιµη έκθεση µε τα υπάρχοντα αντικείµενα του Ιστορικού Αρχείου Κρήτης µε έµφαση στην περίοδο της Κρητικής Πολιτείας, την οποία έχουµε «φτύσει», στην πρωτεύουσα του προσωρινού κράτους. Η πολύτιµη συλλογή του φωτογραφικού υλικού του ‘‘Χρυσόστοµου’’ είναι διαθέσιµη και µια διαχρονική παρουσίαση της πορείας της πόλης θα ήταν χρήσιµη και ιδιαίτερα επισκέψιµη. Το υπόλοιπο κτήριο θα µπορούσε να φιλοξενήσει το πολύτιµο υλικό του ΙΑΚ, που η αδικαιολόγητη µακροχρόνια αδιαφορία των δηµοτικών και άλλων αρχών επιτρέπει να φιλοξενείται σε σκουπιδοσακούλες και να πάρει την αξία του σαν ένα διεθνές Ίδρυµα Ιστορίας και Πολιτισµού.
Τα δυο άλλα µνηµεία µπορούν να συνδεθούν µε το ήδη σε λειτουργία Μεγάλο Αρσενάλι και τα υπόλοιπα µνηµεία (Πρώην Τελωνείο, Νεώρια) και µε τους φοιτητές του Πολυτεχνείου Κρήτης και να δηµιουργηθεί ένα πολιτιστικό κέντρο διεθνούς εµβέλειας, όπως είχαν σχεδιάσει οι πρώτες διοικήσεις του.
Είναι ντροπή να υπάρχουν τέτοιες µεταλλάξεις και τέτοια περιφρόνηση σε ιστορικές αποφάσεις του παρελθόντος σε µια πόλη που εξελίσσεται σιγά-σιγά σε ένα τέρας υπερτουρισµού και η πιο ήσυχη συνοικία της να µπαίνει και αυτή στην ίδια διαδικασία µε την ευθύνη ενός Ανώτατου Πνευµατικού Ιδρύµατος, παρά τις µακροχρόνιες προσπάθειες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και τις σαφείς αποφάσεις του ∆ήµου.