Με αφορµή την προσπάθεια της Περιφέρεια Κρήτης να εντάξει στο ‘‘Φεστιβάλ Κρήτης’’ δράσεις που είναι αφιερωµένες στις γυναίκες, αφιερώνω τις παρακάτω σκέψεις µε τον ίδιο τίτλο: ‘‘Οι γυναίκες συναντούν το Φεστιβάλ Κρήτης’’. Αξίζουν συγχαρητήρια στην αντιπεριφερειάρχη Πολιτισµού και Ισότητας και στην Περιφερειακή Επιτροπή Ισότητας (ΠΕΠΙΣ Κρήτης) για τις σηµαντικές δράσεις τους, κυρίως για την προβληµατική και τη στοχοθεσία τού Φεστιβάλ, όπως αναγράφονται στο φυλλάδιο. Να επισηµάνουµε ότι είναι ένα διαφορετικό Φεστιβάλ, µέσα στην µετάλλαξη των κρητικών πανηγυριών της εποχής, και θα µπορούσαµε να το χαρακτηρίσουµε ως µία ‘‘µυσταγωγία’’ και ένας ώριµος προβληµατισµός για το αύριο.
Φυσικά πίσω από τον ισχυρισµό να ξαναβρούµε τη γυναίκα του Μινωικού Πολιτισµού ή να «επανασυστήσει» (το φεστιβαλ) τη γυναίκα, ως σύµβολο δηµιουργικότητας, ενσυναίσθησης και αποφασιστικότητας, ίσως να κρύβεται κάτι παραπάνω και πιο ουσιαστικό που θα αξίζει να το αναζητήσουµε. Και ποιο είναι αυτό; Ο εχθρός της πατριαρχίας. Αυτός που δεν αποκαλύπτεται, αλλά αυτό-αποκαλύπτεται σιγά-σιγά και υποστηρίζεται ακόµη και σήµερα, ακόµη και από της καλύτερες µανάδες! Αντίθετα µε τη συνηθισµένη παρανόηση ότι η πατριαρχία χαρακτηρίζει όλους τους άντρες, η πατριαρχία είναι σχεδόν ο µοναδικός τρόπος µε τον οποίο τα αγόρια κοινωνικοποιούνται σήµερα, ιδιαίτερα στην Κρήτη, ώστε να γίνουν άντρες µε έµφαση ότι η ανδρική τους ταυτότητα εξαρτάται από την ικανότητά τους να κυριαρχούν επί των γυναικών, να ασκούν βία και να παραβιάζουν τη θεµελιώδη υπαρξιακή τους ακεραιότητα. ∆εν θα µπω σε λεπτοµέρειες τις οποίες κάθε καλόπιστος αναγνώστης µπορεί να αναζητήσει τόσο στην τοπική µας εφηµερίδα, όσο και στις υπόλοιπες της Κρήτης.
Να υπενθυµίσουµε ότι το φαινόµενο, απλώς έγινε αντιληπτό, µε τις πρώτες απαγορεύσεις κυκλοφορίας που επιβλήθηκαν για την προστασία του πληθυσµού την περίοδο της πανδηµίας (Covid-19) και η βία κατά των γυναικών και τα ποσοστά γυναικοκτονιών αυξήθηκαν σηµαντικά, τόσο στην Κρήτη και την Ελλάδα όσο και στον λεγόµενο «δυτικό κόσµο». ∆ιάβαζα πριν λίγο καιρό το βιβλίο της Bell Hooks ή Gloria Watkins (1952-2021) «The Will to Change: Men, Masculinity, and Love» (2004) [Η Θέληση για Αλλαγή: Άντρες, Αρρενωπότητα και Αγάπη], η οποία περιγράφει πολύ εύστοχα αυτήν την κοινωνία, σηµειώνοντας ότι «Τα αγόρια που καλούνται να εγκαταλείψουν τον αληθινό τους εαυτό προκειµένου να εκπληρώσουν το πατριαρχικό ιδεώδες, µαθαίνουν από νωρίς την αυτοπροδοσία και ανταµείβονται για αυτές τις πράξεις µε τη δολοφονία της ψυχής» (σελ. 139). Αυτό που συνήθως αποκαλούµε τοξική αρρενωπότητα –και δολοφονία της παιδικής ψυχής– θυµίζει τον ∆ηµήτρη Χόρν (1921-1998), ο οποίος «πούλησε την ψυχή του στο διάβολο για να γίνει νέος», και µάλιστα ένα αναστάσιµο βράδυ, σε µία από τις πολυαγαπηµένες ταινίες του ελληνικού κινηµατογράφου, µε τον τίτλο «Αλίµονο στους Νέους» (1961).
Εάν το αγόρι θυσιάσει την επιθυµία του να προσφέρει και να λάβει αγάπη, εάν αποκόψει την οργανική του σύνδεση µε το σώµα και τα συναισθήµατά του, και -κυρίως- εάν αντιµετωπίσει τις γυναίκες ως κατώτερα ανθρώπινα όντα, τότε υποτίθεται ότι θα αποκοµίσει κάθε είδους ανταµοιβή, όπως µία θέση στην κορυφή κάποιας ιεραρχικής οργάνωσης (ας το πούµε σχολική βία), χρήµατα, εξουσία ή σεξουαλική πρόσβαση σε όποια επιθυµεί. Ποιο είναι το πρόβληµα εδώ; Η πατριαρχία σπανίως τηρεί τις υποσχέσεις της. Εκτός από µία πολύ µικρή ελίτ αντρών, οι περισσότεροι πληρώνουν το ψυχικό τίµηµα και αποζηµιώνονται µε τη µιζέρια, την αποµόνωση και την αδυναµία να αγαπήσουν και να αγαπηθούν, αλλά να συνεχίζουν να χειραγωγούν «εις αεί» όχι µόνο τη γυναίκα, αλλά και ολόκληρο το οικογενειακό τους περιβάλλον.
∆εν τολµώ να προχωρήσω, αλλά θα µπορούσα να προτείνω την επόµενη φορά ή τουλάχιστον µέσα στις δράσεις, να προβληθεί και η πρόσφατη ελληνική κινηµατογραφική ταινία «Η ΦΟΝΙΣΣΑ», µε την Εύα Νάθενα, βασισµένη στο οµώνυµο έργο του Αλέξανδρου Παπαδιαµάντη (1912), η οποία σπρώχνει τη «φόνισσα» στα όρια του θρίλερ. Χρειάζεται ακόµη δρόµος µακρύς για την προώθηση της ισότητας των φύλων, την καταπολέµηση των έµφυλων στερεοτύπων και προκαταλήψεων και την ανάδειξη του σηµαντικού ιστορικού ρόλου των γυναικών στην πολιτιστική και κοινωνική ανάπτυξη, ιδιαίτερα στην Κρήτη.
Πάντα γεννιούνται όµορφες και καινοτόµες ιδέες. Άλλες δεν γνωστοποιούνται κι άλλες είναι µη υλοποιήσιµες και οδηγούν σε απροσδόκητα ή ανεπιθύµητα αποτελέσµατα, τα οποία αντιβαίνουν στο αρχικό τους περιεχόµενο. Ωστόσο, κρατάµε την ελπιδοφόρα προσδοκία του Φεστιβάλ ότι «όταν γίνει κατανοητή (η γυναικεία δύναµη) και συνειδητή, θα φέρει την αµοιβαία συνύπαρξη, τον αλληλοσεβασµό και τη λύτρωση!» (Γεωργία Μηλάκη, Αντιπεριφερειάρχης Πολιτισµού και Ισότητας της Περιφέρειας Κρήτης).
*Ο δρ Κωνσταντίνος Β. Ζορµπάς είναι γενικός διευθυντής της Ορθοδόξου Ακαδηµίας Κρήτης