Οι ηλικιωμένοι ασθενούν πιο σοβαρά από τον νέο κορονοϊό και πεθαίνουν επίσης συχνότερα από αυτόν, ωστόσο, όταν έχουν αναρρώσει από τη λοίμωξη, το ανοσοποιητικό τους σύστημα είναι εξίσου οπλισμένο με αυτό των νεότερων σε ηλικία, διαπιστώνει μια νέα έρευνα του Ιατρικού Πανεπιστημίου του Ίνσμπρουκ στην Αυστρία, που τα ευρήματά της επιτρέπουν επίσης να εξαχθούν συμπεράσματα για τη σχετικά καλή προστασία μέσω εμβολιασμών.
Η μελέτη από το Ιατρικό Πανεπιστήμιο του Ίνσμπρουκ υπό την καθοδήγηση του Ράινχαρντ Βιούρτσνερ, του Ινστιτούτου Υγιεινής και Ιατρικής Μικροβιολογίας , παρέχει τώρα απροσδόκητα ευρήματα σχετικά με την προστατευτική λειτουργία των ειδικών για τον SARS-CoV-2 αντισωμάτων σε ηλικιωμένους.
«Καταφέραμε να δείξουμε ότι οι ηλικιωμένοι που έχουν αναρρώσει από Covid-19 έχουν πολύ καλή ανοσολογική απόκριση που έχει ωριμάσει σημαντικά περισσότερο από έξι μήνες μετά από την μόλυνση, και δεν είναι χειρότερη από αυτή των νέων σε ηλικία ανθρώπων», αναφέρει ο ειδικός μικροβιολόγος Ράινχαρντ Βιούρτσνερ.
Ο επικεφαλής της μελέτης πραγματοποίησε την έρευνα με την ομάδα του και το Ινστιτούτο Ιολογίας του Πανεπιστημίου, έχοντας ως συνεργάτες, μεταξύ άλλων, τις γνωστές επιστήμονες Βεγκένε Μπορένα, Γιανίνε Κίμπελ και Ντοροτέ φον Λάερ.
Στη μελέτη τους, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν 217 δείγματα αίματος από το χειμερινό θέρετρο Ίσγκλ στο ομόσπονδο κρατίδιο του Τιρόλου που είχαν δοκιμαστεί θετικά στην πρώτη μελέτη αντισωμάτων.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα αντισώματα που σχηματίζονται μετά τη μόλυνση περνούν από μια διαδικασία ωρίμανσης και γενικά ισχύουν τα ακόλουθα: όσο περισσότερο πίσω βρίσκεται μια μόλυνση, τόσο υψηλότερη είναι η διαθεσιμότητα των αντισωμάτων, επειδή τα Β-λεμφοκύτταρα σχηματίζουν αντισώματα που προσαρμόζονται όλο και περισσότερο με ακρίβεια στο παθογόνο, δηλαδή σχηματίζουν αντισώματα με υψηλή αντοχή
Καθώς τα δεδομένα από πολλές μελέτες δείχνουν ότι οι άνδρες ασθενούν πιο σοβαρά από την Covid-19 και επίσης είναι πιο πιθανό να πεθάνουν από τη μόλυνση, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Ίνσμπρουκ ανέλυσαν επίσης εάν μπορούν να προσδιοριστούν οι διαφορές που σχετίζονται με το φύλο στην ικανότητα προστασίας των αντισωμάτων, με το αποτέλεσμα να δείχνει ότι η διαθεσιμότητα των αντισωμάτων, επτά έως οκτώ μήνες μετά τη μόλυνση, ήταν στο ίδιο επίπεδο και στα δύο φύλα.
Για τον Ράινχαρντ Βιούρτσνερ, η μελέτη επιτρέπει επίσης να εξαχθούν συμπεράσματα ως προς την σχετικά καλή προστασία εμβολιασμού των ηλικιωμένων, με τον ίδιο να τονίζει : “Νομίζω ότι τα αποτελέσματά μας εξηγούν επίσης τη δημιουργία λειτουργικά καλών αντισωμάτων σε ηλικιωμένους μετά τον εμβολιασμό. Πολλοί εμβολιασμοί είναι πολύ λιγότερο αποτελεσματικοί σε ηλικιωμένους, αλλά αυτό δεν ήταν ιδιαίτερα αισθητό στους εμβολιασμούς κατά του Covid-19”.