Ύμνος εις την Ελευθερίαν του Διονυσίου Σολωμού – στροφή 144:
«Η Διχόνοια που βαστάει
ένα σκήπτρο η δολερή,
καθενός χαμογελάει
παρ’ το λέγοντας κι εσύ…».
Φαίνεται πως οι Έλληνες στα δύσκολα παίρνουν “άριστα”, ενώ στα εύκολα δεν τα πηγαίνουν και τόσο καλά.
Ο ξεσηκωμός του 1821 είχε ένα μεγάλο “ρίσκο”, καμιά λογική δεν μπορούσε να σταθεί σ’ ένα ενδεχόμενο επιτυχίας τέτοιου εγχειρήματος. Κι όμως οι λογικές ανατράπηκαν και το θαύμα έγινε! Διακόσια χρόνια τώρα, το γένος των Ελλήνων αναπνέει τον αέρα της Ελευθερίας και έχει παρουσία στον κόσμο.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ηγετική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης, που έδρασε στην Πελοπόννησο και εξ’ αυτού του λόγου είναι γνωστός και ως “Γέρος του Μοριά”.
«Γεννήθηκε στα 1770, 3 Απριλίου, τη Δευτέρα της Λαμπρής… εις ένα βουνό, εις ένα δέντρο αποκάτω εις την παλαιάν Μεσσηνίαν, ονομαζόμενο Ραμοβούνι», όπως αναφέρει στα απομνημονεύματά του.
Η οικογένεια των Κολοκοτρωναίων από το 16ο αιώνα, που εμφανίζεται στο προσκήνιο της ιστορίας, βρίσκεται σε αδιάκοπο πόλεμο με τους Τούρκους.
Μονάχα από το 1762 έως το 1806, 70 Κολοκοτρωναίοι εξοντώθηκαν από τους κατακτητές.
Το 1806, κατά τη διάρκεια του μεγάλου διωγμού των κλεφτών από τους κατακτητές, κατόρθωσε να διασωθεί και να καταφύγει στη Ζάκυνθο, όπου κατατάχθηκε στον αγγλικό στρατό κι έφτασε μέχρι το βαθμό του Ταγματάρχη.
Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και στις αρχές του 1821 αποβιβάστηκε στη Μάνη για να λάβει μέρος στον επικείμενο Αγώνα.
Στις 23 Μαρτίου 1821 συμμετείχε στο υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη στρατιωτικό σώμα που κατέλαβε την Καλαμάτα, σηματοδοτώντας την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης.
Αμέσως μετά έβαλε σκοπό να καταλάβει την Τριπολιτσά, το διοικητικό κέντρο των Οθωμανών στο Μοριά, γιατί αλλιώτικα δεν θα μπορούσε να επικρατήσει η Επανάσταση, όπως πίστευε.
Η νίκη των Ελλήνων στο Βαλτέτσι (13 Μαΐου 1821) και η άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821) που οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στον Κολοκοτρώνη, τον επέβαλαν ως αρχηγό του επαναστατικού στρατού της Πελοποννήσου.
Στη μάχη των Δερβενακίων (26-28 Ιουλίου 1822) όπου καταστράφηκε ο στρατός του Δράμαλη αποδείχθηκε η στρατηγική του ιδιοφυΐα και η κυβέρνηση Κουντουριώτη τον διόρισε αρχιστράτηγο των επαναστατικών δυνάμεων.
Η ίδια όμως κυβέρνηση θα τον φυλακίσει στην Ύδρα κατά τη διάρκεια των εμφύλιων συρράξεων των ετών 1823 και 1824, όπου είχε πρωταγωνιστικό ρόλο.
Θα τον απελευθερώσει όμως το Μάιο του 1825, όταν ο Ιμπραήμ απειλούσε να καταστείλει την Επανάσταση και θα του αναθέσει εκ νέου την αρχιστρατηγία του Αγώνα. Ο ίδιος λέει: Όταν ήρθε ο Βασιλιάς στ’ Ανάπλι, σκόρπισα τους άντρες μου και τράβηξα στο περιβόλι μου να ησυχάσω…
Τη νύχτα της 7ης Σεπτεμβρίου 1833 τον συλλαμβάνουν στο περιβόλι που είχε αποτραβηχτεί και καλλιεργούσε έξω από το Ναύπλιο -χωρίς εκείνος να προβάλει αντίσταση- και τον οδηγούν στις φυλακές του Παλαμηδίου χωρίς να γνωρίζει το λόγο!
Παρέμεινε για 6μήνες, με άθλιες συνθήκες στη σκοτεινή φυλακή.
Το πλήρες κατηγορητήριο θα το μάθει στο δικαστήριο: Υποκίνησε, λέει, συνωμοσία «προς παράλυσιν της βασιλικής εξουσίας και εις προπαρασκευήν εμφυλίου πολέμου», ώστε «να καταργηθεί το καθεστώς πολίτευμα του έθνους».
Ώρα 11.00 το πρωί της 30ης Απριλίου 1834 η αίθουσα του δικαστηρίου είναι ασφυκτικά γεμάτη.
Ο πρόεδρος της έδρας Αναστάσιος Πολυζωίδης καλεί τον κατηγορούμενο να εγερθεί και να ορκιστί στο Ευαγγέλιο.
Πώς ονομάζεται; Πόθεν κατάγεσαι; Πόσων ετών είσαι; -δίδει τις απαντήσεις-.
Τι επάγγελμα κάνεις;
Κατηγορούμενος: Στρατιωτικός. Κρατάω 49 χρόνους στο χέρι το σουλτάδο (ντουφέκι) και πολεμώ για την Πατρίδα.
Το ακροατήριο ανατριχιάζει στα λόγια του Εθνικού Ήρωα. Αργότερα θα προσθέσει πως «Πολεμούσα νύχτα – μέρα για την Πατρίδα. Πεινούσα, διψούσα, δεν κοιμήθηκα μια ζωή. Είδα τους συγγενείς μου να πεθαίνουν, τ’ αδέρφια μου να τυραννιούνται και τα παιδιά μου να ξεψυχάνε μπροστά μου. Μα δε δείλιασα. Πίστευα πως ο Θεός είχε βάλει την υπογραφή του για τη λευτεριά μας και πως δεν θα την έπαιρνε πίσω».
Το δικαστήριο με ψήφους 3 έναντι 2 κρίνει τον Ήρωα ένοχο και τον καταδικάζει με την ποινή του θανάτου. Κάποιος από το ακροατήριο του φωνάζει: «Άδικα σε σκοτώνουν στρατηγέ».
«Γι’ αυτό λυπάσαι; Καλύτερα να με σκοτώνουν άδικα, παρά δίκαια», θα απαντήσει.
Τρεις ημέρες μετά τη δίκη, ο νεαρός Βασιλιάς Όθωνας δίδει εντολή να μετατραπεί η ποινή σε 20ετή φυλάκιση.
Κι όταν τον Μάιο του 1835 ο Όθων ενηλικιώθηκε, πρώτη πράξη που υπέγραψε ήταν η αποφυλάκιση του “Γέρου του Μοριά”.
Ένας επίσης από τους πιο γνωστούς και γενναίους ήρωες του 1821 ήταν αναμφίβολα ο Νικηταράς (Νικήτας Σταματελόπουλος) γνωστός και ως “Τουρκοφάγος”.
Τίμιος και ανιδιοτελής, από την αρχή ως το τέλος της Επανάστασης, βρισκόταν πάντα στην πρώτη γραμμή στο πλευρό του θείου του Κολοκοτρώνη, (η μητέρα του Νικηταρά ήταν αδελφή της γυναίκας του Κολοκοτρώνη).
Στη μάχη στα Δερβενάκια μάλιστα, η ορμητικότητά του ήταν τόσο μεγάλη που έσπασε τρία σπατιά, ενώ το τέταρτο κόλλησε στο χέρι του, καθώς έπαθε αγκύλωση και χρειάστηκε ιατρική βοήθεια για να το ανοίξει.
Σ’ αυτή τη μάχη του κόλλησαν το προσωνύμιο “Τουρκοφάγος” διότι όπως τον αντίκρισαν μέσα στα αίματα, έμοιαζε με σαρκοφάγο ζώο.
Όταν τελείωσε η μάχη, οι πολεμιστές άρχισαν να μοιράζουν τα λάφυρα. Αναζήτησαν τον στρατηγό τους το Νικηταρά. Αυτός είχε αποτραβηχτεί να ξεκουραστεί.
Τον ρώτησαν τι θέλει, κι αυτός τους είπε: Δεν θέλω τίποτα. Θέλω μόνο να δω την Πατρίδα μου λεύτερη.
Με το ζόρι του χάρισαν ένα άλογο μεγαλόσωμο κι ένα σπαθί.
Στις 18 Οκτωβρίου 1818, ενώ βρισκόταν στην Καλαμάτα μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία.
Στις 23 Μαρτίου 1821 μπήκε στην Καλαμάτα μαζί με άλλου στρατιωτικούς αρχηγού.
Πήρε μέρος σε όλες τις επιχειρήσεις για την κατάληψη της Τριπολιτσάς.
Διακρίθηκε στη Μάχη του Βαλτετσίου, ενώ στη μάχη των Δολιανών (18 Μαΐου 1821) ανέδειξε στο έπακρο τις στρατιωτικές του ικανότητες κατανικώντας τον στρατό του Κεχαγιάμπεη.
Ωστόσο μετά την απελευθέρωση άρχισαν οι περιπέτειές του. Συνελήφθη δύο φορές και το 1839 φυλακίστηκε μετά από κατηγορία για συμμετοχή σε συνωμοσία κατά του Βασιλιά Όθωνα. Τα βασανιστήρια στη φυλακή ήταν φρικτά…
Όταν τον ρώτησε ο δικαστής Τερτσέτης γιατί έμεινε φτωχός και δεν πήρε ποτέ του λάφυρα από τις μάχες, ο Νικηταράς απάντησε: «Πραματευτής δεν ήμουνα. Η μοίρα μου το θέλησε να γίνω καπετάνιος. Μα δε θα ήτανε σωστό να κάμω πραμάτεια το καπετανιλίκι μου για να καζαντίσω».
Όταν αποφυλακίστηκε η υγεία του είχε κλονιστεί σοβαρά. Αναγκάστηκε να ζητήσει άδεια να ζητιανεύει, και έλαβε μια θέση στο Ναό της Ευαγγελίστριας στον Πειραιά!
Το 1843 την 3η Σεπτεμβρίου ο Όθωνας αναγκάστηκε να παραχωρήσει Σύνταγμα. Του απενεμήθη ο βαθμός του Υποστρατήγου και του δόθηκε πενιχρή – τιμητική σύνταξη, που ήταν ο μόνος πόρος της ζωής του.
Ευχή μας τα παθήματα να γίνουν μαθήματα, για εμάς και τα παιδιά μας στο μέλλον.