Επίκαιρο, όσο ποτέ άλλοτε, στην πολιτική ζωή της χώρας µας το γνωστό πολυετές φυτό κάλαµος που ευδοκιµεί στους υδροβιότοπους, µέσα από τη φράση «καβάλησε το καλάµι» η οποία αναφέρεται συχνά στην αλαζονική και υβριστική συµπεριφορά προσώπων. Φράση που σύµφωνα µε την παράδοση πρωτοειπώθηκε τότε που ο βασιλιάς Αγησίλαος «ίππευσε τον κάλαµον» στην αρχαία Σπάρτη, κατά τη διάρκεια ενός παιχνιδιού που έπαιζε µε τα παιδιά του προσποιούµενος τον ιππέα.
Έγινε, για κακή του τύχη, αντιληπτός από συµπολίτη του που διέδωσε το γεγονός, παρά τα παρακάλια του προς αυτόν να σιωπήσει και η πράξη θεωρήθηκε κατακριτέα και καταγέλαστη στη σκληρή κοινωνία της Σπάρτης, αφού ξέφευγε από τα αυστηρά πατρικά πρότυπα της σπαρτιατικής αγωγής, τα οποία δεν επέτρεπαν διαχύσεις και παίγνια.
Ωστόσο αυτή η φράση που αρχικά σήµαινε:« κάνω κάτι παράξενο ή και γελοίο που δεν συνάδει µε τη θέση µου και το κύρος µου», ακολούθησε το γλωσσικό της µονοπάτι και έφτασε να σηµαίνει αργότερα:« συµπεριφέροµαι αλαζονικά», συνήθως µετά από κάποια επιτυχία ή κατάκτηση και να χρησιµοποιείται συχνά, όταν θέλουµε να πούµε για κάποιον ότι ξεφεύγει από το µέτρο, ότι πήραν τα µυαλά του αέρα.
Με την έννοια αυτή γέµισε ο τόπος της πολιτικής ζωής της χώρας µας «καλαµοκαβαλάρηδες» που θεωρώντας ότι η δύναµη των ψήφων τους τους έχει µετατρέψει σε άτρωτους, εκλαµβάνουν την εξουσία ως αυτοσκοπό, ανίκανοι να αναγνωρίσουν τα σηµάδια του νοσηρού φαινοµένου της ασύδοτης αλαζονείας στον εαυτό τους και να τα αποµονώσουν « εν τη γενέσει τους», µε τις προσωπικές τους αντιστάσεις.
Μεθυσµένοι από την έπαρση που τους τυφλώνει και δεν τους αφήνει να δουν την πραγµατικότητα, περιχαρακώνονται γύρω από το περιβάλλον τους που τους επιβεβαιώνει συνεχώς, ανακυκλώνονται στη διαχείριση της καθηµερινότητας, στροβιλίζονται γύρω από το εγώ τους και χάνουν κάθε επαφή µε την πραγµατικότητα και την ίδια την κοινωνία, κόβοντας τους δεσµούς από κάθε τι λειτουργικό και δηµιουργικό, το οποίο τους περιβάλλει.
Συγχρόνως ατενίζουν το µέλλον µε αυτάρεσκη διάθεση, συντηρούν την αυταπάτη της παντοδυναµίας τους µε βίαιες συµπεριφορές, ενεργούν συχνά χωρίς να λογοδοτούν και αντιτίθενται στην κριτική αντιπαράθεση. Ο δηµόσιος λόγος τους που αξιοποιεί το δηµαγωγικό όπλο του λαϊκισµού και της διχαστικής ρητορείας εξαντλείται σε προσωπικές υποθέσεις και αντιπαραθέσεις µε κύριο χαρακτηριστικό την απουσία πολιτικής ευπρέπειας και τις ανεξέλεγκτες υπερβολές που καταπατούν κάθε ίχνος πολιτικής δεοντολογίας.
Ωστόσο κανένα αλαζόνα πολιτικό δεν δικαίωσε η ιστορία και η ζωή. Η κατάρρευση έρχεται, αργά ή γρήγορα για να επιφέρει το τέλος στο αδυσώπητο κυνήγι µιας ανελέητης εξουσίας που στηρίζεται στον εγωισµό, στον άκρατο ανταγωνισµό, στην εθελοτυφλία τη φιλαυτία και την τάση για µηδενισµό του αντιπάλου.
Η αλαζονεία της εξουσίας, η «ύβρις» των αρχαίων που σύµφωνα µε αυτούς παραβίαζε την ηθική τάξη και ανέτρεπε την κοινωνική ισορροπία, είναι η παγίδα στην οποία πέφτει ο υβριστής και αυτοκαταστρέφεται.
Αυτή µάλιστα η ύβρις στην αρχαιότητα προκαλούσε την επέµβαση των Θεών, που έστελναν στον υβριστή την άτη, δηλαδή την τύφλωση του µυαλού. Η «άτις» οδηγούσε τον υβριστή σε νέες ύβρεις, µέχρι που διέπραττε ένα πολύ σοβαρό σφάλµα, το οποίο προκαλούσε τη νέµεση, την οργή και εκδίκηση των Θεών, για να έλθει στη συνέχεια η «τίσις», δηλαδή η τιµωρία, µε την καταστροφή του.
Σήµερα η τιµωρία έρχεται από την ίδια την τεχνολογία που καταγράφει αµείλικτα τα γεγονότα. Η οθόνη εκδικείται µε την τιµωρία και αυτοκαταστροφή των αλόγιστων υβριστών, ευκολότερα από ποτέ άλλοτε, καθώς τα αλαζονικά αυτά φαινόµενα αποτυπώνονται και αναπαράγονται σε όλη τους την έκταση και διάσταση από τα πολυπληθή µέσα και τους σύγχρονους τρόπους ενηµέρωσης.
*Η Μαρία Μαράκη είναι φιλόλογος, πρώην λυκειάρχης.