(Επιλεγόμενα για τη μάχη της Κρήτης)
«Πότε θα κάμει ξεστεριά, πότες θα φλεβαρίσει
να πάρω το ντουφέκι μου τ’ όμορφο ταχυβόλο,
να κατεβώ στο Μάλεμε, στην αεροκαθίστρα
για να σκοτώσω Γερμανούς και Έλληνες προδότες,
απού μας επροδούδανε…»
(Μια παραλλαγή του πασίγνωστου παλαιού Ριζίτικου, προσαρμοσμένη όμως στις περιστάσεις της Γερμανοκατοχής).
H Λεβεντογέννα Κρήτη, ύστερα από Τιτάνιο αγώνα πατήθηκε από τις ορδές του Χίτλερ, την 1η Ιουνίου 1941. Ας δώσουμε όμως τον λόγο στον Ι. ΜΑΝΩΛΙΚΑΚΗ, ο οποίος ασφαλώς θα έζησε αυτά τα τρομερά συμβάντα και που στο προαναφερθέν βιβλίο του (σελ 86-87), παραθέτοντας και τον σχετικό λόγο του τότε πρωθυπουργού, γλαφυρότατα και χαρακτηριστικά γράφει:
Το πρωί της Κυριακής 1 Ιουνίου 1941, ο αγώνας είχε τερματίσει στην Κρήτη. Η κύρια δύναμη των βρετανικών οπισθοφυλάκων παρεδόθη στους Γερμανούς. Στα ερείπια της Κρήτης, που καπνίζαν ακόμη από την αντάρα του πολέμου κυμάτιζε τώρα η Χιτλερική σημαία. Εκείνη η Κυριακή ήταν μια μέρα χαρά Θεού. Ένα πρωινό γλυκό σπάραζε κάθε ελεύθερη καρδιά. Η Κρήτη ήταν σκλαβωμένη. Οι πολιτείες ήταν ρημαγμένες, σωριασμένες σε ερείπια, κάτω από τα οποία τόσοι και τόσοι άνθρωποι βρισκόταν θαμμένοι. Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι νεκρούς, νεκρούς από βομβαρδισμούς, Βρετανού, Έλληνες, νέους, γέρους, γυναίκες, παιδιά.
Ο χάρος δεν έκανε διάκριση εκείνες τις στιγμές. Οι τόποι επίσης των μαχών ήταν σπαρμένοι με εκατοντάδες κορμιών. Με εκατοντάδες νέους που θυσιάστηκαν για την ελευθερία της νήσου. Και οι Κρητικοί δεν μπορούσαν να το ξεχάσουν ποτές αυτό. Η πρώτη δουλειά τους ήταν να ενταφιάσουν χριστιανικά τους νεκρούς πολεμιστές. Οι γυναίκες ασβέστωσαν τους απλούς τάφους τους και στους πρόχειρους ξύλινους σταυρούς τους, τους στολισμένους με λίγα αγριολούλουδα χάραξαν έναν αριθμό ή ένα όνομα…
Στο μεταξύ ένας τρομερός εφιάλτης απλωνόταν σε όλη την Κρήτη. Ένας εφιάλτης που άρχισε με τις ριπές των εκτελεστικών αποσπασμάτων που επέβαλαν τα αντίποινα, όπως τα είχε ορίσει το Ανώτατο Γερμανικό Αρχηγείο. Ήταν το μοιραίο τέλος του σκληρού αγώνα και η αρχή μιας καινούριας τραγωδίας που άρχιζε για τους Κρητικούς, και που θα κρατούσε τέσσερα ολόκληρα χρόνια.
Προφητικός, των δεινών που θα ακολουθούσαν και των τραγικών ημερών που θα περνούσε η Κρήτη και η Ελλάδα, ήταν ο λόγος του πρωθυπουργού Εμμαν. Τσουδερού που μετέδωσε το ραδιόφωνο του Καΐρου στις 4 Ιουνίου, τρεις μέρες μετά τον τερματισμό του αγώνα στην Κρήτη.
Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ
Βλέπε ΙΩΑΝΝΗΣ Ν. ΜΑΝΩΛΙΚΑΚΗΣ «Ο ΓΟΛΓΟΘΑΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ», σελ. 86-87
«Συμπατριώται, έλεγε ο πρωθυπουργός: Την στιγμήν κατά την οποίαν έληξεν η Μάχη της Κρήτης και αι δυνάμεις του σκότους καλύπτουν απ’ άκρου εις άκρον της Ελλάδος τον ήλιον της ελευθερίας, ο θαυμασμός ολοκλήρου του πολιτισμένου κόσμου, ημών δε ιδιαιτέρως των Ελλήνων, πάσα η σκέψις και η ψυχή, στράφεται προς τους ήρωας και τους μάρτυρας μας, τους νεκρούς και τους ζωντανούς, όσοι από τα βουνά της Ηπείρου της Μακεδονίας και της Θράκης ως τας ακτάς της Κρήτης, επότισαν ακόμη μια φορά με το αίμα των την γην αυτήν την προωρισμένην να είναι πατρίς των ευγενών πράξεων και των ωραίων θυσιών. Λαμπρόν κορύφωμα ενός επικού αγώνος, η Μάχη της Κρήτης εχαράχθη με ανεξίτηλα γράμματα εις την ελληνικήν και την παγκόσμιαν Ιστορίαν. Κάθε γωνιά της Μεγαλονήσου έγινε ένα νέο Μεσολόγγι, ένα νέο Αρκάδι, και ο ελληνικός πόλεμος, που ήρχισε με τα θαύματα της ελληνικής ευψυχίας στα αλβανικά υψώματα και εσυνεχίσθη ενδόξως εις τα οχυρά της Θράκης, εσημείωσεν νέους θριάμβους εις τα κρητικά εδάφη. Ο εχθρός, κάτω από τα σκληρά πλήγματα της ελληνικής ανδρείας, απεκόμισεν μίαν αμφίβολον μηχανικήν νίκην. Ημείς και οι γενναίοι μας σύμμαχοι εδρέψαμεν μιαν νέαν αμάραντον δόξαν που στεφανώνει τους γενναίους και εύψυχους άνδρας.
Έλληνες, μέσα στον βαθύ πόνο που μας κατέχει, ας σημειώσωμεν καλά ότι η τιμή που έλαχε στην ταλαιπωρημένη μας γενεά είναι μεγάλη. Η μικρά Ελλάς απέδειξεν ότι κατοικείται από μεγάλους θνητούς και ότι είναι η χώρα των μεγάλων πράξεων. Κοντά στις Θερμοπύλες και στην Πύλη του Ρωμανού το μαρτύριο της Κρήτης θα θερμάνει επί αιώνας τα ιδανικά της φυλής μας και από τη φωτιά των αγώνων της Αλβανίας, της Θράκης και της κρητικής γης θα ξαναγεννηθεί, για πολλοστή φορά, ο φοίνιξ της ελληνικής ελευθερίας.
Μέσα από τις σκληρές μας δοκιμασίες βλέπουμε ήδη να χαράζει η αγία αυτή ελευθερία. Ο αγών εξακολουθεί και αδίστακτοι θα συνεχίσωμεν τον ανηφορικόν δρόμον που θα μας οδηγήσει στην εκπλήρωσιν των ιδανικών του ελληνισμού και της ανθρωπότητος. Κοντά στους μεγάλους μας συμμάχους ελληνικά τάγματα, ελληνικά πλοία, ελληνικά πτερά, αναδιοργανούνται δια να πολεμήσουν τον εχθρόν όπου τον συναντήσουν, για την απολύτρωση της Ελλάδος. Ενώ οκτώ εκατομμύρια Έλληνες, καίτοι στενάζουν κάτω από τον βαρύτατον εχθρικόν ζυγόν, δεν διστάζουν να κοιτάζουν κατάματα και υπερήφανα τον εχθρόν. Ένα εκατομμύριον ομογενείς, εις τα τέσσερα πέρατα του κόσμου συντρέχουν με όλας των τας δυνάμεις, ηθικάς και υλικάς εις τον ιερόν αγώνα. Η απόφασις μας είναι μια, να νικήσωμεν, η φροντίς μία, πως θα νικήσωμεν, η πεποίθησις μας μια: ότι θα νικήσωμεν. Θα νικήσωμεν, διότι έχομεν μαζί μας τον Θεόν και το δίκαιον και διότι η Ελλάς δεν αποθνήσκει. Υπεφέρωμεν, θα υποφέρωμεν ακόμη. Αλλά η υπομονή μας και η επιμονή μας πρέπει να είναι και θα είναι ανεξάντλητες. Δεν θα παύσωμεν να έχωμεν όλοι χαραγμένο βαθιά μέσα μας το όραμα της ελευθέρας Ελλάδος. Με την βοήθειαν του Θεού και των μεγάλων συμμάχων μας, με την αδάματον μας θέλησιν, το όραμα αυτό θα ξαναγίνει μια μέρα πραγματικότης. Και τότε ηνωμένοι όλοι αδελφωμένοι με την ομόνοιαν και την αμοιβαίαν αγάπην, σφυρηλατημένοι μέσα εις τον κοινόν πόνον και τον αγώνα, με ολοκληρωμένα τα εθνικά μας όνειρα και με γεμάτην ελπίδας δια την χαραυγήν ενός νέου συγχρονισμένου, ελεύθερου πολιτικού και κοινωνικού βίου, θα ξανακτίσωμεν επάνω στα χαλάσματα μίαν Ελλάδα ωραιοτέραν και μεγαλυτέραν παρά ποτέ, καύχημα και παράδειγμα των Ελευθέρων Εθνών του κόσμου.
Έλληνες συσπειρωθείτε υπερποτέ άλλοτε, ως ένας άνθρωπος, περί τα Εθνικά σύμβολα την σημαίαν μας και τον ηρωικόν Βασιλέα μας, έχετε υψηλά την κεφαλήν ως άνδρες, οι οποίοι ενικήσατε ψυχικώς, δυσπιστείτε εις τον εχθρόν και των υπηρετών του τα φιλήματα και έχετε πίστιν, πίστιν απεριόριστον εις την τελικήν νίκην, την οποίαν καθ’ ένας μας ας συντρέξει απ’ όπου ευρίσκεται και καθ’ οιονδήποτε τρόπον νομίζει αποτελεσματικόν και έτσι η πατρίδα μας θα μείνει, δια μέσου της συμφοράς αξιοπρεπής και υψηλόφρων μέχρι της λαμπράς ημέρας, η οποία ασφαλώς δια την νέαν μεγάλην μας Πατρίδα»1.
Δεν ακούστηκε τότε ο λόγος αυτός στις πόλεις της Κρήτης, γιατί δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα και τα ραδιόφωνα δεν λειτουργούσαν. Ακούστηκε όμως, στα χωριά, στα μακρινά ορεινά χωριά του νησιού που δεν είχαν φτάσει ακόμη εκεί οι Γερμανοί, για να μαζέψουν τα λίγα ραδιόφωνα μπαταρίας που υπήρχαν εκεί.
Και τον άκουσαν τον λόγο αυτόν- που μπορεί να θεωρηθεί και σαν ο καταστατικός χάρτης του αγώνα που ακολούθησε στην σκλαβωμένη Ελλάδα- ελεύθεροι Έλληνες που γι’ αυτούς ο αγώνας απλώς είχε διακοπεί για λίγο καιρό, για λίγους μήνες. Άνθρωποι που περίμεναν, όπως λέει το τραγούδι της Κρήτης να «κάμει πάλι ξαστεριά»… για να ξαναπάρουν τα τουφέκια τους.
Η Λεβεντογέννα, λοιπόν, Κρήτη, πολύπαθη, ακούραστη, περήφανη, γενναία, αιμόφυρτη, δοξασμένη, μα όχι ντροπιασμένη καταπατήθηκε από τις σιδερόφρακτες, μηχανοκίνητες και πολυάριθμες ορδές του Ναζισμού.
Ταυτόχρονα όμως, επακολούθησε και ένας τρομερός ανθρωποκτόνος τυφώνας, που σαν τεράστια και αιμοπότρα νυχτερίδα απλώθηκε πάνω από το νησί και ρουφούσε το αίμα της Κρήτης…
Ήταν η θλιβερή και φοβερότατη Γερμανοκατοχή, με τις απάνθρωπες και εξοντωτικές αγγαρείες των πολιτών σε καταναγκαστικά πολεμικά- οχυρωματικά έργα σε επίλεκτους τόπους και λόχους (π.χ. ΜΕΝΙΕΣ στον Κάβο- Σπάθα, Κόκκινο Χωριό Αποκορώνου Χανίων κ.α.π.).
Ήταν οι θηριώδεις ομαδικές εκτελέσεις ανύποπτων πολιτών (10 Έλληνες για κάθε ένα Γερμανό), σε όλα σχεδόν τα χωριά της Κρήτης, ως αντίποινα για τον θάνατο των Γερμανών. Ήταν ακόμα η εκ θεμελίων καταστροφή της ΚΑΝΔΑΝΟΥ ΣΕΛΙΝΟΥ ΧΑΝΙΩΝ. Το ολοκαύτωμα των τριών χωριών (Κουστογέρακο, Λειβαδάς, Μονή) Ανατ. Σελίνου Χανίων, η καταστροφή της ΒΙΑΝΝΟΥ, το ολοκαύτωμα των ΑΝΩΓΕΙΩΝ, για να περιοριστούμε στα σπουδαιότερα.2
Όμως, πέρα και πάνω απ’ όλα αυτά ήταν τα τρομερά μαρτύρια και οι φρικτοί βασανισμοί χιλιάδων αγωνιστών της Λεφτεριάς στις περιβόητες φυλακές της Αγυιάς Χανίων, στον περιώνυμον εκείνον ΓΟΛΓΟΘΑ της Κρήτης, όπως τότε τις αποκαλούσαν, αλλά φρικτότερα ήταν τα μαρτύρια των αιχμαλώτων, που τους είχε μεταφέρει σαν ανδράποδα, στα τρομερά στρατόπεδα της Ναζιστικής Γερμανίας.
Και τέλος, κακό ήταν τα ύπουλα ναρκοπέδια στις παραλίες του νησιού, για αναχαίτιση πιθανής αποβάσεως συμμαχικών στρατευμάτων, στα οποία βρήκαν φρικτό θάνατο εκατοντάδες Κρητικοί.
«Επάτησαν» λοιπόν οι Χιτλερικοί την Κρήτη και ως ανάμνηση και τρόπαιο του αιματοβαμμένου θριάμβου των, έφτιαξαν και πάνω σε βάση ετοποθέτησαν ένα γιγάντιο αετό, το περίφημο «γερμανικό πουλί», που το έστησαν στη Δυτική μεριά των Χανίων και λίγο δυτικότερα από τον Κλαδισό ποταμό. Όμως, πριν από 10 πάνω κάτω χρόνια κάποιοι (υπερπατριώτες ή ελαφρόμυαλοι) το εξαφάνισαν μέσα σε μια νύχτα!
Αλλά για να ξανάρθουμε στους πορθητές και για να μαθαίνουν οι νεότεροι αναφέρουμε εδώ τα απεχθή ονόματα των Γερμανών Στρατιωτικών Διοικητών και Αρχιδήμιων της Κρήτης, που κατά σειρά διοικήσεως των είναι οι εξής:
1. ΦΟΥ ΣΤΟΥΤΕΝΤ, ο Πορθητής
2. ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΑΝΤΡΕ
3. ΜΠΡΟΓΙΕΡ
4. ΦΡΙΤΣ ΣΟΥΜΠΕΡ
5. Ο αιμοσταγής ΜΠΕΝΤΑΓΚ
Αυτοί βοηθούμενοι από τους υφιστάμενους των και κατατοπιζόμενοι από ανάξιους Έλληνες Γερμανοπροδότες, εγέμισαν την Κρήτη με τάφους και αίματα.
«Τα κρητικά τα χώματα, όπου κι ανέ ντα σκάψεις,
αίμα θα βρεις παλληκαριών, κόκαλα να ξεθάψεις».
Έρρωσθε
1 Το ίδιο αισιόδοξο και πατριωτικό μήνυμα προς σκλαβωμένους Γάλλους, (η Γαλλία από την 15η Ιουνίου 1940 είχε υποταχθεί στους Γερμανούς), είχε απευθύνει στις 18 Ιουνίου 1940 από το ραδιόφωνο του BBC ο Στρατηγός και μετέπειτα Πρόεδρος της Γαλλίας, Κάρλος Ντε Γκωλ, ο οποίος στη μνημειώδη αυτή ραδιοφωνική ομιλία του μεταξύ άλλων είπε: «Ελέχθη λοιπόν η τελευταία λέξις; Πρέπει να χαθεί κάθε ελπίδα; Είναι οριστική η ήττα; ΟΧΙ! Πιστέψτε με, εμένα που σας μιλώ και ξέρω την υπόθεση, σας λέω ότι τίποτα δεν χάθηκε για τη Γαλλία. Τα ίδια μέσα που μας νίκησαν μπορούν να φέρουν την ημέρα της δικής μας νίκης… Συντετριμμένοι σήμερα από τη μηχανική ισχύ, θα κατορθώσωμεν να νικήσωμεν στο μέλλον με μια ανώτερη μηχανική ισχύ. Σ’ αυτό βρίσκεται το πεπρωμένο του κόσμου». Σημείωση: Γράφοντας ο Ντε Γκωλ υποστήριζε σθεναρά πως το παν για τη νίκη κατά του εχθρού είναι τα τεθωρακισμένα άρματα μάχης. Άλλ’ όμως η ιδέα και η επαναστατική αυτή για τον πόλεμο πρόταση του δεν έγινε αποδεκτή έγκαιρα από το Γαλλικό Επιτελείο Στρατού. Όμως, ο Γερμανός Στρατηγός Γκούντεριαν υιοθέτησε αυτές τις ριζοσπαστικές ιδέες του Ντε Γκωλ και ο Χίτλερ τις εφάρμοσε, γι’ αυτό και σε διάστημα λίγων μηνών με τα τεθωρακισμένα άρματα μάχης και την ακαταμάχητη πολεμική αεροπορία κατάκτησε όλη τη Δυτική Ηπειρωτική Ευρώπη. Βλέπε το μηνιαίο περιοδικό «ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ», Τεύχος 20, σελ.36-47, Δεκέμβριος 1970, Αθήνα.
2 Για τα ολοκαυτώματα των μαρτυρικών πόλεων και χωριών της Ελλάδος (Δίστομο, Καλάβρυτα, Δοξάτο, κ.α.π.) βλέπε το πολυσέλιδο και μεγάλο λεύκωμα- βιβλίο «Ελληνικά Ολοκαυτώματα 1940-1945». Εκδόσεις Α.Α. Λιβάνη, Αθήνα.