Η συμμετοχή της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή οικογένεια αποδεικνύεται στρατηγικά χρήσιμη, οικονομικά ωφέλιμη και πολιτικά απαραίτητη. Τώρα που ολόκληρος ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με την πανδημία, η γηραιά ήπειρος αποτελεί νησίδα προστασίας για τους πολίτες της. Οι πρωτοβουλίες που ανέλαβε, έπειτα από έντονες διεργασίες, έρχονται να δείξουν την αξία του εγχειρήματος της ενοποίησης.
Οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου συνιστούν τομή. Το Ταμείο Ανάκαμψης και ο πολυετής κοινοτικός προϋπολογισμός γίνονται η έμπρακτη απόδειξη της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών. Σε μια περίοδο που στη διεθνή σκηνή οι αντιθέσεις είναι οξυμένες και οι ανταγωνισμοί αδυσώπητοι, η Ευρωπαϊκή Ένωση ενίσχυσε περαιτέρω τη συνοχή και την ανθεκτικότητά της.
Πρόταξε ένα συγκεκριμένο και ρεαλιστικό σχέδιο για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης. Το σημαντικότερο, βρέθηκε στην πρώτη γραμμή για την καταπολέμηση του κορωνοϊού. Η έγκαιρη φροντίδα της για την αγορά και διανομή του εμβολίου, μόλις ολοκληρωθούν οι επιστημονικές έρευνες, δείχνει το αυξημένο ενδιαφέρον για την υγεία των Ευρωπαίων πολιτών. Ταυτόχρονα, είναι δείκτης κοινωνικής και πολιτικής ευαισθησίας.
Εύκολα μπορούμε να διαπιστώσουμε τα συγκριτικά πλεονεκτήματα –πολιτικά, οικονομικά, γεωστρατηγικά- που έχει η χώρα μας λόγω της ενσωμάτωσής της στην Ευρώπη. Στα πλεονεκτήματα αυτά χρειάζεται να επενδύσουμε, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τις εκκρεμότητες του παρελθόντος. Να δημιουργήσουμε τους όρους που θα μας επιτρέψουν να συγκλίνουμε με τους ρυθμούς ανάπτυξης των προηγμένων ευρωπαϊκών κοινωνιών.
Το Ταμείο Ανάκαμψης είναι μια μείζονα ευκαιρία και πρόκληση για να υπερβούμε την παραγωγική, οικονομική και αναπτυξιακή μας υστέρηση. Τα 32 δις ευρώ που αναλογούν στην Ελλάδα, μαζί με τα υπόλοιπα 40 δις ευρώ από άλλες κοινοτικές χρηματοδοτήσεις, οφείλουμε να τα αξιοποιήσουμε για τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να επαναλάβουμε τα λάθη και τις κοντόφθαλμες επιλογές στην απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων.
Αναμφισβήτητη αλήθεια είναι ότι πολλές φορές προτάξαμε τις τρέχουσες προτεραιότητες, μετακυλώντας τις μακροπρόθεσμες σε βάθος χρόνου. Ως χώρα αδιαφορήσαμε για τα μεγάλα έργα υποδομής στις Περιφέρειες. Αλλά και για εκείνα που θα αναβάθμιζαν και θα εκσυγχρόνιζαν τις δομές της οικονομίας, της παιδείας, της υγείας, της ενέργειας, της έρευνας κ.λπ. Πώς αλλιώς να εξηγηθεί ότι στους καίριους αυτούς τομείς υστερούμε;
Την απάντηση δίνει η Κρήτη. Μολονότι εμφανίζει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης εξαιτίας της εργατικότητας και αποτελεσματικότητας των κατοίκων της, αναμφίβολα έχει μείνει πίσω. Ο ΒΟΑΚ είναι αποκαλυπτικό παράδειγμα. Επιβεβαιώνει με τον καλύτερο τρόπο την παγίδευση της πολιτικής τάξης σε μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Προτιμούσε να στρέφει τα ευρωπαϊκά κονδύλια σε παρεμβάσεις δευτερεύουσας σημασίας και χρησιμότητας, αφήνοντας στην άκρη ζωτικά έργα.
Ως εκ τούτου, επιβάλλεται να χαράξουμε και να περπατήσουμε νέους δρόμους, υπερβαίνοντας κοντόφθαλμες αντιλήψεις και πρακτικές. Να εμπλουτίσουμε την πολιτική μας ατζέντα με τις εκκρεμούσες προτεραιότητες σε έργα μακράς πνοής. Η δρομολόγηση του ΒΟΑΚ μαζί με τους κάθετους άξονες, η αναζωογόνηση της αγροτικής οικονομίας, η προστασία του τουριστικού προϊόντος, η στήριξη της αγροδιατροφικής αλυσίδας, η πρόνοια για την υγεία, η ενίσχυση των επιστημονικών και ερευνητικών υποδομών, η στροφή στην καθαρή ενέργεια, η προσέλκυση επενδύσεων, είναι ζητήματα αιχμής. Με την ορθή αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων έχουμε τη δυνατότητα να μπούμε σε μια δυναμική τροχιά ανάπτυξης.
Το ραντεβού της Κρήτης με το Ταμείο Ανάκαμψης δεν μπορεί παρά να γίνει στο πεδίο των μακροχρόνιων εκκρεμοτήτων και των επίκαιρων προκλήσεων και ευκαιριών. Η Περιφέρεια προσέρχεται σε αυτό το ραντεβού με συγκεκριμένες και δημιουργικές προτάσεις. Επιδίωξή μας, να ενσαρκώσουμε τη μεγάλη ανατροπή. Να θεμελιώσουμε και να υλοποιήσουμε ένα νέο παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο. Φιλοδοξία μου, να κάνουμε την Κρήτη πρότυπη ευρωπαϊκή περιφέρεια.