«Η καρδιά του ανθρώπου μοιάζει πολύ με τη θάλασσα: έχει τις καταιγίδες της, τις παλίρροιες και τα βάθη της. Έχει επίσης και τα μαργαριτάρια της».
Βίνσεντ Βαν Γκογκ
Οι καλλιτέχνες είναι οι άνθρωποι που ζουν μέσα σε ένα όραμα για ένα όραμα. Είναι δύσκολη η επιβίωση γι’ αυτούς τους ανθρώπους και στο επίπεδο του σώματος και στο επίπεδο του πνεύματος. Αποζητούν μια ζωή την ισορροπία, η οποία, όμως, φοβούνται ότι θα τους οδηγήσει μακριά από την τέχνη τους. Αποκομμένοι από τους άλλους, επιβεβαιώνουν, πως η αποδοχή που δεν θα πάρουν, τους στοιχίζει ολόκληρη τη ζωή τους κι έτσι αποφασίζουν να μείνουν μόνο με τη τέχνη τους. Και πάλι, όμως, η ισορροπία χάνεται και χάνονται και αυτοί μαζί της. Εάν η τύχη τους βοηθήσει να βιοποριστούν απ’ τη τέχνη τους, τότε υπάρχει μια πιθανότητα η ζωή τους να κυλήσει λιγότερο βασανιστικά. Όμως, αυτά τα παραδείγματα είναι πολύ λίγα. Ο Κωνσταντίνος Βολανάκης δεν έτυχε αυτής της τύχης. Πέθανε φτωχός, και το χειρότερο απ’ όλα, δεν έμαθε πόσο μεγάλης αποδοχής έτυχε η ζωγραφική του. Υπηρέτησε το όνειρο του μέσα από΄ την προσπάθεια να μην τον λυγίσουν οι δυσκολίες της ζωής. Ο Κωνσταντίνος Βολανάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης το 1837 και πέθανε στον Πειραιά το 1907. Οι γονείς του κατάγονταν από ένα μικρό χωριό της περιοχής του Ρεθύμνου. Με παρότρυνση των μεγαλύτερων αδερφών του, πήγε στην Τεργέστη για να δουλέψει ως λογιστής κοντά στον μεγάλο οίκο εμπορίας ζαχάρεως Αφεντούλη. Ο Αφεντούλης, σύζυγος της αδερφής του Πολυξένης, εκτίμησε τις καλλιτεχνικές του ικανότητες, από τα πολλά σκαριφήματα με βάρκες, πλοία και λιμάνια που έγραφε μέσα στις σελίδες των λογιστικών βιβλίων. Έτσι το 1860, με έξοδα του Αφεντούλη, ο νεαρός Βολάνάκης στάλθηκε στη Βαυαρία για να σπουδάσει ζωγραφική στην «Ακαδημία του Μονάχου». Μετά την αποφοίτηση του, ο Βολανάκης εργάστηκε στο Μόναχο, τη Βιέννη και την Τεργέστη. Το 1883 επέστρεψε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Σε αυτό συντέλεσε και η πίεση της γυναίκας του, η οποία δεν άντεχε άλλο το κρύο του Μονάχου. Ωστόσο, ο Νικόλαος Γύζης, νονός της κόρης του, προσπαθούσε να τον αποτρέψει απ’ το να γυρίσει στην Αθήνα, λέγοντας του ότι εκεί οι πίνακες ζωγραφικής «πωλούνται εξευτελιστικώς εις τον κήπο των Τιτάνων». Από την ίδια χρονιά και εως το 1903, δίδαξε στη σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Λόγω τόσο της πολυμελούς οικογένειας του (6 παιδιά) όσο και των χαμηλών τιμών πωλήσεως των πινάκων του, πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του φτωχός. Η θάλασσα, τα πλοία και τα λιμάνια ήταν η μόνη πηγή έμπνευσης του Βολανάκη. Μαζί με τον Θεόδωρο Βρυζάκη, το Νικηφόρο Λύτρα, τον Νικόλαο Γύζη και τον Γεώργιο Ιακωβίδη, θεωρείται ένας απ’ τους κυριότερους εκπροσώπους του ακαδημαϊκού ρεαλισμού της λεγόμενης «Σχολής του Μονάχου». Οι πίνακες του έχουν πουληθεί σε διεθνής δημοπρασίες σε πάρα πολύ υψηλές τιμές. Ανάμεσα στα πιο διάσημα έργα του είναι και το έργο του «Η Ναυμαχία της Σαλαμίνας» που κοσμεί το αρχηγείο του Πολεμικού Ναυτικού στην Αθήνα. Από σήμερα και μέχρι το τέλος του 2023 αυτό το καταπληκτικό έργο θα κοσμεί τον κεντρικό χώρο στο ισόγειο της Δημοτικής Πινακοθήκης Χανίων. Είμαστε πολύ περήφανοι που μπορούμε να δείξουμε στην πόλη μας τα εξαίσια έργα του Κωνσταντίνου Βολανάκη.