Το Βέλγιο, η Γερμανία και το Κουβέιτ ζήτησαν να συγκληθεί εκτάκτως το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για να συζητηθεί η αναζωπύρωση των εχθροπραξιών στη βορειοδυτική Συρία, δήλωσαν διπλωμάτες. Όπως μεταδίδει το cnn.gr, οι συριακές κυβερνητικές δυνάμεις και οι Ρώσοι σύμμαχοί τους έχουν κλιμακώσει τις επιθέσεις εναντίον της επαρχίας της Ιντλίμπ από τα τέλη Απριλίου και εκφράζονται ανησυχίες ότι επίκειται επιχείρηση ευρείας κλίμακας με σκοπό η Δαμασκός να ανακτήσει τον έλεγχο της.
Την Παρασκευή η Ρωσία εναντιώθηκε στο να υιοθετηθεί οποιαδήποτε κοινή θέση στο ΣΑ στη συνεδρίαση κεκλεισμένων των θυρών που ζήτησαν οι ίδιες τρεις χώρες. Μετά από εκείνη τη συζήτηση, 11 χώρες μέλη του ΣΑ, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο, έδωσαν στη δημοσιότητα μια κοινή ανακοίνωση με την οποία εξέφρασαν τη «βαθιά ανησυχία» τους για την κατάσταση στην επαρχία Ιντλίμπ.
Από τα τέλη Απριλίου, δυνάμεις του καθεστώτος της Συρίας και της Ρωσίας βομβαρδίζουν το νότιο τμήμα της Ιντλίμπ και το βόρειο τμήμα της γειτονικής επαρχίας της Χάμας, περιοχές που ελέγχει η οργάνωση Χαγιάτ Ταχρίρ ας Σαμ (ΧΤΣ, ο πρώην βραχίονας της Αλ Κάιντα στη Συρία) και άλλες τζιχαντιστικές οργανώσεις. Νοσοκομεία και σχολεία έχουν υποστεί πλήγματα και πολλά έχουν τεθεί εκτός λειτουργίας.
Η κλιμάκωση των τελευταίων εβδομάδων χαρακτηρίζεται η σοβαρότερη αφότου η Μόσχα, υποστηρίκτρια του καθεστώτος, και η Άγκυρα, προστάτιδα δύναμη κάποιων οργανώσεων ανταρτών, ανακοίνωσαν τον Σεπτέμβριο μια συμφωνία για την δημιουργία «αποστρατιωτικοποιημένης ζώνης» στην Ιντλίμπ.
Η συμφωνία υποτίθεται θα διαχώριζε τις περιοχές υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης από εκείνες που κατέχουν οι αντικαθεστωτικοί και θα εγγυάτο την αναστολή των εχθροπραξιών.
Κατά τον ΟΗΕ, από τα τέλη Απριλίου ως την 9η Μαΐου, οι βομβαρδισμοί σε νότιους τομείς της Ιντλίμπ και στο βόρειο τμήμα της Χάμας έτρεψαν σε φυγή περίπου 180.000 κατοίκους, που προσέφυγαν σε βορειότερες περιοχές.