Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Οικογενειακές χανιώτικες επιχειρήσεις: Μαγαζιά με ιστορία….

Επαγγελματίες, επιτυχημένοι στον τομέα τους, που συνεχίζουν μια παράδοση δεκαετιών και που η δραστηριότητα τους έχει συνδεθεί με τα Χανιά αλλά όχι μόνο. Ενα κομμάτι της πορείας τους παρουσιάζουμε μέσα από τη δεύτερη συνέχεια της έρευνας μας.

ΤΖΕΔΑΚΗΣ
Πάνω από 125… γλυκά χρόνια

Ξεκινώντας από το 1894 και συνεχίζοντας τη λειτουργία του αδιάλειπτα ως τις μέρες μας, το ζαχαροπλαστείο Τζεδάκης έχει γλυκάνει γενιές και γενιές των Χανίων. Το πρώτο κατάστημα της επιχείρησης, στις αρχές του περασμένου αιώνα, άνοιξε στη σημερινή οδό Καραολή Δημητρίου στην παλιά πόλη και οι πελάτες του απολάμβαναν, μεταξύ άλλων, λουκούμια, φρουί γλασσέ, μπακλαβάδες, κανταΐφια, σάμαλι, ραβανί αλλά και κανελάδα, σουμάδα κ.ά. Στον μεσοπόλεμο και συγκεκριμένα το 1921, το κατάστημα θα μεταφερθεί στην οδό Τσουδερών όπου βρίσκεται και σήμερα. Τακτικός πελάτης και φίλος του ζαχαροπλαστείου υπήρξε τα χρόνια εκείνα ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Την ίδια εποχή θα μπουν στο μενού οι λουκουμάδες που μέχρι σήμερα αποτελούν ένα από τα πιο δημοφιλή και αγαπημένα γλυκίσματα του ζαχαροπλαστείου.

Τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής, ελλείψει πρώτων υλών, το ζαχαροπλαστείο Τζεδάκη θα μετατραπεί σε γαλακτοπωλείο προσφέροντας γάλα με παξιμάδι και λουκουμάδες. Όπως είχε αφηγηθεί παλαιότερα, μιλώντας στις “διαδρομές”, ο αείμνηστος Τάκης Τζεδάκης, το μαγαζί είχε υποστεί σοβαρές ζημιές από μια εμπρηστική βόμβα και πατέρας του το ξανάχτισε το 1942. Ο ίδιος δέκα χρόνια αργότερα, το 1952, σε ηλικία μόλις 13 ετών ανέλαβε τα ηνία της επιχείρησης μετά τη συνταξιοδότηση του πατέρα του. Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια κυριαρχούσε η ανέχεια και η κατάσταση άρχισε να αλλάζει σταδιακά με τον καιρό. Στο πλαίσιο αυτό, η επιχείρηση Τζεδάκη προχώρησε σε ανακαίνιση, ενώ το 1956 έβαλε το πρώτο ψυγείο! Εκπροσωπώντας τη νεότερη γενιά και μεγαλώνοντας μέσα στο μαγαζί, ο Ανδρέας Τζεδάκης μπήκε στη διεύθυνση της επιχείρησης το 2000.

«Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια έχουν περάσει από το κατάστημα όλα τα Χανιά. Επώνυμοι επιχειρηματίες και πολιτικοί, καλλιτέχνες αλλά και απλός κόσμος. Το ζαχαροπλαστείο υπήρξε και είναι σημείο συνάντησης», σημειώνει. Γυρίζοντας το ρολόι του χρόνου πίσω, θυμάται τη δεκαετία του ’80 όταν κάθε πρωί το μαγαζί μετατρέπόταν σε μια “μικρή βουλή”, όπου όλη η γειτονιά, μαζί με τον καφέ και το γλυκό της, σχολίαζε την πολιτική επικαιρότητα. Αν και οι καιροί αλλάζουν τα γλυκά και οι παραδοσιακές γεύσεις στο ζαχαροπλαστείο Τζεδάκη παραμένουν ίδιες, αξιοποιώντας αγνά υλικά και παλιές συνταγές που παραδόθηκαν από τις προηγούμενες γενιές. «Φυσικά έχουν εμπλουτιστεί οι επιλογές που μπορεί να έχει κανείς γιατί ακολουθούμε τις νέες τάσεις, ενώ παράλληλα έχουμε αναπτύξει και υπηρεσίες κέτερινγκ. Ωστόσο, πλάι σε αυτά υπάρχουν πάντα οι φημισμένοι λουκουμάδες μας και γλυκά με παραδοσιακές συνταγές, προσφέρεται καφές, πρωινό, μπράντς κ.ά.», αναφέρει ο κ. Τζεδάκης. Τον ρωτάμε ποια είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση που αισθάνεται ως συνεχιστής μιας παλιάς οικογενειακής επιχείρησης: «Το ό,τι βλέπεις παλιούς πελάτες από τη δεκαετία ακόμα του ‘60 και το ‘70, που έκαναν εδώ τα πρώτα φλερτ με τις γυναίκες τους, να εξακολουθούν να έρχονται. Να έρχονται οι ίδιοι αλλά και τα παιδιά και τα εγγόνια τους. Κάποιους μάλιστα από αυτούς τους παλιούς πελάτες τους είχε παντρέψει ο πατέρας μου!».

ΜΑΝΩΛΙΚΑΚΗΣ
134 χρόνια ιστορίας


134 χρόνια ιστορίας έχει μία από τις παλαιότερες επιχειρήσεις στα Χανιά. Ο λόγος για το καφεκοπτείο Μανωλικάκη το οποίο ξεκίνησε το 1886 και σήμερα το λειτουργεί ο Κωστής Μανωλικάκης (εγγονός του ιδρυτή Κωνσταντίνου Ματθαίου Μανωλικάκη) που αποτελεί την τέταρτη γενιά με τη συμμετοχή της κόρης του Ειρήνης Μανωλικάκη (πέμπτη γενιά). Ηταν πριν από 134 χρόνια όταν ο πρωτοπόρος για την εποχή του Κωνσταντίνος Μανωλικάκης εισήγαγε καφέ από τη Βραζιλία για να τροφοδοτήσει όλη την Κρήτη. Το 1886 ίδρυσε τον 1ο Οίκο Καφέδων στην Ελλάδα και δημιούργησε τον παραδοσιακό ελληνικό καφέ Μανωλικάκη. Το 1908 εισήγαγε στην Κρήτη το πρώτο μηχάνημα άλεσης καφέ PROBAT και ακολούθησε η εισαγωγή μηχανής καβουρντίσματος της ίδιας εταιρείας η οποία τότε λειτουργούσε με καύση ξύλων. Σήμερα, ο καφές Μανωλικάκη εξακολουθεί να καβουρντίζεται σε ένα από τα πιο εκσυχρονισμένα μηχανήματα του είδους του, Γερμανικό PROBAT 60 Kg. Οπως μας λέει ο κ. Κωστής Μανωλικάκης, «την επιχείρηση ξεκίνησε το 1886 ο Κωστής Ματθαίου Μανωλικάκης ο οποίος για περίπου 50 χρόνια δούλεψε σχεδόν μονοπωλιακά όλη την Κρήτη. Το μαγαζί του ήταν στην πλατεία του Κάτωλα που αποτελούσε το εμπορικό κέντρο των Χανίων εκείνη την εποχή. Το εργαστηριό του ήταν στην οδό Κανεβάρο». Το 1896 οι Τούρκοι έκαψαν τα χριστιανικά μαγαζιά. «Μεταξύ των μαγαζιών αυτών ήταν και το μαγαζί του παππού μου στην πλατεία του Κάτωλα. Τότε, μετά τη σφαγή και τις καταστροφές των Τούρκων ο παππούς μου μετακόμισε στη σημερινή οδό Μουσούρων 18, σε ακίνητο το οποίο στην αρχή ενοικίαζε και στη συνέχεια αγόρασε. Λειτούργησε αυτό το καφεκοπτείο μέχρι το 2002. Μετά μεταφερθήκαμε στο ΒΙΟΠΑ».

Ο κ. Μανωλικάκης σημειώνει ότι ο ίδιος είναι στην ουσία «τέταρτη γενιά. Μετά την Κατοχή, ο πατέρας μου και ο αδερφός του Κωστής, τρίτη γενιά, ήταν διαχειριστές της επιχείρησης». Ακόμα μας λέει ότι «η καρδιά της επιχείρησης χτυπά στους ρυθμούς του καφέ. Την πρώτη μηχανή άλεσης, ατμοκίνητη, την έφερε το 1908 ο παππούς μου. Με διάταγμα του Αλ. Ζαΐμη, Υπατου Αρμοστή εν Κρήτη, στις 10 Οκτωβρίου του 1906, αναφέρεται ότι επιτρέπεται να εισαχθεί στα Χανιά υπό του Κωνσταντίνου Μανωλικάκη μηχανή προς κοπή καφέ». Το 1908 ψηφίστηκε Διάταγμα του Βασιλείου της Ελλάδας το οποίο επιτρέπει στον Κωνσταντίνο Μανωλικάκη την εισαγωγή του πρώτου ατμοκίνητου κοπτικού μηχανήματος καφέ στην Κρήτη.

Το 1988 την εταιρεία ανέλαβε ο Κωστής Μανωλικάκης, ο νεότερος εγγονός του ιδρυτή ο οποίος μετέφερε την επεξεργασία του Καφέ Μανωλικάκη στο εκσυχρονισμένο εργοστάσιο εισαγωγής και τυποποίησης καφέδων στη ΒΙ.ΠΕ Ηρακλείου με την επωνυμία: “Ενωμένα Καφεκοπτεία Κρήτης”. Την ίδια χρονιά, δηλαδή το 1988, ο κ. Μανωλικάκης είχε μεταβεί στη Γερμανία ως εκπρόσωπος των Ενωμένων Καφεκοπτείων Κρήτης με τον συνεταιρό του από το Ηράκλειο κ. Κλαψινό, να διαπραγματευτεί στην εταιρεία Probat, μια μηχανή προηγμένης τεχνολογίας. «Οι Γερμανοί -θυμάται- ήταν ως συνήθως σαφείς και άκαμπτοι. Μας είπαν λοιπόν να δείχνουμε το μηχάνημα σε όποιον ήθελε να το δει στην Ελλάδα και εγώ τους είπα ότι εντάξει αλλά τι έκπτωση θα μας κάνετε. Αυτοί είπαν: καμία έκπτωση, η τιμή μας είναι Fix και ούτε το συζητάμε. Εκείνη την ώρα χτυπά το τηλέφωνο του διευθυντή που διαπραγματευόταν μαζί μας. Και γυρίζει στο τραπέζι και ρωτά: ποιος από εσάς λέγεται Μανωλικάκης. Απαντώ: εγώ. Λέει: Ενας Κωνσταντίνος Μανωλικάκης το 1928-1929, δεν θυμάμαι ακριβώς χρονολογία, στα Χανιά πήρε ένα μηχάνημα Probat, τον γνωρίζετε; Του απαντώ: Ηταν ο παππούς μου. Ε, από εκείνη τη στιγμή αλλάξαν συμπεριφορά οι Γερμανοί απέναντί μας. Και έκπτωση μας έκαναν και τραπέζι μας έκαναν». Το 2003 η εταιρεία εδρεύει στο Βιοτεχνικό Πάρκο της Σούδας όπου μεταφέρει την επιχειρηματική της δραστηριότητα σε ένα υπερσύγχρονο Κέντρο Αποθήκευσης και Διανομών, απ’ όπου εξυπηρετεί όλη τη Δυτική Κρήτη.

Η Ειρήνη Μανωλικάκη που αποτελεί την πέμπτη γενιά, σημειώνει ότι η ίδια επενδύει επιπλέον στη γνώση αφού «είμαστε σε μια εποχή που οτιδήποτε κάνεις πρέπει να το γνωρίζεις σε βάθος και και για να μπορείς να είσαι ανταγωνιστικός, να ψάξεις πλευρές που δεν είχαν εξεταστεί προηγουμένως». Η ίδια υπογραμμίζει ότι «η ποιότητα πρέπει να είναι εκλεκτή για να παραμείνουμε ψηλά και θέλουμε να έχουμε πάντα το καλύτερο για τους πελάτες και για τους συνεργάτες μας». Η Ειρήνη σημειώνει ότι ο καφές Μανωλικάκη βρίσκεται «στα σούπερ μάρκετ και σε επιλεγμένα καταστήματα φρεσκοαλεσμένο από μύλους που τοποθετούμε εμείς». Για την ίδια ο καφές είναι απόλαυση. «Πίνω καφέ γιατί θα μου φτιάξει τη μέρα, για ένα καλό ξεκίνημα. Είναι μαγικός. Εχει άρωμα, έχει γεύση, έχει εναλλαγές αν θες πραγματικά να τον γνωρίσεις. Εχει συγκινήσεις ο καφές», λέει και συμπληρώνει: «Ο λόγος που συνεχίζει αυτή η επιχείρηση είναι η αγάπη για αυτό που κάνει, είναι το ήθος και η αξία: στο προϊόν μας οφείλουμε και δίνουμε πάντα αξία». Στο site της εταιρείας στην ηλεκτρονική διεύθυνση: https://www.manolikakis.com/ διαβάζουμε ότι ο καφές Μανωλικάκη αποτελούσε το 1900 τον αγαπημένο καφέ προσωπικοτήτων της εποχής, του Ελευθερίου Βενιζέλου και του Πρίγκηπα Γεωργίου, Υπατου Αρμοστή επί Κρητικής Πολιτείας.

ΑΡΧΟΝΤΑΚΗΣ
Πέντε δεκαετίες στην τέχνη του καφέ

 

Από ένα μικρό καφεκοπτείο στην οδό Μουσούρων σε μια υπερσύγχρονη μονάδα στην περιοχή της Σούδας και από φρεσκομμένο καφέ στη λιανική, στη διανομή προϊόντων σε όλη την Κρήτη αλλά και εκτός αυτής στην υπόλοιπη Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Το καφεκοπτείο Αρχοντάκη μπαίνει στην 5η δεκαετία της, καθώς ξεκίνησε το 1973 από τον Βασίλη Αρχοντάκη και τη σύζυγο του Ειρήνη και συνεχιστές τους σήμερα είναι τα παιδιά τους Μάνθος, Ευτύχης, Δωροθέα. «Ο πατέρας μου ξεκίνησε το καφεκοπτείο με ζαχαρώδη και ξηρούς καρπούς στα 1973 στη Μουσούρων. Ο ανταγωνισμός πολύ μεγάλος, όταν έχεις απέναντι σου ακριβώς τον Μανωλικάκη. Με επιμονή, πίστη, φροντίδα στον πελάτη και με έμφαση στην ποιότητα, το καφεκοπτείο όχι μόνο κρατήθηκε αλλά πλέον μιλάμε για μια βιοτεχνική επιχείρηση. Και μπορεί να έχουμε μεγαλώσει πολύ, αλλά ο οικογενειακός μας χαρακτήρας παραμένει» εξηγεί ο Μάνθος Αρχοντάκης.

Από τη δεκαετία του ’80 η επιχείρηση μπήκε πιο ενεργά στην χονδρική πώληση με εξυπηρέτηση καφετεριών, με τη λειτουργία της βιοτεχνίας στο ΒΙΟΠΑ αργότερα και την εισδοχή στον χώρο των super market με συσκευασμένο καφέ. «Στη δεκαετία του ’70 όταν ο κόσμος μιλούσε για καφέ όλοι καταλάβαιναν τον ελληνικό και τον φραπέ. Πλέον αυτό έχει αλλάξει, υπάρχει ο φίλτρου, ο espresso, και πάρα πολλά προϊόντα. Είναι πολύ μεγάλο γεγονός για μας ότι έχουμε καταφέρει και έχουμε μπει σε ένα χώρο όπου κυριαρχούσαν οι πολυεθνικές. Πριν από 20 χρόνια ποιος θα φαντάζονταν ότι θα μπορούσε να κυκλοφορεί και ελληνικός espresso που να είναι εξίσου ποιοτικός με τον ιταλικό; Οταν υπάρχει εμπειρία, εκπαίδευση, όρεξη μπορείς να τα καταφέρεις» εξηγεί ο κ. Αρχοντάκης.

Πέρα από τον κατάστημα λιανικής στη Μουσούρων, η επιχείρηση διαθέτει εδώ και μερικές εβδομάδες μια υπερσύγχρονη μονάδα έκτασης 4.000 τ.μ. στη θέση “Κόκκινος Πύργος” στη Σούδα, στην οποία εντός των επομένων εβδομάδων θα λειτουργήσουν εργοστάσιο καφέ και σοκολάτας! Ρωτάμε τον συνομιλητή μας για τις πιο σημαντικές στιγμές αυτής της πορείας. «Είναι πάρα πολλά αυτά που μπορούμε να θυμηθούμε. Προσωπικά δεν μπορώ να ξεχάσω την πρώτη μεγάλη παραγγελία με 100 παλέτες. Ηταν μια τεράστια πρόκληση για όλους μας και χωρίς τους ανθρώπους μας να βάλουν “μπέτη” δεν θα το πετυχαίναμε, χωρίς την οικογένεια, τους εργαζόμενους που είναι τα παιδιά της επιχείρησης! Ηταν πολλές και οι δύσκολες στιγμές γιατί τα χαστούκια που δέχεσαι είναι πάρα πολλά και σίγουρα κάποια στιγμή θα πέσεις κάτω αλλά πάντα καταφέρνουμε να σηκωθούμε και να συνεχίζουμε την πορεία μας». Για τον Μάνθο Αρχοντάκη η χαρά είναι μεγάλη όταν «πάμε εκτός Χανίων, στην υπόλοιπη Ελλάδα και στο εξωτερικό και συναντάμε Χανιώτες που μας ρωτάνε αν φέραμε καφέ για να πάρουν μια γεύση των Χανίων ή επίσης όταν κάποιος φεύγει στο εξωτερικό να δει συγγενείς και φίλους και παίρνει μαζί του συσκευασίες με καφέ από τον Αρχοντάκη». Και μπορεί οι παλαιότεροι να θυμούνται με νοσταλγία το παρελθόν, τις γεύσεις και τα αρώματα της εποχής τους αλλά η σύγχρονη εποχή δίνει δυνατότητες για πολύ ποιοτικά προϊόντα. «Παλιά το ψήσιμο του καφέ, το κόψιμο γίνονταν με το μάτι. Πλέον είναι στη διάθεση μας τα πιο σύγχρονα ηλεκτρονικά συστήματα που εξασφαλίζουν την ποιότητα με κάθε τρόπο. Σε αυτήν την τροχιά έχουμε μπει με τη νέα μας μονάδα» καταλήγει…
“KΥΠΡΟΣ”
Το παλαιότερο γυράδικο των Χανίων

 

 

Μια μετονομασία, αρκετούς συνεταίρους, φανατικούς πελάτες και τον άτυπο τίτλο του παλαιότερου γυράδικου στα Χανιά έχει το “Κύπρος”, ένα από τα κλασικά στέκια των Χανιωτών από το 1965 μέχρι και σήμερα. Το κατάστημα πρωτολειτούργησε ως “Αμέρικα” το 1965, όμως μετά τα γεγονότα του 1974 μετονομάσθηκε σε “Κύπρος” αφού οι τότε ιδιοκτήτες θέλησαν να εκφράσουν τη στήριξή τους στους κατοίκους του μαρτυρικού νησιού. Το 1976 αρχικά ως υπάλληλος, μετά από ένα χρόνο ως συνεταίρος και τα τελευταία δύο χρόνια ως μόνος ιδιοκτήτης ο Βασίλης Ζαχαριουδάκης, με τα παιδιά του Στέλιο και Μιχαέλα να συνεχίζουν την οικογενειακή παράδοση.

«Δεκαετία του ’70 και στον γύρο τότε βάζαμε κιμά μοσχάρι, δεν υπήρχε ούτε χοιρινό, ούτε κοτόπουλο. Δεν ήταν κατεψυγμένος, τον αλέθαμε εδώ στο μαγαζί και τον κάναμε γύρο. Αυτό διατηρήθηκε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’80 όταν μπήκε το χοιρινό και απαγορεύτηκε ο κιμάς. Στα Χανιά τότε τα σουβλατζίδικα ήταν μετρημένα, του Καλαϊτζάκη στη “Ρέμβη”, το “Κανάντια” δίπλα μας στην Αποκορώνου. Θυμάμαι το σουβλάκι να πουλιέται στις 5 δεκάρες και την ποικιλία να κοστίζει 1,5 δραχμή» αφηγείται ο κ. Βασίλης. Πελάτες πολλοί και σταθεροί όλα αυτά τα χρόνια. «Το πιστεύεις ή όχι, έρχεται Χανιώτης που πάει στα παιδιά του ή σε κάτι συγγενείς του στο εξωτερικό και λίγο πριν πάει στο αεροδρόμιο παίρνει 10-12 σουβλάκια σε μια κούτα για να τους τα κρατάει! Αλλά και πολλοί άλλοι φαντάροι, φοιτητές, μαθητές που ξέρουν το μαγαζί. Μου έτυχε περίπτωση πρόσφατα να μπουν παιδιά στο μαγαζί και να βγάζουν τα κινητά και να παίρνουν τηλέφωνο και να λένε “μπαμπά, μπαμπά το βρήκαμε”. Τους ρωτάω λοιπόν “τι βρήκατε ρε παιδιά”. “Ο μπαμπάς μας ήταν εδώ φαντάρος και μας είπε μόλις φτάσετε στα Χανιά, για σουβλάκι μόνο στο “Κύπρος”! Πάρα πολλά τα περιστατικά γιατί για πολύ κόσμο, ο γύρος στα Χανιά είχε συνδυαστεί με το “Κύπρος”» τονίζει ο κ. Ζαχαριουδάκης.

Ζητάμε από τον κ. Βασίλη να θυμηθεί άλλα περιστατικά από την πορεία του μαγαζιού. «Δεν θα ξεχάσω το συμβάν όταν ένας τουρίστας πελάτης πήγε να πληρώσει και διαπίστωσε ότι είχε χάσει το πορτοφόλι του. Το έψαξε ο άνθρωπος δεν το βρήκε, έφυγε, είχε χάσει 1200 ευρώ. Μετά ένα γκαρσόνι δικό μας το βρήκε στο καλαθάκι της τουαλέτας άδειο από χρήματα. Ψάχνω τις κάμερες και βλέπω τη στιγμή που σηκωνόταν ο τουρίστας να του πέφτει το πορτοφόλι στο πάτωμα χωρίς να το καταλάβει και ένας άλλος πελάτης που καθόταν παραδίπλα, με τρόπο να το τραβάει προς το μέρος του με το πόδι του, να το παίρνει και να πηγαίνει στην τουαλέτα. Τον ήξερα αυτόν, τον κάλεσα λοιπόν στο μαγαζί και του ζήτησα να επιστρέψει πίσω τα χρήματα. Τα γύρισε πίσω και πήγα λοιπόν σε διάφορα ξενοδοχεία αναζητώντας τον τουρίστα για να του τα επιστρέψω. Δεν τον βρήκα παρά τις προσπάθειες και έτσι τα χρήματα τα δώσαμε σε ένα υπάλληλο που αντιμετώπιζε σοβαρό οικογενειακό πρόβλημα. Οπως επίσης δεν θα ξεχάσω όταν αποφασίσαμε να βγάλουμε το τζουκ μποξ που είχαμε στο μαγαζί. Αιτία; Ενας άγριος τσακωμός μεταξύ πελατών ναυτών για το ποιο τραγούδι θα έπαιζε!».

Τι κρατάει όμως το κατάστημα τόσα χρόνια στην τοπική αγορά, όταν ο αριθμός των οβελιστηρίων είναι τεράστιος και τα συναντάς σχεδόν σε κάθε γωνιά της πόλης; «Αυτό που λέω και στα παιδιά μου και στο προσωπικό είναι ότι μην κάνεις ότι δεν θα σου άρεσε να σου κάνουν. Οταν πας να φας κάπου δεν θέλεις καθαριότητα; Επιβάλλεται λοιπόν να είσαι καθαρός και η κουζίνα σου να λάμπει! Δεν θέλεις ποιότητα; Το κρέας σου πρέπει να είναι άριστο, να μην μυρίζει, να μην είναι κατεψυγμένος γύρος και έτσι το συνεχίζουμε και βέβαια να έχεις καλές τιμές. Φέτος το χοιρινό πήγε στα ύψη και αναγκαστικά αυξήσαμε την τιμή 20 λεπτά γιατί δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι διαφορετικό αλλά και πάλι παραμένουμε σε χαμηλές τιμές» επισημαίνει ο κ. Ζαχαριουδάκης, ενώ σε ό,τι αφορά το προφίλ του καλού σουβλατζή, πιστεύει ότι πρέπει να βασίζεται «στην καθαριότητα, στους καλούς τρόπους, στην επιδεξιότητα στο τύλιγμα αλλά και στη γρηγοράδα για να τρέχουν οι παραγγελίες». Οσο για το μέλλον του “Κύπρος”, ο ιδιοκτήτης είναι αισιόδοξος. «Αποχώρησαν οι συνέταιροι μου λόγω συνταξιοδότησης και συνεχίζω με τα παιδιά μου. Στους στόχους μας να το επεκτείνουμε, κάτι έχουμε στο νου, παρά του ότι είμαστε στην κρίση και σε δύσκολες εποχές, χάρις στη στήριξη του κόσμου πιστεύω ότι θα το πετύχουμε» είναι τα λόγια του.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα