Κυριακή, 1 Σεπτεμβρίου, 2024

Οικονοµικές πολιτικές µεταφοράς πλούτου

Υπάρχουν πολλές οικονοµικές πολιτικές που µεταφέρουν πλούτο ή στερούν πλούτο από τους πολίτες µιας χώρας. Πολλές χώρες που ακολουθούν τέτοιες πολιτικές ενώ έχουν πλούτο από τα εµπορικά πλεονάσµατα, δεν το διαχέουν στους πολίτες τους για να βελτιώσουν την ζωή τους αλλά τον δαπανούν σε εξοπλισµούς. Αυτό συνήθως συµβαίνει σε απολυταρχικά καθεστώτα όπου οι λαοί δεν έχουν το δικαίωµα να αντιδράσουν σε τέτοιες άδικες πολιτικές. 

Μεγάλη διαφορά επιτοκίων δανεισµού και καταθέσεων: Όταν µια χώρα καθορίζει τα επιτόκια τόσο για τον δανεισµό όσο και για τις καταθέσεις, διαδραµατίζεται µια διπλή µεταφορά πλούτου: από τους καταθέτες προς τους δανειολήπτες και από τους καταθέτες προς το τραπεζικό σύστηµα. Η διαφορά µεταξύ των επιτοκίων δανεισµού και χορηγήσεων, γνωστή ως spread, αντιπροσωπεύει ουσιαστικά το κέρδος που εξασφαλίζουν οι τράπεζες από τη διαµεσολάβησή τους µεταξύ καταθετών και δανειοληπτών. Αυτή η διαδικασία, όπου ο πλούτος µεταφέρεται στο τραπεζικό σύστηµα, προέρχεται κυρίως από τους καταθέτες, οι οποίοι αντιµετωπίζουν συχνά χαµηλότερα επιτόκια στις καταθέσεις τους σε σχέση µε τα επιτόκια που επιβάλλονται στους δανειολήπτες.

Αυτός ο µηχανισµός επιτρέπει στις τράπεζες να επωφελούνται από τη διαφορά των επιτοκίων, αυξάνοντας τα κέρδη τους σε βάρος των καταθετών. Ενώ αυτή η πρακτική υποστηρίζει τη λειτουργία και τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήµατος, ταυτόχρονα αναδεικνύει την ανάγκη για ισορροπηµένη και δίκαιη κατανοµή των οικονοµικών οφελών µεταξύ των διαφόρων οικονοµικών φορέων.

Τεχνική υποτίµηση νοµίσµατος: Η υιοθέτηση από µια χώρα µιας πολιτικής που επιδιώκει τη διατήρηση µιας τεχνητά υποτιµηµένης συναλλαγµατικής ισοτιµίας, ουσιαστικά εξισώνεται µε την επιβολή εµµέσων δασµών στις εισαγωγές και ταυτόχρονα µε την παροχή επιδοτήσεων στις εξαγωγές. Αυτή η στρατηγική δηµιουργεί µια µεταφορά πλούτου από τους καταναλωτές, οι οποίοι ενδέχεται να επιθυµούν να αγοράσουν ξένα προϊόντα, προς τους παραγωγούς και τους εξαγωγείς που απευθύνονται σε διεθνείς αγορές.

Αυτή η προσέγγιση ενθαρρύνει την εγχώρια παραγωγή και ενισχύει το εξαγωγικό προφίλ της χώρας, προσφέροντας ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτηµα στα εγχώρια προϊόντα σε σχέση µε τα εισαγόµενα. Ωστόσο, αυτή η πολιτική µπορεί να οδηγήσει σε διεθνείς εντάσεις, καθώς άλλες χώρες µπορεί να αντιληφθούν τέτοιες κινήσεις ως αθέµιτο ανταγωνισµό. Επιπλέον, η µακροχρόνια εφαρµογή τέτοιων πολιτικών µπορεί να προκαλέσει οικονοµικές ανισορροπίες και να επηρεάσει τη διεθνή συνεργασία και το εµπόριο καθώς δηµιουργεί εµπορικά ελλείµατα στις χώρες όπου εξάγονται τα εµπορεύµατα.

Χαµηλοί µισθοί: Η πρακτική του να κρατούνται οι αυξήσεις των µισθών σε επίπεδα χαµηλότερα από την ανάπτυξη της παραγωγικότητας των εργαζοµένων αποτελεί µια µορφή οικονοµικού φόρου που ευνοεί τη µεταφορά πλούτου από τους εργαζόµενους προς τους εργοδότες. Αυτός ο µηχανισµός ενισχύει τα κέρδη των επιχειρήσεων εις βάρος της αγοραστικής δύναµης και της ευηµερίας των εργαζοµένων. Ενώ οι επιχειρήσεις επωφελούνται από υψηλότερα κέρδη και αυξηµένη ανταγωνιστικότητα, οι εργαζόµενοι αντιµετωπίζουν στασιµότητα ή µείωση της πραγµατικής αξίας των εισοδηµάτων τους.

Αυτή η δυναµική έχει σηµαντικές κοινωνικοοικονοµικές συνέπειες, καθώς µπορεί να οδηγήσει σε αυξανόµενη οικονοµική ανισότητα και να επηρεάσει αρνητικά την κοινωνική συνοχή. Η ανάγκη για ισορροπηµένη κατανοµή των οφελών της ανάπτυξης της παραγωγικότητας µεταξύ εργαζοµένων και εργοδοτών είναι κρίσιµη για τη διασφάλιση µιας δίκαιης και βιώσιµης οικονοµικής ανάπτυξης.

Σκόπιµα τεχνητά χαµηλά επιτόκια: Η πρακτική της οικονοµικής καταστολής, η οποία περιλαµβάνει τον καθορισµό των επιτοκίων σε τεχνητά χαµηλά επίπεδα, αποτελεί µια οικονοµική στρατηγική που ευνοεί τη µεταφορά πλούτου από τους αποταµιευτές προς τους δανειολήπτες. Αυτό συµβαίνει διότι, σε γενικές γραµµές, τα νοικοκυριά λειτουργούν κυρίως ως αποταµιευτές, ενώ ο επιχειρηµατικός και ο δηµόσιος τοµέας συχνά εµφανίζονται ως δανειολήπτες. Σε αυτό το πλαίσιο, τα χαµηλά επιτόκια µπορούν να οδηγήσουν σε µια έµµεση µεταφορά οικονοµικών πόρων από τα νοικοκυριά προς τις επιχειρήσεις και την κυβέρνηση.

Αυτός ο µηχανισµός έχει σηµαντικές επιπτώσεις στην οικονοµική διάρθρωση και την κατανοµή πλούτου σε µια οικονοµία, καθώς οι αποταµιευτές βρίσκονται αντιµέτωποι µε µειωµένα έσοδα από τις αποταµιεύσεις τους, ενώ οι δανειολήπτες επωφελούνται από φθηνότερη πρόσβαση στο κεφάλαιο. Ενώ αυτή η προσέγγιση µπορεί να στηρίξει την επέκταση της επιχειρηµατικής δραστηριότητας και την υλοποίηση δηµοσίων έργων, ενδέχεται επίσης να οδηγήσει σε αυξηµένη οικονοµική ανισότητα και να περιορίσει την αγοραστική δύναµη των νοικοκυριών.

Αυτού του είδους οι οικονοµικές πολιτικές, στοχεύουν προς την ενίσχυση της παραγωγής και την προώθηση των εξαγωγών, εξαπλώνονται µέσω δύο αλληλένδετων µηχανισµών. Αρχικά, η ενίσχυση των παραγωγών µε χρήση φθηνής εργασίας, προσιτών δανείων και υποτιµηµένου νοµίσµατος παρέχει στις επιχειρήσεις τα απαραίτητα κεφάλαια για την ανάπτυξη της παραγωγικής τους δυναµικότητας. Ταυτόχρονα, αυτή η στρατηγική προσφέρει στις επιχειρήσεις ένα σηµαντικό πλεονέκτηµα ως προς το κόστος σε σχέση µε ξένες εταιρείες που δεν έχουν πρόσβαση σε τέτοιου είδους οφέλη.

Αυτή η διπλή διαδικασία ενισχύει την ανταγωνιστικότητα των εγχώριων παραγωγών στη διεθνή αγορά, διευκολύνοντας την εξαγωγική τους δραστηριότητα. Αυτό επιτρέπει στις επιχειρήσεις να επεκτείνουν την παρουσία τους σε νέες αγορές και να αυξήσουν το µερίδιο αγοράς τους, ενισχύοντας ταυτόχρονα την εθνική οικονοµία µέσω της αύξησης των εσόδων από τις εξαγωγές.

Χώρες που κατέχουν εµπορικό πλεόνασµα τείνουν να αποδίδουν αυτή την επιτυχία στις οικονοµικές αρετές και στο ήθος εργασίας των πολιτών τους. Στην πραγµατικότητα όµως έχουν στερήσει πλούτο στους πολίτες τους και έχουν µεταφέρει και πλούτο από µια οµάδα σε µια άλλη οµάδα.

Αυτή η προσέγγιση έχει βαθύτερες συνέπειες και αντικατοπτρίζεται σε πολλές πτυχές της παγκόσµιας οικονοµίας. Πρώτον, η χρήση φθηνής εργατικής δύναµης αυξάνει τα κέρδη των εταιρειών και την ικανότητά τους να επεκταθούν και να καινοτοµήσουν, αλλά εγείρει ερωτήµατα σχετικά µε τις συνθήκες εργασίας και τα εργασιακά δικαιώµατα. ∆εύτερον, η προσβασιµότητα σε φθηνά δάνεια ενθαρρύνει την επέκταση και την ανάπτυξη, αλλά µπορεί επίσης να οδηγήσει σε υπερχρέωση και οικονοµική ανισορροπία. Τρίτον, η υποτίµηση του νοµίσµατος µπορεί να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών, αλλά επίσης µπορεί να προκαλέσει ανησυχίες για νοµισµατικούς πολέµους και να επηρεάσει την αγοραστική δύναµη των καταναλωτών.

Εν τέλει, ενώ αυτές οι πρακτικές µπορεί να προσφέρουν σηµαντικά οικονοµικά οφέλη στους παραγωγούς και να συµβάλουν στην ανάπτυξη της παραγωγικής τους ικανότητας, είναι κρίσιµο να ληφθούν υπόψη οι πιθανές αρνητικές συνέπειες. Η εξισορρόπηση µεταξύ ανάπτυξης και δικαιοσύνης, καθώς και η βιωσιµότητα των επιχειρηµατικών και οικονοµικών µοντέλων, παραµένει µια σηµαντική πρόκληση για τις παγκόσµιες οικονοµίες.

*Ο Γιώργος Ατσαλάκης είναι oικονοµολόγος, αναπληρωτής καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης ∆εδοµένων και Πρόβλεψη


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα