Το να ελπίζει κανείς ότι μπορεί να αλλάξει κάτι σε αυτή την κατάσταση, πέραν της φυσικής ελπίδας και εσωτερικής κλίσης για το καλύτερο, δεν προσδίδει τίποτε περισσότερο στην όλη επικρατούσα κατάσταση καθώς τα προσεφερόμενα δεδομένα δεν παραπέμπουν σε κάτι ουσιαστικά διαφορετικό.
Ούτε και οι προοπτικές προμηνύουν σαρωτικές αλλαγές στην κοινωνία και την οικονομία, σε μια χώρα που έχει εδώ και πολύ καιρό απολέσει τις δυνατότητες αναγωγής της σε πρωτοπόρο στο αναπτυξιακό προτσές ή εναρμονισμού της με τα νέα δεδομένα που επικρατούν στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Μια σπίθα όμως αρκεί για να αλλάξει τα δεδομένα. Η Ελλάδα δεν αναπτύσσεται γιατί πολύ απλά για να γίνει αυτό, θα πρέπει να υπάρξει προοπτική για ανάπτυξη μέσω δυνατοτήτων πλήρωσης των τεράστιων κενών στην οικονομία, δεδομένης της επιδεινούμενης φοροεπιδρομής στα νοικοκυριά, με ορατές πλέον συνέπειες στην ανταπόκριση των πολιτών σε όλα τα επίπεδα.
Βέβαια οι κυβερνώντες, ως είθισται, από το 2010 και μετά τάζουν οικονομική ανάταξη από έτος σε έτος, διακηρύσσοντας ότι από μέρα σε μέρα τα αναπτυξιακά ποσοστά διαμορφώνονται προς το καλύτερο, συμπεριλαμβανομένης της υποτιθέμενης αναπλήρωσης των κενών με νέους νόμους και νομοθετικές διατάξεις προς όφελος του δήθεν προβαλλόμενου κοινού καλού.
Το ίδιο βέβαια κάνει και η αντιπολίτευση -τουλάχιστον μέχρι τις επόμενες εκλογές- διαλαλώντας ότι η ατμομηχανή της ανάπτυξης θα λάβει χώρα μετά την απομάκρυνση του ΣΥΡΙΖΑ από την εξουσία.