Κάτσε αντράκι μου στο σπίτι με τέτοια κάψα και μη γυρίζεις ούλη μέρα όξω τση ήλιους να πάθεις πράμα… με συργούλευε τα χρόνια εκείνα η μάνα μου.
Αλλά γω μόλις ξυπνούσα άρπαζα την φετάρα με το ανθόγαλο που μούχε κάνει, κρεμνούσα το λάστιχο στο λαιμό μου και γινόμουν λαγός.
Χωρίς καπελάκια αντηλιακά και κρέμες, ξυπόλυτοι και με κοντά πατελονάκια, γυρίζαμε ούλη μέρα στις πλατείες και στους δρόμους στα χωράφια και στα λιβάδια…
Παίζαμε μπάλες και ξυλίκια το μπούτι και το χωστό,κλέφτες κ χωροφυλάκους,φτιάχναμε πατίνια και τσουριά,κυνηγούσαμε τζιτζίκους,μπουμπούρους και πουλιά…
Σπούσαμε και κάνα λαϊνι στις κακές θείες που μας μάλωναν … έτσι για να μάθουν.
Σκαρφαλώναμε στην κορφή στους στύλους του ΟΤΕ για να ακούμε ένα ζιιν από τα σύρματα, βγαίναμε πάνω στα δεντρά σαν μαϊμούδες και τρώγαμε μούρνα, αμπουρνέλες,απίδια, βερύκοκα, αμύγδαλα, σταφύλια σύκα και ότι άλλο φρούτο άρχιζε να κοκκινίζει… λίγα απ΄αυτά πρόκαναν να ωριμάζουν.
Όλα τα φρούτα ήταν δικά μας… όλος ο κόσμος ήταν δικός μας.
Αξέχαστα χρόνια..!!!!