Την επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας από 1,4% φέτος στο 2,3% το 2018, προβλέπει ο ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) με την έκθεση του για τις οικονομικές προοπτικές των χωρών – μελών του (Economic Outlook) που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα, ενώ επαναλαμβάνει τη θέση του για την ανάγκη περαιτέρω αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους. Για το 2019, ο ΟΟΣΑ προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2%. Η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις θα είναι οι οδηγοί της ανάκαμψης, καθώς θα ανταποκριθούν στη μειωμένη πολιτική αβεβαιότητα και τη σταδιακή βελτίωση των χρηματοδοτικών συνθηκών, ενώ οι εξαγωγές αναμένεται ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται, στηριζόμενες στην αυξανόμενη εξωτερική ζήτηση, σημειώνει ο ΟΟΣΑ. Η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος της ΕΕ τον Ιούνιο του 2017 ενίσχυσε την εμπιστοσύνη, στηρίζοντας τη δραστηριότητα. Η αύξηση της απασχόλησης στηρίζει τα εισοδήματα και την ιδιωτική κατανάλωση, αν και πολλές νέες θέσεις είναι προσωρινές ή μερικής απασχόλησης με τον κατώτατο μισθό, προσθέτει. «Η βελτιωμένη ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας ενισχύει τις εξαγωγές προϊόντων, ενώ η παγκόσμια ανάκαμψη στηρίζει τα έσοδα από τον τουρισμό», σημειώνεται στην έκθεση.
Για την ανεργία, ο ΟΟΣΑ προβλέπει τη μείωση του ποσοστού της από το στο 21,7% φέτος και στο 20,5% το 2018 από 23,5% το 2016, ενώ για το 2019 αναμένει να υποχωρήσει στο 19,5%. «Η πλεονάζουσα παραγωγική δυναμικότητα μειώνεται, αλλά παραμένει εξαιρετικά μεγάλη, περιορίζοντας τις πιέσεις στις τιμές και τους μισθούς». Ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι ο πληθωρισμός (εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή) θα διαμορφωθεί στο 1,2% φέτος, στο 1% το 2018 και το 1,2% το 2019. Για το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών προβλέπει πλεόνασμα 0,4% του ΑΕΠ φέτος και το 2018 και πλεόνασμα 0,1% του ΑΕΠ το 2019.
Όσον αφορά στην πορεία των δημόσιων οικονομικών, ο Οργανισμός σημειώνει ότι η κυβέρνηση είναι σε τροχιά να επιτύχει φέτος πρωτογενές πλεόνασμα 2,2% του ΑΕΠ. «Οι συνεχιζόμενες βελτιώσεις στην είσπραξη των εσόδων και το τέλος των προσωρινών προγραμμάτων δαπανών στηρίζουν τον προϋπολογισμό και αντισταθμίζουν τις μειώσεις στους συντελεστές φορολογίας φυσικών προσώπων και την αυξημένη δημόσια κατανάλωση», αναφέρει, προσθέτοντας: «Η μειωμένη αβεβαιότητα για τα δημόσια οικονομικά οδήγησε στην αναβάθμιση του αξιόχρεου του δημοσίου και σε χαμηλότερα spreads για το δημόσιο χρέος και επέτρεψε στην κυβέρνηση να εκδώσει το πρώτο της ομόλογο μετά από τρία χρόνια. Η βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης και οι έλεγχοι στις δαπάνες αναμένεται να αυξήσουν τα πρωτογενή πλεονάσματα το 2018 και το 2019».
Για το δημόσιο χρέος, ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι μία σταθερή πτωτική πορεία του απαιτεί βιώσιμες προσπάθειες για την ενίσχυση της δυνητικής παραγωγής και πρόσθετη αναδιάρθρωση χρέους. Προβλέπει ότι το δημόσιο χρέος (με βάση τον ορισμό του Μάαστριχτ) θα μειωθεί φέτος στο 177,9% του ΑΕΠ από 180,8% το 2016 και θα υποχωρήσει περαιτέρω στο172,8% το 2018 και το 169,3% το 2019.
Για τις τράπεζες, ο ΟΟΣΑ αναφέρει ότι το υψηλό απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) τους ενισχύει τους κινδύνους και περιορίζει τον τραπεζικό δανεισμό. «Η σταδιακή θεραπεία και πώληση των δανείων τους, με παράλληλη διασφάλιση επαρκών κεφαλαιακών αποθεμάτων, αποτελεί προτεραιότητα», σημειώνει. Αναφέρει, ακόμη, ότι η πρόσβαση των τραπεζών σε χρηματοδότηση βελτιώνεται. «Αν και οι καταθέσεις που χάθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν έχουν επιστρέψει ακόμη, η πρόσβαση των τραπεζών στη διατραπεζική αγορά αυξάνεται, ενώ μειώνεται η χρήση της έκτακτης χρηματοδότησης από την κεντρική τράπεζα. Ωστόσο οι τράπεζες συνεχίζουν να μειώνουν τις χορηγήσεις δανείων τους», σημειώνεται.
Ο ΟΟΣΑ αναφέρει ότι το σύστημα κοινωνικής προστασίας μπορεί να εστιασθεί καλύτερα στην προστασία των οικογενειών, ιδιαίτερα εκείνων με παιδιά και γονείς χωρίς εργασίας.