Οι συνήθειες και οι παραδόσεις της παλιάς εποχής γίνανε παροιμίες διδακτικές και εξακολουθούν ακόμα να έρχονται στις μνήμες πολλών ηλικιωμένων και τις διηγούνται όταν συναντηθούν με τους νέους για να τις έχουν ως παραδείγματα στη διαδρομή της ζωής τους.
Τα παλιά χρόνια δεν υπήρχανε κρεβάτια για να παρέχουν τον ύπνο και την ξεκούραση των ανθρώπων. Με το ενδιαφέρον τους προχωρούσανε στην αυτοσχέδια ξύλινη κατασκευή αυτών και μετά από αρκετά χρόνια στη μεταλλική κυρίως για τους γονείς και τους παππούδες. Τα παιδιά κοιμότανε κατάχαμα το ένα δίπλα στο άλλο σκεπασμένα με τα ίδια στρωσίδια. Όμως χρειαζότανε μεγάλη προσοχή στην κατασκευή τους για να παρέχουν ασφάλεια κατά την ώρα του ύπνου.
Επάνω σε αυτά δεχότανε τα στρώματα από ύφασμα γεμάτα με μικρά τεμάχια από υφάσματα, από μαλλιά των προβάτων τους και επάνω από αυτά τις κουβέρτες και τα παπλώματα. Το πρωί μετά τον ύπνο όφειλε η κάθε νοικοκυρά να το στρώσει για να είναι έτοιμο το βράδυ να τους ξαναδεχθεί. Ορισμένοι από τη βιασύνη ή την αμέλειά τους η κατασκευή τους ήτανε πρόχειρη και επικίνδυνη κατά την ώρα του ύπνου. Εάν κάποια στιγμή θέλανε να γυρίσουν το σώμα τους από την άλλη μεριά το κρεβάτι διέλυε και όλα μαζί: ξύλα, στρωσίματα και το ανδρόγυνο γινότανε ένας σωρός και χάνανε τον ύπνο και την ξεκούρασή τους.
Αυτό το γεγονός συνέβη τα παλιά χρόνια σε μια οικογένεια που το είχε ακούσει ένας ηλικιωμένος από τον παππού του ότι είχε κατασκευάσει καινούριο κρεβάτι με ξύλα αλλά μετά από μικρό χρονικό διάστημα εκεί που κοιμότανε το ανδρόγυνο τη νύχτα ξεκαρφώθηκε και σωριαστήκανε όλοι μαζί κάτω και φοβηθήκανε μήπως έγινε σεισμός και φωνάζανε.
Τις φωνές άκουσε το γειτονικό σπίτι και πρωί – πρωί πήγε η γειτόνισσα και τους ρώτησε: Τι πάθατε τη νύχτα και με τις φωνές σας ξυπνήσαμε. Συνέβη πράμα σοβαρό; Και της απάντησε: το κρεβάτι μας ξεκαρφώθηκε και πέσαμε κάτω. Δόξα το Θεό δεν πάθαμε τίποτε, μόνο τον ύπνο που χάσαμε. Και της είπε φεύγοντας: όποιοι κάνουν πρόχειρες δουλειές, αυτά παθαίνουν.
Δεν έφτανε μόνο αυτό. Μετά το μάθανε όλοι οι χωριανοί και όλοι κάνανε έλεγχο στα κρεβάτια τους προσθέτοντας για σιγουριά και καμιά πρόκα παραπάνω. Το ίδιο ίσχυε και για τα σκεπάσματα που προσέχανε να είναι καλά στρωμένα στο κρεβάτι για να προσφέρουν καλό ύπνο αλλά και να μην πέσουν κάτω να ξυπνούν και να ξανασκεπαστούν. Ορισμένοι στο χωριό κάνανε αστεία όταν κάποιος ήτανε κρυωμένος και έβηχε, του λέγανε: «Η γυναίκα σου δεν έστρωσε καλά το κρεβάτι και κρύωσες.»
Αυτό μετά έμεινε να λέγεται από όλους. Όπως θα στρώσεις θα κοιμηθείς και επειδή ήτανε καλό και χρήσιμο το τοποθετήσανε στις πρώτες θέσεις στις παροιμίες.
Από τότε και μετά η κάθε οικογένεια και το κάθε επάγγελμα το πήρανε ως βάση να το εφαρμόζουν με πολύ αυστηρότητα για να έχουν πρόοδο παντού. Με αφορμή το αυτοσχέδιο κρεβάτι της παλιάς εποχής μπήκανε όλα στη θέση τους και παντού υπήρχε δημιουργία και πρόοδος.
Όμως, όσο περνούσανε τα χρόνια ο αγώνας των ανθρώπων συνεχιζότανε με πολλές προσπάθειες για να φύγουν από τα δύσκολα βιώματα που περάσανε. Πρώτα στηριζότανε από τη δύναμη του ουράνιου πατέρα όπως λέγανε και μετά στη δική τους. Όλες τις παροιμίες τις εκτελούσανε και τον βοηθούσανε να ανέβει πιο σύντομα εκεί που επιθυμούσε. Οι λίγες αποτυχίες από τους λίγους αδιάφορους δεν σταθήκανε ποτέ εμπόδιο στην πρόοδό τους.
Τα αποτελέσματα της παρούσας παροιμίας θα τα περιγράψουμε με ορισμένα ζωντανά παραδείγματα που έχουν συμβεί στο παρελθόν και τα οποία δεν μπορέσανε να πείσουν το σύνολο των ανθρώπων για να υποχωρούν στα σφάλματα των ολίγων.
Την περίοδο μετά το 1955 ένας ηλικιωμένος που είναι σήμερα 85 ετών δεν είναι ούτε ένας μήνας που τον συναντήσαμε και μας είπε ένα γεγονός που έχει σχέση με την παροιμία. Ο αγροφύλακας του χωριού είχε κάνει πάνω από πέντε μηνύσεις σε ένα χωριανό του βοσκό γιατί τα πρόβατά του μπήκανε στα σπαρτά των χωριανών στην περιοχή στους πρόποδες του Βρύσινα παρότι συχνά του έκανε συστάσεις να προσέχει τις περιουσίες των χωριανών και γιατί ήτανε ο μόνος βοσκός που έκανε ζημιές σε όλη την περιοχή.
Σε ένα μήνα ο ταχυδρόμος έφερε τις κλήσεις από το αγρονομείο της περιοχής και τις πήγε στο καφενείο για να τις δώσει ο καφετζής στο βοσκό να ενημερωθεί για την κατηγορία και για την ημέρα της δίκης.
Πήγε κανονικά και κάθισε στην καρέκλα του κατηγορούμενου. Από τον πρόεδρο άκουσε τις κατηγορίες που τον βαρύνανε. Αυτός μετά στην απολογία του είπε ότι ο αγροφύλακας τον κυνηγά άδικα αλλά ο αγρονόμος δεν τον πίστεψε. Όμως σκέφτηκε ότι έχει πολλά παιδιά και επειδή οι ιδιοκτήτες των χωραφιών δεν είχανε αξιώσεις του είπε: κατηγορούμενε, σήκω επάνω, για τελευταία φορά δεν σε δικάζω αλλά από σήμερα και μετά: όπως θα στρώσεις θα κοιμηθείς. Όταν σε ξαναδώ μέσα εδώ δεν πρόκειται να σε απαλλάξω αλλά και πιο αυστηρά θα σε τιμωρήσω.
Και στο γυμνάσιο αρρένων την ίδια εποχή ο φιλόλογος καθηγητής (Δ.Δ.) ήτανε πολύ αυστηρός και κάθε χρόνο άφηνε πολλά παιδιά στην ίδια τάξη γιατί δεν διαβάζανε.
Ένας μαθητής και σήμερα ηλικιωμένος 84 ετών από το ίδιο χωριό είπε: ο καθηγητής κάθε φορά που με έβγαζε στο μάθημα ήμουνα αδιάβαστος και μου έλεγε ότι αν συνεχίσω έτσι θα με αφήσει στην ίδια τάξη. Το βράδυ το είπα στους γονείς μου και έβαλα τα κλάματα γιατί πήγαινα μετά από το σχολείο: στις ελιές, στο περιβόλι, στο αμπέλι, στα πρόβατα κ.λπ. και δεν είχα χρόνο να διαβάσω. Όμως θέλανε να μάθω γράμματα για ένα καλύτερο μέλλον. Στη συνέχεια φοβήθηκα ότι θα γίνω αγρότης και βοσκός και έβαλα τα δυνατά μου να διαβάζω. Ακόμα και όταν έβοσκα τα πρόβατα έπαιρνα κοντά μου και το βιβλίο. Ο καθηγητής είχε τροπάριο να λέει στην τάξη: «όπως θα στρώσετε θα κοιμηθείτε». Εννοούσε αν διαβάζετε θα μάθετε γράμματα και θα πιάσετε δουλειά στην πόλη. Αυτή η παροιμία έπιασε τόπο είπε ο ηλικιωμένος και τα κατάφερα να φύγω από το χωριό και να είμαι σήμερα συνταξιούχος.
Και ένα ακόμα: Μια γειτόνισσα του παραπάνω ηλικιωμένου μια μέρα που συναντηθήκανε στη βρύση του χωριού του είπε: Γείτονα, βλέπεις το γιο μου το Γιώργη το καλοκαίρι γυρίζει στα πανηγύρια και το χειμώνα σε όλα τα χωριά με παρέες να τρώνε και να πίνουνε. Δεν θέλει να πάει να μάθει μια τέχνη στη χώρα. Πως θα καταντήσει στα υστερνά του, δεν ξέρω. Μάλλιασε η γλώσσα μου να του λέω «όπως στρώσεις θα κοιμηθείς, Γιώργη» αλλά χαμπάρι δεν παίρνει. Πες του σε παρακαλώ, καμιά καλή κουβέντα και μήπως σε ακούσει.
Σήμερα την παροιμία δεν την επαναλαμβάνει κανείς από τους γονείς στα παιδιά του, ούτε κι οι εκπαιδευτικοί στους μαθητές και ούτε οι υπεύθυνοι στις υπηρεσίες και στα επαγγέλματα. Που και που κάποιος ηλικιωμένος την επαναλαμβάνει όταν βρεθεί σε παρέα με νεότερους όταν αναφερθεί κάποια συνεχόμενη αποτυχία σε άτομα του κοινωνικού τους κύκλου.
Οι νέοι αδιαφορούν να τις ακούνε αλλά με το δικό τους τρόπο προσπαθούν και επιτυγχάνουν αυτό που επιθυμούν. Ορισμένοι αδιάφοροι όπως και στα παλιά χρόνια ζούνε σε βάρος άλλων και όταν το καταλάβουν λένε τη δική τους παροιμία που έχει το ίδιο νόημα: «στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα». Τώρα καλά να πάθω!