…«Το νυχτερινό σχολά,
κει που πέρναγες διαβάτη, κι’ ήταν όλα σκοτεινά…
Άξαφνα το φως τα λούζει, ξεπροβάλλουν τα παιδιά,
μάγουλα απ’το κρύο μπούζι, ποδαράκια σαν κλαδιά.
– – – – –
Ώρα έντεκα και κάτι, τα εργατόπαιδα σχολάν.
Στάσου προσοχή διαβάτη,
ήρωες μικροί περνάν…».
Οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου, αν και έπρεπε όλο να υπογραμμιστεί, αφού δηλώνει την ευαισθησία του αείμνηστου Αντώνη Σαμαράκη! Όταν άκουσα το τραγούδι πριν από χρόνια, ήξερα βέβαια τον ερμηνευτή Γιώργο Νταλάρα, καθώς και τον μουσικό Νικολόπουλο Χρήστο, ο οποίος μελώδισε με συγκίνηση τον ωραίο λόγο, του συγγραφέα της ανθρωπιστικής έκφρασης, όμως δεν ήξερα πως οι στίχοι ήταν του δημιουργού του “Αρνούμαι” του “Λάθους” και τόσων άλλων καταγγελτικών δημιουργιών. Αν και γνωρίζουν όλοι, τον συγκλονισμό του, τα ταξίδια του για τη δυστυχία των ανήμπορων ορφανεμέτων, ματωμένων παιδιών του πολέμου. Των πολέμων!!
…Παγκόσμια Ημέρα κατά της παιδικής εργασίας σήμερα, τώρα που διαβάζονται αυτές οι γραμμές Δευτέρα 12 του Ιούνη, κι είπα να κάνω ένα μικρό, τόσο δα “προσκύνημα” στους σημερινούς μικρούς σκλάβους… Δίχως εισαγωγικά. Έχουν χαρακτηριστεί με θλίψη εξ’ άλλου, θύματα της σύγχρονης δουλείας…
«…Όταν οι άγγελοι κλαίνε το χάραμα,
είναι που ξεκινάνε τα παιδιά για δουλειά…
Εκατομμύρια εκατόν εβδομήντα πέντε παιδιά, εργάτες, σκλάβοι παιδιών εκατομυρίων, κι εμείς αδιαφορούμε… Όταν οι άγγελοι κλαίνε την αυγή, είναι που τα παιδιά δεν θα παίξουν και σήμερα, δεν θα πάνε σχολείο, δεν θα γελάσουν αμέριμνα…
Πέτρες θα σπάσουν.
Χαλιά θα υφάνουν.
Καφέ θα μαζέψουν.
Μπάλες κι ό,τι άλλο θα κατασκευάσουν…
Παιδιά, παιδάκια, σκλάβοι του σήμερα, όνειδος και απέραντη αισχύνη μας.
Πολύ μου άρεσε αυτό το “ποιητικό θρήνημα” για την σκληρή μοίρα των φτωχών και πενόμενων Παιδιών του πλανήτη, και το παρέθεσα, ως έχει…
Κι από κείνα τα 128 (!!) εκατομμύρια τρυφερά παιδούλια στην υφήλιο, που για χίλιους λόγους ανάγκης και αγωνίας, βγαίνουν στο πικρό μεροκάματο, διαλέγουν κείνο στο λατομείο…, του κινδύνοου.
Μα, κι εκείνο στο λιοπύρι, που λειώνει σαν κεράκι• μα, κι εκείνο που τρεμουλιάζει κάτω από τον διαφεντευτή του κόπου του, καθώς κι εκείνο το φορτωμένο τις βαριές πέτρες.
Η φωτό, είναι γνωστή. Θα την θυμάστε, ίσως. Το μικρό, αγοράκι, στα τέσσερα ή τεσσεράμισυ. Οχι παραπάνω. Η πλάτη και τα χεράκια του, γεμάτα τσιμεντόλιθους.
Ιδιος ο Χριστός, στα νηπιακά Του χρόνια…
Το προσωπάκι του, στάζει δάκρυα κι ιδρώτα.
Είναι η “ρευστοποιημένη ντροπή” για τον Πολιτισμό μας.
Εὔγε καὶ πάλιν εὔγε!
Εἶναι πνευματικὴ διακονία αὐτὴν ἡ ἀφύπνησις συνειδήσεων.
Εὐχαριστοῦμε ἐκ βαθέων.