«[…] κι αργά στις πέτρες τις πυρρές χαράζονται τα γράμματα: νυν και αιέν και άξιον εστί…»
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ «ΤΟ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ»
Η Κνωσός έχει συνδεθεί άρρηκτα με την Βρετανική Σχολή Αθηνών, η οποία από το 1900 έως σήμερα ερευνά μία από τις σημαντικότερες θέσεις του αρχαίου κόσμου. 120 χρόνια συστηματικών ανασκαφών έχουν φωτίσει ποικιλοτρόπως την μακραίωνη ιστορία αυτού του κέντρου, από την 7η χιλιετία π.Χ. έως και την Ύστερη Αρχαιότητα.
Στο ερευνητικό κέντρο της Βρετανικής Σχολής Αθηνών, στη βίλα Αριάδνη στην Κνωσό που έζησε και εργάστηκε ο Άρθουρ Έβανς, συντελείται ένα σπουδαίο επιστημονικό ερευνητικό έργο με την επιμέλεια του Αρχαιολόγου Δρ Κωστή Χρηστάκη . Ο Κωστής Χρηστάκης σπούδασε Κλασική Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης (La Sapienza) και ολοκλήρωσε τις διδακτορικές του σπουδές (PhD) στο Πανεπιστήμιο του Bristol (Αγγλία). Δίδαξε στο Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης και σήμερα έχει την ευθύνη του Επιμελητή του συγκεκριμένου ερευνητικού κέντρου.
Το ερευνητικό κέντρο της Βρετανικής Σχολής Αθηνών μελετά αδιάλειπτα το βασίλειο του Μίνωα, την Κνωσό και την επικράτεια της
Διερευνάται και τεκμηριώνεται η εξέλιξη της «Κνώσιας χώρας»μέσα από παλιές και πρόσφατες έρευνες της Βρετανικής Σχολής Αθηνών. Ζητήματα πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης τίθενται στη διαχρονία, ταυτόχρονα με τον ρόλο που φαίνεται ότι διαδραμάτισε η Κνωσός στην Κρήτη και πέρα απ’ αυτήν, προσδιορίζοντας τα αρχαιολογικά δεδομένα που αιτιολογούν τον μύθο της αρχαιότητας ,αλλά και την πολυετή συνεχή έρευνα της Βρετανικής Σχολής.
Ο Δρ Κωστής Χρηστάκης μιλώντας για το έργο, το όραμα και τις προτεραιότητες του ερευνητικού κέντρου της Βρετανικής Σχολής Αθηνών, αλλά και τις προϋποθέσεις ουσιαστικής ανάγνωσης του πολιτισμού μέσα από έναν αυθεντικό διάλογο με τα παιδιά, επισημαίνει:
ΜΔ: Στη Βίλα Αριάδνη, όπου βρίσκεται και η ομώνυμη έπαυλη του Άρθουρ Έβανς, ανασκαφέα του ανακτόρου της Κνωσού, έχει την έδρα του το Ερευνητικό Κέντρο Κνωσού της Βρετανικής Σχολής Αθηνών. Ως επικεφαλής του Κέντρου ποιοι είναι οι άξονες προτεραιότητας που έχουν τεθεί για τα επόμενα χρόνια?
ΚΧ: Οι προτεραιότητές μας εστιάζονται σε τέσσερις άξονες: την ανασκαφική έρευνα, τη μελέτη, την κατάρτιση των νέων επιστημόνων και την επικοινωνία με το ευρύ κοινό. Η ανασκαφική δραστηριότητα της Σχολής χρονολογείται από το 1900, όταν ο Έβανς ξεκίνησε την πρώτη συστηματική έρευνα του ανακτόρου της Κνωσού. 120 χρόνια αδιάλειπτων ερευνών έφεραν στο φως μοναδικά στο είδος τους ευρήματα. Την έρευνα αυτή θα συνεχίσουμε με πρωτοποριακά ανασκαφικά προγράμματα που θα στοχεύουν στην ανασύνθεση της μακραίωνης ιστορίας μιας από τις σπουδαιότερες αρχαιολογικές θέσεις στον κόσμο.
Μια ανασκαφή όμως είναι μάταιη χωρίς τη μελέτη και δημοσίευσή της. Έγκριτοι μελετητές έχουν αναλάβει την τελική δημοσίευση παλαιών ανασκαφών που σύντομα θα δουν το φως της δημοσιότητας. Εξίσου σημαντική είναι η επιστημονική κατάρτιση των νέων επιστημόνων. Το ήδη υφιστάμενο και εξαιρετικά επιτυχημένο μεταπτυχιακό εκπαιδευτικό μας πρόγραμμα, που αναγκαστήκαμε να διακόψουμε λόγω της πανδημίας, θα εμπλουτιστεί με νέα μαθήματα, ενώ παράλληλα δίνουμε τη δυνατότητα πρακτικής εξάσκησης σε προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές.
Πεποίθησή όμως της Σχολής, και δική μου προσωπική, είναι πως η ακαδημαϊκή κοινότητα πρέπει να συνομιλήσει με το ευρύ κοινό. Μουσειοεκπαιδευτικά προγράμματα και πολιτιστικές εκδηλώσεις έχουν ήδη λάβει χώρα και θα εντατικοποιηθούν στο μέλλον και στοχεύουν στο να κάνουν την επιστημονική γνώση προσιτή στο κοινό και να το βοηθήσουν να συνδιαλλαχτεί με το παρελθόν, για να το κατανοήσει, να το υπερασπιστεί και να το προστατεύσει. Ο εκσυγχρονισμός των εγκαταστάσεών μας, έπειτα από άδεια του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, και με την σταθερή αρωγή της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ηρακλείου, την οποία ευχαριστώ θερμά, θα δημιουργήσει το ιδανικότερο πλαίσιο για τη συνέχιση και εντατικοποίηση των δράσεων μας.
ΜΔ:Ποιο είναι το όραμα σας για το Στρωματογραφικό Μουσείο Κνωσού?
ΚΧ: Θα ήθελα πριν απαντήσω στο ερώτημά σας να διευκρινίσω πως ο όρος μουσείο δεν είναι τόσο εύστοχος. Δεν πρόκειται για ένα μουσείο προσβάσιμο στο κοινό αλλά για ένα ερευνητικό κέντρο που εξυπηρετεί τις ανάγκες της επιστημονικής κοινότητας, με χώρους μελέτης και αποθήκες όπου φυλάσσονται τα ευρήματα από τις ανασκαφές της Σχολής στην Κνωσό, με τα πιο σημαντικά, βέβαια, να εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου. Τα ευρήματα είναι αποθηκευμένα σύμφωνα με το αρχαιολογικό πλαίσιο εύρεσής τους και γι’ αυτό και το «Μουσείο» ονομάζεται Στρωματογραφικό. Πρόκειται για το πρώτο Στρωματογραφικό Μουσείο που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα. Για να απαντήσω τώρα στο ερώτημα σας, το όραμα της Σχολής είναι να μετατρέψει το Στρωματογραφικό Μουσείο σε ένα υπερσύγχρονο κέντρο αρχαιολογικής έρευνας αιχμής. Όραμά μας είναι να γίνει επίσης το «Μουσείο» ένας χώρος συνάντησης, κάτω βέβαια από προϋποθέσεις, της επιστημονικής κοινότητας με το ευρύ κοινό. Το όραμα αυτό θα πραγματοποιηθεί μέσω ενός μεγαλεπήβολου και, πιστέψτε με, αρκετά σύνθετου και δύσκολου, προγράμματος ανακαίνισης, το οποίο πιστεύω ότι θα ξεκινήσει σύντομα.
ΜΔ: Τα Μουσεία προσφέρουν εμπειρίες στο διαφοροποιημένο κοινό τους και στην επικοινωνιακή τους πολιτική, επικεντρώνοντας στον επισκέπτη. Σε αυτόν τον τύπο Μουσείου πόσο εφικτό είναι ο επισκέπτης να έχει μια πολυαισθητηριακή εμπειρία?
ΚΧ: Στο Στρωματογραφικό Μουσείο, οι μαθητές/τριες της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι φοιτητές/τριες αρχαιολογίας και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μικρές ομάδες φιλομαθούς κοινού, έχουν τη δυνατότητα της άμεσης προσέγγισης με τα «ίχνη» του παρελθόντος, τα οποία μπορούν να τα δουν, να τα πιάσουν, να τα μυρίσουν, να τα προσεγγίσουν με όλες τους τις αισθήσεις. Τα αντικείμενα είναι φορείς μνήμης και συναισθημάτων αυτών που τα κατασκεύασαν, αυτών που τα χρησιμοποίησαν, αυτών που τα αγάπησαν και αυτών που τα πέταξαν. Όταν πιάνεις στα χέρια σου ένα αγγείο, με την απαραίτητη βέβαια προσοχή, είναι σαν να επικοινωνείς νοερά με όλους αυτούς, οι οποίοι, αν και έχουν πεθάνει, συνεχίζουν να «ζουν» μέσα από αυτό. Όλες οι προσπάθειές μας είναι να επικοινωνήσουμε με τον άνθρωπο του παρελθόντος, τον Μεγάλο Άγνωστο. Θα έλεγα πως αυτή η πολυαισθητηριακή εμπειρία είναι μια «άμεση» συνομιλία με την αιωνιότητα.
ΜΔ :Ποια θεωρείτε βασική προϋπόθεση για να γίνει εκπαιδευτική επίσκεψη σε ένα μουσείο μια αξιομνημόνευτη εμπειρία για τα παιδιά η οποία θα διαμορφώσει τη στάση και τη σχέση τους με τον χώρο πολιτισμικής αναφοράς?
ΚΧ: Νομίζω πως είναι σημαντικό το να δίνεται η δυνατότητα στα παιδιά να συνδέσουν το παρελθόν με το παρόν, όχι μόνο για να το κατανοήσουν, αλλά και, τουλάχιστον έως ένα βαθμό, για να το αναδομήσουν. Οι χώροι πολιτισμικής αναφοράς, και γενικότερα οι υλικές διαστάσεις του πολιτισμού, θα πρέπει να προσεγγίζονται μέσω ενός γόνιμου διαλόγου που τα παιδιά θα αναπτύξουν με αυτούς, ενός διαλόγου που θα είναι απαλλαγμένος από έτοιμα και μη αμφισβητήσιμα αφηγήματα, ενός διαλόγου που θα τα βοηθήσει να τους ερμηνεύσουν, βάσει των δυνατοτήτων, των ενδιαφερόντων και των παραστάσεών τους, και κυρίως να αναπτύξουν δικό τους κριτικό λόγο και σκέψη. Πιστεύω πως αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να μάθουν να «διαβάζουν» σωστά τον πολιτισμό στα πλαίσια ενός σύνθετου κοινωνικού και πολιτισμικού πλαισίου όπως το σημερινό και να δομήσουν ουσιαστική παιδεία και γόνιμη στάση σε ένα ολοένα μεταβαλλόμενο κόσμο.
Ευχαριστώ πολύ τον Δρ. Κωστή Χρηστάκη για την τιμή της συνέντευξης που μου παραχώρησε, αλλά και για την εμπιστοσύνη την οποία απέδωσε στον ενδιαφέροντα διάλογο που αναπτύξαμε για την σύνδεση της εκπαίδευσης με τον πολιτισμό. Το ερευνητικό κέντρο της Βρετανικής Σχολής Αθηνών, όπως ο ίδιος ανέφερε χαρακτηριστικά, «συσπειρώνει τις προσπάθειες του, στην επικοινωνία με τον άνθρωπο του παρελθόντος, με τον “Mεγάλο Άγνωστο”…»
Βιώνοντας μέσα από τη συζήτηση μας, τη στάση της πίστης και της αφοσίωσης του επιμελητή Δρ.Χρηστάκη στο όραμα και την αποστολή του Κέντρου, με λόγο χωρίς επιτήδευση, αλλά με εμφανή βαθιά επιστημονική γνώση και με αφοσίωση στην «άμεση συνομιλία με την αιωνιότητα», σκέφτομαι ότι το ερευνητικό έργο στην Κνωσό θα είναι πάντα γόνιμο και δυναμικό για κάθε μέλος της κοινότητας και όχι μόνο για τους εξιδεικευμένους ερευνητές.
Γιατί αναμφισβήτητα ο διάλογος για την πολιτιστική κληρονομιά όταν συντελείται με εμπιστοσύνη και καθαρότητα και επενδύει στην νέα γενιά με εντιμότητα, τότε μπορεί να διαμορφώσει μακροπρόθεσμα, ανεξάρτητα από ρόλους και ηλικία, την ενεργητική στάση της ευαισθητοποίησης, της συμμετοχής και της συνειδητοποίησης ολόκληρης της κοινότητας, στο πολιτισμικό και παιδευτικό γίγνεσθαι.
*Οι φωτογραφίες παραχωρήθηκαν απο τον κ. Χρηστάκη για τις ανάγκες της συνέντευξης.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΤΕΡΑ: Για πληροφορίες σχετικά με τη Βρετανική Σχολή Αθηνών μπορείτε να επισκεφθείτε την ιστοσελίδα της
http://www.bsa.ac.uk
https://cycladic.gr/page/kriti-anaskafika-kai-ereunitika-eurimata-23-martiou