«Τίποτε απ’όλα αυτά που περιφέρουν επί αιώνες τώρα, στα σχολεία, στις εκκλησίες, στις κομματικές συγκεντρώσεις, δεν παίρνει διαβατήριο για την ψυχή, αν προηγουμένως δεν έχει την οφειλόμενη θεώρηση από τα μέσα τα εκφραστικά. Οι νόμοι της τέχνης είναι και νόμοι της ζωής. […] Έχει τον καιρό ν’ ακολουθήσει η πραγματικότητα. Προηγουμένως, είναι ανάγκη να πλαστεί απ’ τη σκέψη. Μια σκέψη που αν τη σπάσεις, η χούφτα σου θα γεμίσει από σπόρια συγκινήσεων, ευαισθησιών, ανατάσεων, δακρύων…»
Οδυσσέας Ελύτης/«Τα δημόσια και τα ιδιωτικά»
Μια «συνομωσία» τεχνών επιβάλλεται σε περίοδο πανδημίας και μάλιστα σε φάση αυστηρών περιοριστικών μέτρων όπου η άσκηση με κίνηση αντισταθμίζει τη «φυλακή» της ζωής.
Η γλυπτική είναι η τέχνη της τρίτης διάστασης. Σηματοδοτεί ως καλλιτεχνική γλώσσα τη δημιουργία τρισδιάστατων μορφών που συντελείται με διάφορα σκληρά μέσα (όπως η πέτρα, το μάρμαρο, τα μέταλλα ή το ξύλο) ή μαλακά μέσα(όπως ο πηλός ή διάφορα πλαστικά στη σύγχρονη γλυπτική). Αποτελεί ένα σημαντικό κεφάλαιο της αρχαίας ελληνικής τέχνης και της πανανθρώπινης καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Η αρχαία ελληνική γλυπτική τέχνη σε όλες της τις εκφράσεις μένει πάντοτε βαθύτατα ανθρωποκεντρική. Αφετηριακή της έκφραση είναι τα πρωτοελλαδικά και κυκλαδικά ειδώλια με την αφαιρετική σύλληψη στην απόδοση της πραγματικότητας. Στα πρώτα της βήματα η γλυπτική θα απεικονίσει θεούς και ήρωες με την ίδια απόκοσμη ακτινοβολία. Στη συνέχεια οι ήρωες και τα κατορθώματά τους θα αποτελέσουν τη βασική έμπνευση των καλλιτεχνών. Τέλος ο πολίτης, απογυμνωμένος από οποιαδήποτε ιδανική προσέγγιση, θα απεικονιστεί περιπτωσιακά, αλλά εξίσου συναρπαστικά.
Η γλυπτική προκαλεί δέος και θαυμασμό, όπου και αν παρουσιάζεται στα μουσειακά περιβάλλοντα ή στο δημόσιο χώρο. Έχει ταυτιστεί όμως κυρίως με τις εκθέσεις των Αρχαιολογικών Μουσείων που την αναγάγουν σε μια «προστατευμένη» θέαση υψηλής ποιότητας. Μάλιστα το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης, όταν για πρώτη φορά έδωσε τη δυνατότητα στο κοινό του να κινείται ελεύθερα ανάμεσα στους Κούρους και τις Κόρες των συλλογών του είχε προκαλέσει μεγάλη έκπληξη και προβληματισμό για την ασφάλεια των εκθεμάτων του και το σκεπτικό αυτής της απόφασης. Ωστόσο η επισκεψιμότητα του Μουσείου εκτινάχτηκε στα ύψη και η εμπειρία της περιήγησης των επισκεπτών ανάμεσα στα αριστουργήματα του Φειδία και του Πολύκλειτου, είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα του σήμερα και μια ανεπανάληπτη και βαθύτατα παιδευτική εμπειρία που προκαλεί συγκίνηση και απόλαυση .
Ο καλλιτεχνικός κόσμος αναγνωρίζει σταδιακά την τέχνη της γλυπτικής καθώς ριζώνει σε αρχαίες ημερολογιακές εποχές. Ποιητές, ιστορικοί, ζωγράφοι αναδεικνύουν μέσα από τα έργα τους αριστουργηματικά αγάλματα τα οποία συχνά αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης μεταγενέστερων δημιουργημάτων τους. Η επιβλητικότητα που εκπέμπουν τα αγάλματα και τα γλυπτά μοιάζει με την σιωπή που επικρατεί μέσα σε ένα μουσείο, πιθανόν γιατί πέρα από τον θαυμασμό που κρύβει η εξωτερική όψη, τα περισσότερα από αυτά κρύβουν βαθύτερα στοχαστικά νοήματα.
Τα έργα τέχνης αδιαμφισβήτητα δεν δημιουργούνται για να εγκλωβίζονται. Οι τέχνες είναι απελευθέρωση του νοήματος και προσωποποιημένη επικοινωνία δημιουργού και αποδέκτη, γιατί ενθαρρύνουν τις πολλαπλές αναγνώσεις. Κατά συνέπεια στην περίπτωση της γλυπτικής και του δέους που δημιουργούν τα αγάλματα μιας άλλης εποχής και όχι μόνο της αρχαίας ελληνικής τέχνης φυσικά, η απόδραση αυτών των ανεκτίμητων και μοναδικών πλαστικών μορφών από το αυστηρά «κλειστό» περιβάλλον μιας παγιωμένης διαφύλαξης και προστασίας, μόνο με μια συνομωσία θα μπορούσε να επιτευχθεί!!! Και φυσικά με «συνομωσία» τεχνών !!!!!!
Η «επαναστατική» τέχνη που υποστηρίζει την «απόδραση» είναι η τέχνη της φωτογραφίας. Γιατί αυτή και όχι κάποια άλλη? Γιατί απλά η φωτογραφία λειτούργησε αποτελεσματικά ως διαμεσολάβηση, ως στοιχείο «μεταμοντερνικότητας» και γέφυρα μετάβασης από το συμβατικό στο σύγχρονο. Το φωτογραφικού κάδρο με την αποσπασματικότητα του, με την δυνατότητα της αφαίρεσης , δίνει έμφαση στο γεγονός ότι κάθε πλήρης φωτογραφία είναι ένα κομμάτι της πραγματικότητας, που απομακρύνεται από το περιβάλλον της, με αποτέλεσμα να έχει αποκτήσει ένα πέπλο ανειλικρίνειας και παραποίησης. Έτσι η δημιουργία της φωτογραφίας συνοψίζει αυτή τη διχοτόμηση και το δίλημμα ανάμεσα στο πραγματικό γεγονός και τη φαντασία, την αλήθεια και το ψέμα.
Μεγάλο μερίδιο στη δημόσια επικοινωνία κατέχει η εικόνα που έχει αναχθεί σήμερα σε σημαντικότερο από τον λόγο επικοινωνιακό μέσο, γιατί δίνει τη δυνατότητα για μετάδοση και πρόσληψη μηνυμάτων υψηλής επικοινωνιακής συχνότητας και εμβέλειας. Και όταν η εικόνα έχει καλλιτεχνική διαμεσολάβηση και υποστηρίζεται από την τέχνη της φωτογραφίας, δημιουργεί ένα πολιτισμικό αγαθό υψηλής αισθητικής ποιότητας, το οποίο μετουσιώνεται σε πράξη «ήπιας» διαμαρτυρίας.
Η φωτογραφία που αφηγείται ένα γεγονός της σύγχρονης επικαιρότητας, μπορεί να είναι τέχνη, αρκεί να βγει από την εφημερίδα, να τεμαχιστεί ή όχι, αλλά οπωσδήποτε να αμφισβητήσει τον ίδιο της τον εαυτό, ως μέσο τεκμηρίωσης της αλήθειας. Αυτό κάνει η φωτογραφία στην περίπτωση του φωτογραφικού κολλάζ. Αμφισβητεί τις καθιερωμένες συμβάσεις για την απόκτηση της γνώσης, παίρνοντας διαστάσεις κοινωνικής διαμαρτυρίας. Σε αυτήν την προοπτική, και πιο συγκεκριμένα σύμφωνα με τη θεωρητική βάση της οπτικής κοινωνιολογίας, ακόμη και το μοντάζ των φωτογραφικών εικόνων αντιστοιχεί στη συγγραφή ενός κοινωνιολογικού κειμένου.
Προς αυτή την κατεύθυνση η έκθεση φωτογραφίας με τον τίτλο «Αποδράστε από το μουσείο » των Dario Assisi και Riccardo Maria Cipolla στο MANN (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης) που πραγματοποιήθηκε με μεγάλη επιτυχία στις αρχές αυτού του χρόνου (2/12/19-24/02/20) γλυπτά από τη συλλογή του Μουσείου, χάρη στο φωτομοντάζ, παρουσιάζονται στα πιο χαρακτηριστικά μέρη της Νάπολης σε δρόμους σε πλατείες σε μπαλκόνια, «δραπετεύοντας» από τις αίθουσες του Μουσείου Το Castel dell’Ovo, η παραλία, η Piazza del Plebiscito, το Petraio, τα σοκάκια του ιστορικού κέντρου, αλλά και τα καταφύγια λεωφορείων και τα αυτοκίνητα του μετρό, γίνονται το υπόβαθρο για ένα νέο χρονικό και οπτικό βραχυκύκλωμα.
Σαράντα φωτομοντάζ ενθαρρύνουν τους πολίτες της πόλης να σκεφτούν πώς θα ήταν η «ζωή» των αρχαιολογικών γλυπτών σήμερα και τους προσκαλούν να ακολουθήσουν το νέο δημιουργικό μονοπάτι που δημιούργησαν οι καλλιτέχνες Dario Assisi και Riccardo Maria Cipolla το οποίο χαρακτηρίζουν πραγματική πράξη αγάπης για την πόλη της Νάπολης:
«Μεταξύ χθες και σήμερα, μεταξύ της λευκότητας των μαρμάρων, της λαμπρότητας των χαλκού και της ζωντάνια του μητροπολιτικού ορίζοντα, τα γλυπτά κινούμενα από μια ακαταμάχητη και ηφαιστειακή περιέργεια, τα αγάλματα πηγαίνουν στις πιτσαρίες και στο μετρό και έχουν όλη την ενέργεια της ιστορίας των 2000 ετών και η ομορφιά τους ενώνεται με αυτήν της πόλης μας. Μια σειρά σαράντα τολμηρών φωτομοντάζ, των οποίων οι σκηνές χαρακτηρίζονται από την παρουσία εξαιρετικών έργων από το Εθνικό Μουσείο, καθένα από τα οποία, αφού δραπέτευσε από τις αίθουσες, φωτογραφίζεται στις πιο διάσημες και εμβληματικές τοποθεσίες της πόλης μας. Το έργο μας πηγάζει από την επιθυμία να δώσουμε ζωή στα αγάλματα του Μουσείου, καθιστώντας τα πραγματικά πλάσματα που αλληλεπιδρούν με την πραγματικότητα. Τα γλυπτά γίνονται άνθρωποι, που περιπλανιούνται στη σύγχρονη πόλη, ανυπόμονοι να ανακαλύψουν τα μυστήρια, τις ομορφιές και τους φόβους τους », σχολιάζουν ο Dario Assisi και ο Riccardo Maria Cipolla.
Η Loredana Troise, Ιστορικός και κριτικός τέχνης, επιμελήτρια, δημοσιογράφος, επισημαίνει χαρακτηριστικά για την έκθεση: «Πέρα από μια συγκεκριμένη παιδαγωγική πρόθεση που δηλώνουν οι δύο φωτογράφοι να κάνουν την τέχνη προσβάσιμη σε όλους ακόμη και σε μη ειδικούς, οι παιχνιδιάρικες επιλογές τους επιδιώκουν τη διασκέδαση και την απόδραση από τη ρουτίνα. Χαμόγελο και ευχάριστος αιφνιδιασμός είναι οι λέξεις-κλειδιά της έκθεσης που ενεργοποιούν το ενδιαφέρον. Η ανάλυση της έκθεσης από την άποψη αυτή μας βοηθά να προβληματιστούμε σχετικά με την εξαιρετική ατομική και συλλογική ψυχή της φωτογραφίας, και ως εκ τούτου να κατανοήσουμε σε ποιο βαθμό μπορεί να μας αποδείξει, από πολλές απόψεις, ότι διατηρώντας παράλληλα τα παραδοσιακά της χαρακτηριστικά αρνείται να ρυθμιστεί από κανόνες ή τεχνικά πρότυπα και τα οποία, όπως έγραψε ο Heiferman, είναι από τη φύση τους «χωρίς πειθαρχία…».
Αναλυτικότερα στις διευθύνσεις:
https://www.artapartofculture.net/2020/01/10/fuga-dal-museo-al-mann-di-napoli-mostra-fotografica/
http://www.museoarcheologiconapoli.it/en/
https://www.theacropolismuseum.gr/
https://www.lavart.gr/7-dimiourgika-agalmata-kai-glypta-pou-ekpempoun-thavmasmo-ana-ton-kosmo/
Βιβλιογραφία –Πηγές
Γιώτας Χρ. (2009) Η Υποδοχή της Φωτογραφίας ως Εκφραστικού Μέσου στη Σύγχρονη Ελληνική Τέχνη, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Φιλοσοφική Σχολή Τμήμα Ιστορίας και ΑρχαιολογίαςΤομέας Ιστορίας της Τέχνης Θεσσαλονίκη, Νοέμβριος 2009
Σαββόπουλος Χάρης,(2005) “Φωτογραφία και Video. Εικαστικά Μέσα ή Εργαλεία Θεάματος”, Artime, Τεύχος 3, , σσ. 102-105
Haberstich David( 1922) “Photography and the Plastic Arts”, Leonardo, Vol. 6, No. 2,(Spring, 1973),pp. 113 – 119, 6 Man Ray, Untitled,