Κυριακή, 6 Οκτωβρίου, 2024

Oσα σβήνει ο χρόνος

«Δεν υπάρχει ανάμνηση να μη σβήνει ο χρόνος»
Θερβάντες

Η φράση αυτή επιβεβαιώνει τον ανωτέρω τίτλο του νέου βιβλίου, που μου έστειλε ο αγαπητός φίλος «από τα παλιά», συγγραφέας-ποιητής-διηγηματογράφος και ό,τι άλλο θέλεις Μπιτσάκης Γιάννης του Αντωνίου και της Μαρίας Τσουρή από τον Αγριλέ του Ανατολικού Σελίνου και νυν, κατά δήλωσή του, από την Παλαιόχωρα Σελίνου.
O χρόνος κυλάει με τον ίδιο πάντα ρυθμό και μόνο προς μία κατεύθυνση, από το παρελθόν προς το μέλλον. Η κίνηση ούτε μπορεί να διακοπεί, ούτε να αντιστραφεί. Όταν πήρα το νέο βιβλίο στα χέρια μου, έμεινα «απορημένος» με τον τίτλο του και, πριν να το ανοίξω για να το διαβάσω, σκέφτηκα ΟΛΑ ΟΣΑ ΔΕ ΣΒΗΝΕΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ από τη ζωή μου στα χωριά του Ανατολικού Σελίνου και ιδιαίτερα του Αγριλέ και της Λειβάδας τα έτη 1966 έως 1972, γιατί έχουν χαραχτεί ανεξίτηλα στην ψυχή μου και στη μνήμη μου.
«Κι εγώ τις αναμνήσεις μου ποτέ δε θα ξεχάσω,
εκτός κι αν γράφει η μοίρα μου τη μνήμη μου να χάσω».
Ο Γιάννης Μπιτσάκης έχει γράψει το 2016 κι άλλο βιβλίο με τον τίτλο «Στα παραβάν των στοχασμών» και παρουσιάζει ποιητικά αναμνήσεις, νοσταλγίες, χαρές και λύπες, ενθουσιασμούς και απογοητεύσεις, εικόνες στο χωριό και στην πόλη και πολλά άλλα. Κάθε ποίημά του είναι μια αληθινή ιστορία.
Το καινούριο βιβλίο έχει την αφιέρωση: Στον αγαπητό Δάσκαλό μας, με την παράκληση όπως: «Συ, Πέτρε, και επί ταύτην την πέτρα οικοδομήσεις την επιείκειαν της προσφοράς μου».
Πράγματι το βιβλίο «ΟΣΑ ΣΒΗΝΕΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ» του Γιάννη Μπιτσάκη είναι μια μεγάλη προσφορά στην κοινωνία του χθες, του σήμερα και του μέλλοντος με τις πολλές και πολυσήμαντες εκφάνσεις και εναλλαγές της. Ο συγγραφέας με το νέο του βιβλίο-διήγημα ιστορεί, μυθοποιεί αλλά και ηθογραφεί.
Έχει φορτίσει τον ψυχικό του κόσμο με κάποιας μορφής αξίες για να κρατηθεί στον ανθρώπινο διάκοσμό του. Αξίες τις οποίες με πόνο ψυχής διαπιστώνει ότι χάνονται, σβήνουν.
Βασικό υπαρκτό πρόσωπο του διηγήματος ο Θοδωρής, σαν ιστοριτής αποκλειστικά των σχετικών με τα θεατρικά δρώμενα, που και την αληθινή προΰπαρξή τους έζησε και περιστασιακά του τα διηγότανε.
Ο κεντρικός ήρωας φεύγει ορφανός από το χωριό του για την Αθήνα με την ελπίδα ότι
«όποιος μικρός ξενιτευτεί κι έχει και λίγη τύχη
όσο και να δυσκολευτεί στο τέλος θα πετύχει».
Ο συγγραφέας μάς διηγείται με ευγλωττία και παραστατικότητα, απλά και κατανοητά, μέσα σε εκατόν εβδομήντα σελίδες το ανήσυχο πνεύμα του Θοδωρή. Μέσα του καίει η φλόγα της προσωπικής του καταξίωσης.
Η ζωή του στην Αθήνα είναι: Δουλειά, Δουλειά, Δουλειά. Περιπέτειες, περιπλανήσεις, γνωριμίες με ανθρώπους με ανθρωπιά, όπως τον Μάνο Κατράκη και τον Διοικητή της Μονάδος που υπηρετούσε, όταν έκανε τη στρατιωτική του θητεία, ταξίδια ευτυχίας και ατυχίας, φτώχεια και δυστυχία. Η ζωή του Οδύσσεια.
Αναμνήσεις και εικόνες ζωής από το χωριό του με ιστορίες και γεγονότα τα οποία ο συγγραφέας καταγράφει, γιατί νοστιμίζουν τη ζωή. Λυπάται, γιατί όλα αυτά χάνονται, τα σβήνει ο χρόνος.
Πολλές από τις εύθυμες σελινιώτικες ιστορίες που γράφει, ιδιαίτερα με τα παθήματα και τις περιπέτειές τους, στο πήγαινε-έλα στην πόλη την εποχή που δεν υπήρχε συγκοινωνία και η επικοινωνία με την πόλη γινόταν με τα μουλάρια, είναι αξιόλογες και δύνανται να δημοσιευτούν αυτοτελείς.
Πολλές παροιμίες και σοφές κουβέντες γερόντων της παλαιάς εποχής είχα ακούσει κι εγώ όταν υπηρετούσα στο Σέλινο και πολλές φορές τις χρησιμοποιώ στις συζητήσεις μου, όπως «η Μαριολαρία έφαγε την Μπουνταλαρία» και «πριν πέζα βίγλα», δηλαδή πρόσεχε ή πρόβλεπε πριν σε βρει το κακό και άλλες.
Οι λογής-λογής άνθρωποι με αξίες και απαξίες σβήνουν και η ζωή γίνεται πιο άχαρη και ανούσια.
Φεύγοντας ο Θοδωρής από το χωριό του ο παπα-Χρόνης του είχε πει: Θέλω εκεί που θα πας, με ό,τι κι αν ασχοληθείς, να προσπαθήσεις να γίνεις αγιογράφος.
Αφού πέρασε η ζωή του από σαράντα κύματα και γνώρισε όλες τις αναποδιές και ένα σωρό άλλες αντιξοότητες, η θέληση και η υπόσχεση που είχε δώσει, όταν ξεκινούσε την αβέβαιη πορεία του, στον παπα-Χρόνη τον υποχρέωναν να δεχτεί ταπεινά να ασχοληθεί με την αγιογραφία.
Στο τέλος κατόρθωσε να απεικονίζει στα έργα του τις τροπές της ψυχής. Αυτά είναι τα δημιουργήματα της ψυχής και όχι των χεριών, μου έλεγε.
Δεν θα αναφερθώ στο τέλος του αγιογράφου, όπου στα 80 και πλέον χρόνια η Μοίρα του έκλεισε αναπάντεχα και οριστικά το βιβλίο της ζωής του.
«Μια ιστορία όπως κι αν γραφτεί, αλλάζει των καιρών τα μερομήνια και μένει να πλανάται η σιωπή, περίλυπη στων πόθων τα συντρίμμια». Στο τέλος παρατίθεται αλφαβητικό «γλωσσάρι», πολύ χρήσιμο για τους νεότερους αναγνώστες, που έχουν αστικοποιηθεί.
Το βιβλίο είναι πολύ αξιόλογο. Αξίζει να διαβαστεί και να πλουτίσει πολλές βιβλιοθήκες.
Συγχαρητήρια στον αγαπητό φίλο Γιάννη Μπιτσάκη για το σπουδαίο νέο πόνημά του και τον ευχαριστώ από καρδιάς για τη χαρά και τον προβληματισμό που μου έδωσε με το πολύτιμο αυτό δώρο του. Να έχει υγεία να δούμε και άλλες πνευματικές του εργασίες. Να τον χαίρεται η οικογένειά του και να τον καμαρώνει το Σέλινο και εμείς οι φίλοι του.
Με την ευκαιρία θα ήθελα να συστήσω στον Σύλλογο Επιστημόνων Σελίνου τα βιβλία του και να προτείνω να αναλάβει την πρωτοβουλία να γίνει παρουσίασή τους στην Παλαιόχωρα, στην Κάντανο, στο Ροδοβάνι και στα Χανιά, για να μην αφήσουμε τον χρόνο να σβήσει τις παραδόσεις και τις όποιες αξίες της παλιάς όμορφης εποχής.
* Ο Πέτρος Πανηγυράκης είναι δάσκαλος


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα