Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

Όταν λείπει ο γάτος χορεύουν τα ποντίκια

Ένας ηλικιωµένος βαριά στεναχωρηµένος καθότανε πρόσφατα στο βάθος ενός καφενείου ακουµπισµένος στην κατσούνα του και µονολογούσε. Όταν τον πλησιάσανε οι δυο φίλοι του, που συχνά πίνουν καφέ µαζί, τον ρωτήσανε: Τι έχεις σήµερα, Γιώργη και είσαι αλλιώτικος από τις άλλες φορές και αυτός απάντησε λέγοντας: της κατοχής τα τραύµατα είναι µέσα µου βαθιά γραµµένα στη σκέψη µου πάλι ήρθανε όλα τα περασµένα. «Όπου σαλεύω και πατώ ο νους µου ταξιδεύει και όλα µου τα βιώµατα µπροστά µου µου τα φέρνει». Τους φωνάζω να φύγετε γρήγορα δεν θέλω να σας βλέπω, ούτε και στα ονείρατα δεν θέλω να σας έχω. Μου κάνανε ριζώµατα βαθιά µέσα στο κορµί µου και χρειάζεται πολύς καιρός να γιάνει η ψυχή µου. Μόλις σταµάτησε ο ένας του είπε: «Γιώργη, µε πολλές στεναχώριες φορτώνεις το κορµί σου και πρόσεξε γιατί θα αρρωστήσεις. Και εµείς περάσαµε πολλά, αλλά τα διώξαµε από επάνω µας και γι’ αυτό µας βλέπεις και γελούµε. Να πιούµε πρώτα τον καφέ και µετά θα σας πω τι είχε γίνει στο σπίτι µας την κατοχή όταν ήµουνα επτά ετών και ήρθε σήµερα στο µυαλό µου µόλις κάθισα στο τραπέζι.

Μετά από λίγο πάλι πήρε τον λόγο και είπε στην παρέα του: το σπίτι µας στο χωριό όπως το ξέρετε το είχανε δώσει στους παππούδες µου όταν είχανε έρθει από την Μ. Ασία και ήτανε κτισµένο µε πέτρες και λάσπη από άµµο και ασβέστη. Εκεί µέσα µεγαλώσανε οι γονείς µας και µετά εµείς. Εκεί δεν γνωρίσαµε χαρές παρά µόνο στεναχώριες και στερηθήκαµε πολλά στη διατροφή και στη διαβίωση όλα τα χρόνια της κατοχής. Όλα αυτά δεν µπορώ να τα ξεχάσω και όταν κάθοµαι µου έρχονται στο µυαλό µου. Μόνο τρία χαρούµενα θυµάµαι: στις 6 Αυγούστου του Σωτήρος Χριστού στο πανηγύρι µας, τα Χριστούγεννα και το Πάσχα που είχαµε καλό φαγητό και τρώγαµε όλοι µας και υπήρχανε χαρές ακόµα και τραγούδια µε χορό. Όλες οι άλλες οι µέρες ήταν µαύρες. Από όταν τελείωσα το δηµοτικό σχολείο από το πρωί µέχρι το βράδυ δουλειά στα χωράφια κοντά στους γονείς µου µε λίγο φαγητό και το βράδυ ότι τύχαινε να έχουµε από τα χωράφια που το µαγείρευε η µάνα και τρώγαµε όλοι µαζί. Ευτυχώς που είχαµε και λίγες προβατίνες και είχαµε τυρί και γάλα. Μετά από όλα αυτά που σας είπα, ήρθε η ώρα να σας πω τι θυµήθηκα και γι’ αυτό µε βρήκατε σε αυτά τα χάλια.
Μια χρονιά που είχαµε φύγει από το σπίτι το πρωί όλοι µαζί για να θερίσουµε τα κουκιά που είχε σπείρει ο πατέρας µου κλείδωσε την πόρτα η µάνα µου και έβαλε τα κλειδί κάτω από µια πέτρα. Πάντα µέσα στο σπίτι είχαµε τυρί, ψωµί, ξινόχοντρο, αυγά κλπ. Όµως είχαµε ένα µαύρο γάτο για φύλακα στην αυλή µήπως µπούνε στο σπίτι οι ποντικοί και τα φάνε. Ένα απόγευµα όταν γυρίσαµε ο γάτος είχε φύγει βόλτα µάλλον µε τη γάτα του γείτονα και οι ποντικοί µπήκανε από την πόρτα από τα παράθυρα και από τα κεραµίδια και τα είχανε φάει όλα. Όπως ξέρουµε όλοι µας ότι ο ποντικός έχει τέσσερα πόδια αλλά τα δύο µπροστινά τα χρησιµοποιεί και ως χέρια. Γι’ αυτό είπε δεν αποκλείεται από τη χαρά τους που φάγανε τόσες πολλές και καλές τροφές να σηκωθήκανε όρθιοι στα πισινά πόδια τους και πιαστήκανε µε τα χέρια τους και το στήσανε στο χορό τραγουδώντας µε την δική τους µουσική. Όταν γυρίσαµε και άνοιξε η µάνα την πόρτα αυτοί είχανε φύγει και είδαµε αυτά που είχανε κάνει που είχε φύγει ο γάτος και έτσι όλοι κοιµηθήκαµε νηστικοί. Η µάνα µου αµέσως πήγε στην γειτόνισσα και την ρώτησε αν το ίδιο είχε συµβεί και στο δικό της σπίτι. Πράγµατι, την ενηµέρωσε ότι ακριβώς το ίδιο συνέβη και ότι η γάτα της δεν έχει ακόµα γυρίσει.
Στη συνέχεια αυτή η πράξη του γάτη µε τα ποντίκια έγινε γνωστή στα γύρω χωριά και όλες οι οικογένειες τους ήτανε περισσότερο προσεκτικές για να µην έχουν στα σπίτια τους το ίδιο αποτέλεσµα και να στερηθούν αυτά που έχουν ανάγκη για τη διατροφή τους.
Μετά από την πολύχρονη εφαρµογή της εις την οικογένεια και αφού βλέποντας ότι είναι χρήσιµη και θα ωφελεί εις το µέλλον τον άνθρωπο εκεί που θα εργάζεται αµέσως πήρε το δρόµο και τοποθετήθηκε µέσα στις πλέον διδακτικές παροιµίες. Γι’ αυτό άρχισε η εφαρµογή της πρώτα από την οικογένεια και µετά στα επαγγέλµατα, στις υπηρεσίες και στην πολιτεία, ότι όταν θα λείπει το αφεντικό τους οι εργαζόµενοι αδιαφορούν και η εργασία δεν έχει πρόοδο.

Στην αρχή της εφαρµογής της και επί πολλά χρόνια δεν υπήρξανε περιπτώσεις που αµέλησαν στην εκτέλεσή της καθότι η φτώχεια δεν είχε φύγει και ο εργαζόµενος την εκτελούσε πιστά και χωρίς διάκριση στο επάγγελµά του γιατί αν αδιαφορούσε θα ήτανε εις βάρος της διαβίωσης της οικογένειάς του.
Σήµερα είναι αυξηµένη η µη εκτέλεση της εφαρµογής της γιατί οι νέοι δεν γνωρίζουν την αξία της παροιµίας και πέφτουν στην ανεργία. Μετά µε τα παρακάλια ζητούν νέα εργασία. Όµως τους ζητούν να φέρουν το παρελθόν της παλιάς τους εργασίας, οπότε είναι εµπόδιο να εργαστούν και αναγκαστικά γυρίζουν στη φτώχεια της παλιάς εποχής.
Τέλος, όλοι οι εργαζόµενοι σήµερα οφείλουν να ενηµερωθούν για το όφελος που τους προσφέρει η παροιµία: όταν λείπει ο γάτος, χορεύουν τα ποντίκια και να προσφέρουν την εργασία τους, το ίδιο ανεξάρτητα αν είναι παρών ή µη η παρουσία του προϊσταµένου τους και σίγουρα θα έχουν την πρόοδο που επιθυµούν.

*O Γιάννης Τσακπίνης
είναι απόστρατος αξιωµατικός


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα