Οι ουρανοί εορτάζουν. Φωτίζονται και λαμπρύνονται με το ανέσπερο φως της τρισήλιας θεότητας. Όλα φωτεινά, όλα φωτισμένα, όλα φωτόλουστα.
Oι άγγελοι διασκεδάζουν, και τραγουδούν μελωδίες «Χριστός γεννάται δοξάσατε».
Χορεύουν στην απέραντη πίστα που ενώνει τη γη με τους ουρανούς.
Τα πόδια τους δεν αγγίζουν χάμω, πετούν στον αέρα και πάλι χορεύοντας τραγουδούν «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκίας».
Η γη συγκλονίζεται, οι σοφοί της Ανατολής αναζητούν το βασιλέα της κτήσεως και του προσκομίζουν δώρα, οι ποιμένες αγραυλούν, μένουν έκπληκτοι μπροστά στα τελούμενα.
Το σπήλαιο προσφέρεται ανάκτορο της πρώτης κατοικίας του βασιλέα του σύμπαντος .
Η νύχτα γίνεται μέρα, η άγια νύχτα της πληρότητας και της χαράς, της ικανοποίησης και της ευχαριστίας, της ζωής και της κοινωνίας, η νύχτα των Χριστουγέννων.
Η δική μας ευθύνη είναι να ζήσουμε τη χριστουγεννιάτικη εορταστική, ουράνια καταιγίδα που σημαίνει ανάσα ζωής και δύναμης για την καθημερινότητα και την αντιμετώπιση των προβλημάτων που ευκαίρως – ακαίρως συμβαίνουν σε βάρος μας.
Ο κορωνοιός, η επιβληθείσα καραντίνα τούτο τον καιρό δεν μας εμποδίζουν να αισθανθούμε την γλύκα και τη δύναμη των Χριστουγέννων.
Μπορεί να μας εμποδίζουν να μετέχουμε σε συγκεκριμένες, καθιερωμένες εκδηλώσεις λόγω συνωστισμού και διευκόλυνσης μετάδοσης του ιού.
Το νιώθουμε αυτό και προσέχουμε ως υπεύθυνοι άνθρωποι και άρα τηρούμε τα μέτρα της πολιτείας.
Δεν μας εμποδίζει όμως κανένας στο σπίτι μας με τα παιδιά μας, την οικογένεια, τώρα μάλιστα που η κυκλοφορία περιορίζεται να γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα οικογενειακά ως αυτό που είναι, οικογενειακή εορτή.
Να μετριάσουμε τα δύσκολα των καιρών και των περιστάσεων, να κλέψουμε μια του χάρου ως αυτό που είναι η εξ ανατολών διαρκής απειλή της εδαφικής και θαλάσσιας ακεραιότητας της Πατρίδας μας είτε ως αυτό που είναι η πανδημία του κορωνοιού και προπάντων η ψυχολογική πίεση του εγκλωβισμού μας στους τέσσερις τοίχους του διαμερίσματος.
Είτε ως αυτό που είναι τα φαινόμενα των καιρών, των σεισμών και των καταποντισμών, των πυρκαγιών και άλλων ασθενειών που συχνά και πυκνά πλήττουν τον τόπο μας και τους συμπολίτες μας.
Πάνω από όλα αυτά να ατενίσουμε τη λαμπρότητα του ουρανού, τους αγγέλους και όλες τις ουράνιες πνευματικές δυνάμεις που πανηγυρίζουν τη γέννηση ανθρωπίνως του Χριστού, να νιώσουμε τη χαρά των μάγων και των αγραυλούντων ποιμένων, να αισθανθούμε τη Βηθλεέμ, το σπήλαιο και τη φάτνη των αλόγων και να νιώσουμε όχι την πρόγευση αλλά την ίδια τη γεύση και τη γλύκα της του Κυρίου λαμπρής παρουσίας ανάμεσά μας.
Να ζήσουμε τα Χριστούγεννα με τα λιγότερα ή τα περισσότερα που έχουμε με ανοιχτές όχι μόνο τις πόρτες του σπιτιού μας και με στρωμένη την τάβλα μας αλλά προπάντων με ανοιχτές τις καρδιές μας, με το πρόσωπό μας γελαστό και τη γλυκιά ματιά μας, με το λόγο μας τον ευχάριστο και τον ευχαριστιακό.
Να διατρανώσουμε από την άκρη των ακριών ότι τα Χριστούγεννα είναι η δική μας εορτή η ανθρώπινη και πανανθρώπινη εορτή της ενότητας γης και ουρανού, Θεού και ανθρώπου, εορτή κοινωνίας και επικοινωνίας χωρίς διαχωριστικά τείχη και διακρίσεις «εν ενί στόματι και μία καρδία».
«Η γέννηση σου Χριστέ ο Θεός χαρά εμήνυσε πάση τη Οικουμένη».
Κανένας να μη μείνει έξω από αυτή την ουράνια θεϊκή χαρά της λύτρωσης και της σωτηρίας που απλόχερα, χριστουγεννιάτικα μοιράζει ο Θεός.
«Χαίρεσθε και αγγαλιάσθε ότε γεννήθη ημίν παιδίον νέον, ο Σωτήρ Χριστός».
Νεανικά, αγνά, καθαρά υποδεχόμαστε το Σωτήρα και προσδοκούμε με βεβαιότητα τη σωτηρία από κάθε κακό ορατού και αόρατου εχθρού, επίγειου και επουράνιου ότι «Ο Θεός δε θέλει το θάνατο του αμαρτωλού ως το επιστρέψαι και ζειν αυτόν».