Αρθρίτιδα είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για οποιαδήποτε διαταραχή που επηρεάζει τις αρθρώσεις.
Ο όρος προέρχεται από: arthr- (από αρχαία ελληνικά: ἄρθρον = ανάβει «από κοινού») και -itis (από -ῖτις,-îtis), η τελευταία κατάληξη σχετίζεται με φλεγμονή. Η αρθρίτιδα είναι το πρήξιμο και η ευαισθησία μιας ή περισσότερων αρθρώσεων.
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Αρθρίτιδας (12 Οκτωβρίου), η κα Ελένη Κομνηνού, Διευθύντρια Κλινικής Αυτοάνοσων Ρευματικών Νοσημάτων του Metropolitan General, μας ενημερώνει για τα αίτια, τα είδη, τα συμπτώματα της αρθρίτιδας καθώς και την αντιμετώπισή της.
Τι ακριβώς είναι μια άρθρωση;
Μια άρθρωση είναι το μέρος του σώματος, όπου δύο ή περισσότερα οστά ενώνονται. Οι αρθρώσεις μπορεί να είναι άκαμπτες, όπως οι αρθρώσεις μεταξύ των οστών στο κρανίο ή κινητές, όπως οι αρθρώσεις στα γόνατα, τα ισχία και τους ώμους.
Πολλές αρθρώσεις έχουν χόνδρο στα άκρα των οστών όπου ενώνονται. Ο υγιής χόνδρος μας βοηθά να κινούμαστε, επιτρέποντας στα οστά να «γλιστρούν» το ένα πάνω στο άλλο.
Αιτίες αρθρίτιδας
Υπάρχουν πολλές ασθένειες όπου η αρθρίτιδα είναι το κύριο χαρακτηριστικό.
Σε άλλες περιπτώσεις, η αρθρίτιδα θεωρείται δευτερεύουσα από την κύρια ασθένεια.
Οι δύο κύριοι τύποι παθήσεων που έχουν σαν κύριο σύμπτωμα την αρθρίτιδα -οστεοαρθρίτιδα και ρευματοειδής αρθρίτιδα- βλάπτουν τις αρθρώσεις με διαφορετικούς τρόπους.
Η οστεοαρθρίτιδα προσβάλει τον χόνδρο – τον σκληρό, ζελατινοειδή ολισθηρό ιστό που καλύπτει τα άκρα των οστών όπου σχηματίζουν μια άρθρωση. Αποτελεί μια εκφυλιστική κατάσταση.
Η οστεοαρθρίτιδα αποτελεί ακτινολογικό εύρημα στο 80-90% των ατόμων σε ηλικίες άνω των 65 ετών. Τα συμπτώματα όμως σπάνια εκδηλώνονται πριν τα 50 έτη. Σε ηλικίες μεγαλύτερες των 55 ετών οι γυναίκες προσβάλλονται πιο συχνά από οστεοαρθρίτιδα σε σχέση με τους άνδρες (αναλογία 1.7/1).
Η ρευματοειδής αρθρίτιδα είναι μια αυτοάνοση φλεγμονώδης νόσος η οποία οφείλεται στην υπερδραστηριότητα του ανοσοποιητικού συστήματος . Η ρευματοειδής αρθρίτιδα δεν προσβάλλει μόνο τις αρθρώσεις αλλά και άλλα όργανα του σώματος.
Η ρευματοειδής αρθρίτιδα εκτιμάται ότι προσβάλλει το 0.25-1% του πληθυσμού και είναι 2-3 φορές συχνότερη στις γυναίκες. Εμφανίζεται συνήθως μεταξύ 30 και 60 ετών, αλλά και σε παιδιά.
Η ουρική νόσος αποτελεί επίσης μία άλλη περίπλοκη κατάσταση. Οι κρύσταλλοι ουρικού οξέος, οι οποίοι σχηματίζονται όταν υπάρχει υπερβολικό ουρικό οξύ στο αίμα, μπορούν να προκαλέσουν ουρική αρθρίτιδα.
Άλλες αιτίες αρθρίτιδας είναι η ψωριασική αρθρίτιδα, ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, και άλλα ρευματολογικά νοσήματα.
Μια μη διαφοροποιημένη αρθρίτιδα είναι μια αρθρίτιδα που δεν εντάσσεται σε γνωστές κατηγορίες κλινικών ασθενειών, πιθανόν να είναι ένα πρώιμο στάδιο μιας συγκεκριμένης ρευματικής νόσου.
Επομένως η αρθρίτιδα αποτελεί συνήθως σύμπτωμα κάποιας συστηματικής ρευματολογικής -συνήθως- νόσου και η θεραπεία της εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τη σωστή διάγνωση, διευκρινίζει η Διευθύντρια Κλινικής Αυτοάνοσων Ρευματικών Νοσημάτων.
Ποια είναι τα συμπτώματα της αρθρίτιδας;
Ο πόνος, που μπορεί να ποικίλει σε σοβαρότητα, είναι ένα σύνηθες σύμπτωμα σε σχεδόν όλους τους τύπους αρθρίτιδας. Σε πολλές περιπτώσεις, ο πόνος στις αρθρώσεις εμφανίζεται με τη μορφή της περιοχής γύρω από την άρθρωση να είναι πρησμένη, κόκκινη, ή ζεστή στην αφή. Μπορεί επιπλέον να υπάρχει μειωμένη ικανότητα κίνησης και δυσκαμψία, ιδιαίτερα το πρωί.
Η σωστή διάγνωση είναι συνάρτηση της καλής κλινικής εξέτασης, του ιστορικού (χρονική στιγμή έναρξης του πόνου, αριθμός και είδος αρθρώσεων κ.ά.) αλλά και των εργαστηριακών εξετάσεων, οι οποίες αποτελούν επιστέγασμα των άλλων 2 στοιχείων.
Η θεραπεία ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο της αρθρίτιδας και το είδος της πάθησης που την προκαλεί .
Ο Ρευματολόγος, ο οποίος συνήθως είναι ο κύριος αρμόδιος να την αντιμετωπίσει -ως σύνολο- θα πρέπει να συνεκτιμήσει όλους τους προαναφερθέντες παράγοντες (ιστορικό, κλινική εξέταση, εργαστηριακές εξετάσεις).
Οι κύριοι στόχοι των θεραπειών μίας νόσου που προκαλεί αρθρίτιδα είναι η ύφεση της κύριας νόσου, η οποία θα οδηγήσει σε αντιμετώπιση των συμπτωμάτων γενικά (συμπεριλαμβανομένης της αρθρίτιδας) και η βελτίωση της ποιότητας ζωής.
Η θεραπεία ξεκινά συνήθως με φάρμακα που έχουν τις λιγότερες παρενέργειες, με την προσθήκη περαιτέρω φαρμάκων -εάν δεν είναι επαρκώς αποτελεσματικά- και πάντα λαμβάνοντας υπ’ όψιν το προφίλ του εκάστοτε ασθενούς.
Για τη ρευματoειδή αρθρίτιδα π.χ. σκοπός είναι να αναχαιτιστεί έγκαιρα η πορεία της νόσου. Αυτό επιτυγχάνεται φαρμακευτικά με κορτιζόνη, φάρμακα τροποποιητικά της νόσου (DMARDs) και βιολογικούς παράγοντες.
«Δεν πρέπει ποτέ να εξετάζουμε -διαγνωστικά και θεραπευτικά- μια φλεγμαίνουσα άρθρωση (αρθρίτιδα), σαν μεμονωμένο φαινόμενο, αλλά σαν μέρος μιας νόσου της οποίας αποτελεί σύμπτωμα», καταλήγει η κα Κομνηνού.