Παιδότοπος
ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΗ – ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΝΙΟΛΗΣ
Για τον Αλέξανδρο, παιδιά, μιλάμε…
Kαλοί μου φίλοι, καλό Σαββατοκύριακο!
Για τον Αλέξανδρο μιλάμε σήμερα… Για τον Αλέξανδρο τον Μέγα, «τον βλαστό του Φιλίππου», «το καύχημα των Ελλήνων», «τη δόξα της Ελλάδας», όπως γράφει στο ποίημά της “Εγκώμιο” η γνωστή και ιδιαίτερα αγαπητή στα Χανιά, εκ Ρεθύμνου ορμώμενη δασκάλα – ποιήτρια Ελισάβετ Διαμαντάκη – Κωνσταντουδάκη. Στην κεντρική θέση του σημερινού Παιδότοπου το εν λόγω ποίημα που είναι ο πρόλογος του βιβλίου της “Μέγας Αλέξανδρος” που εικονογράφησε ο εξαίρετος γνωστός Χανιώτης εικονογράφος Γρηγόρης Νιόλης, όπως και τα περισσότερα από τα προηγούμενα βιβλία της, όλα ιδιαίτερα επιμελημένα, απ’ τις εκδόσεις ΕΡΕΙΣΜΑ του Χρήστου Μαχαιρίδη.
«Δεν είναι μύθος, μήτε παραμύθι/ τα όσα θα διαβάσουμ’ εδώ μέσα/ μα όλα πέρα ως πέρα ειν’ αλήθεια», μας λέει με τον δικό της μοναδικό τρόπο η κυρία Ελισάβετ, αρχίζοντας να μας μιλά για τον Μεγάλο Στρατηλάτη. Αποσπάσματα απ’ αυτό το έργο, μαζί με τις σχετικές εικόνες του Γρηγόρη Νιόλη σ’ αυτήν τη σελίδα… Καλοτάξιδο κι αυτό σου το βιβλίο, όπως και τα προηγούμενα για τον Ηρακλή, τον Θησέα, τον Ιάσονα, τον Αχιλλέα, τον Οδυσσέα, και τα υπόλοιπα καλή μου φίλη και συναδέλφισσα!
Σας χαιρετώ με αγάπη όλους!
Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης
δάσκαλος
Εγκώμιο
Η καρδιά μας γεμίζει περηφάνεια κι αγάπη
σα μιλάμε για σένα μακρινέ αδελφέ μας
ω Αλέξανδρε Μέγα, του Φιλίππου βλαστέ,
των Ελλήνων το καύχημα, της Ελλάδας η δόξα!
Αιώνες αμέτρητοι από μας σε χωρίζουν
κι όμως όλοι σε ξέρουμε σα να ζούσες μαζί μας
τι οι τρανοί δεν πεθαίνουν και δεν σβήνουν ποτέ,
μα σαν ήλιοι φωτίζουν το δικό μας το δρόμο.
Κι αν ο Χάρος σε φθόνησε, τη ζωή σου κι αν πήρε,
τ’ όνομά σου δεν τό ’σβήσε, δεν το σβήνει ο χρόνος.
Στο παρόν και στο μέλλον, τυλιγμένος στο θρύλο,
θα ’σαι συ ο Μεγάλος, ο τρανός των Ελλήνων!
Ελισάβετ Διαμαντάκη-Κωνσταντουδάκη
[…] Ο Αλέξανδρος, με το οξύ μυαλό του, κατάλαβε πως τ’ άλογο φοβόταν την ίδια τη σκιά του πα στο χώμα!
Γι’ αυτό το γύρισε κατά τον ήλιο έτσι που η σκιά να πέσει πίσω ώστε να μην τη βλέπει κι αγριεύει και να μπορέσει να το καβαλήσει… Ο βασιλιάς πατέρας, με καμάρι, στον Αλέξανδρο λέει συγκινημένος: Πρέπει να βρεις βασίλειο πιο μεγάλο Αλέξανδρε, γιατ’ η Μακεδονία είναι μικρή, πολύ μικρή για σένα! (Πού να ’ξερε ο Φίλιππος πως τούτα τα λόγια, που ’λεγε τώρα στο γιο του, αληθινά θα βγαίνανε μια μέρα κι ένα βασίλειο πολύ μεγάλο μέχρι τα βάθη πέρα της Ασίας, θα ’τανε δημιούργημα δικό του!) Από τη μέρα κείνη ο Βουκεφάλας τ’ αγαπημένο έγινε άλογό του και στη μεγάλη π’ έκανε εκστρατεία μαζί κι αυτόν τον πήρε αχώριστο του, κι όταν εκείνο πέθανε, μια πόλη έχτισε προς τιμή του, δίνοντάς της τ’ όνομα: Αλεξάνδρεια Βουκεφάλα. Αγάπησε τον Όμηρο με πάθος κι όλους τους ήρωες της Ιλιάδας. Απ’ όλους ξέχωρα τον Αχιλλέα, όπου τον είχε πάντα πρότυπό του κι ήθελε κάποια μέρα να του μοιάσει. […] (σελ. 10)
Μετά τη νικηφόρα κείνη μάχη που πλήθος κι άλλες τέτοιες προμηνούσε, ολόκληρη σχεδόν η Μικρασία δίχως καμιά αντίσταση υποτάχτει στον Έλληνα μεγάλο στρατηλάτη. Δυο μόνο πόλεις τού αντισταθήκαν και τις πολιόρκησε για να μπορέσει σε λίγο χρόνο να τις υποτάξει. Προχωρώντας αυτός προς τη Φρυγία σταμάτησε στο Γόρδιο, μια πόλη που πάνω στην ακρόπολή της ήσαν του Γόρδιου χτισμένα τα παλάτια του βασιλιά της, και του γιου του Μίδα, αλλά κι ένα ιερό του Δία π’ ο πρώτος οικιστής αυτής της πόλης την άμαξά του είχε αφιερώσει, όπου ο ζυγός της ήτανε δεμένος πολύπλοκα και στέρεα συνάμα έτσι όπου κανένας δε μπορούσε -κι ας ήταν δυνατός! – να τόνε λύσει.
Πήγε κι ο Αλέξανδρος να δοκιμάσει μ’ αφού ο δεσμός δεν έλεγε να λύσει, τραβάει το σπαθί του και τον κόβει! (Τα δεσμά που δεν λύνονται, τα κόβουν είπε καθώς τραβούσε το σπαθί του.)[…] (σελ. 24)
[…] Ο νικημένος στην Ισσό Δαρείος για άλλη μια φορά τη δύναμή τον στα όπλα θέλησε να δοκιμάσει κι ύστερ’ από πολλές προετο κίνησε εναντίον τ’ με ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις και μ’ άρματα πολλά δρεπανηφορα.
Στων Γαυγαμήλων μέσα την πεδιάδα οι αντίπαλοι στρατοί συναντηθήκαν.
Άρχισε άγρια μάχη μεταξύ τους κι όταν ο Αλέξανδρος ειδ’ ένα ρήγμα στην Περσική παράταξη, ορμάει -ακολουθούμενος απ’ τους ιππείς του- κατά το μέρος π’ ήταν ο Δαρείος π’ έντρομος εγκατέλειψε τη μάχη κι όλ’ η στρατιά του γρήγορα διαλυθεί![…]( σελ. 31)
[…] Ως τον Ινδό και μέχρι τον Υδάσπη τους ποταμούς, το κράτος του απλωνόταν και πέρα εκεί στα σύνορα είχε χτίσει την τελευταία του μεγάλη πόλη την Αλεξάνδρεια την Εσχάτη…
…Και πάνω εκεί, στ’ απόγειο της δόξας, στης νιότης τα τριάντα τρία χρόνια που ολολαμπρο το μέλλον τού ανοιγόταν, ήρθ η αρρώστια το δρόμο να του κόψει γιατ’ η Κλωθώ, το νήμα της ζωής του πολύ τσιγκούνικο του το ’χε κλώσει, κι ενώ τόσους λαούς είχε νικήσει, απ’ την αρρώστια βγήκε νικημένος…
Νικήθηκε και πέθανε το σώμα αλλά η φήμη του και τ’ όνομά του, αθάνατα θα μένουν και θα ζούνε στη μνήμη των λαών της Οικουμένης!… (σελ. 34)