Τρίτη, 3 Δεκεμβρίου, 2024

Παιδότοπος: Αλφαβητάριον Α΄ ∆ηµοτικού – Το πρώτο αναγνωστικό των παιδιών άλλων εποχών…

Καλοί µου φίλοι,
καλό Σαββατοκύριακο!
Κείµενα και εικόνες από το “αλφαβητάριον” για τα παιδιά της Α΄ ∆ηµοτικού των Ι.Κ. Γιαννέλη – Γ. Σακκά και εικονογράφηση του Κώστα Π. Γραµµατόπουλου στον σηµερινό ‘‘Παιδότοπο’’, τον πρώτο της φετινής σχολικής χρονιάς. Από το “αλφαβητάριον” που κυκλοφόρησε περισσότερα από 20 χρόνια, απ’ το 1953 µέχρι το 1978 – η ειδική έκδοση της εφηµερίδας “ΤΟ ΒΗΜΑ” (επιµέλεια: Ελένη Κεχαγιόγλου) το 2013, η πηγή µου. Από το βιβλίο της Άννας, του Μίµη, της Έλλης, της Λόλας και των άλλων παιδιών. Από το “αλφαβητάριον” άλλων εποχών. ∆ίχως κανένα δικό µου σχόλιο.
Καλή σχολική χρονιά στους µαθητές και στους δασκάλους όλων των βαθµίδων της εκπαίδευσης!

Σας χαιρετώ µε αγάπη όλους!
Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης
δάσκαλος – λογοτέχνης

 

Η ΕΥΤΥΧΙΑ

Τα παιδιά χορεύουν.
Χορεύουν στον πεύκο.
Χορεύει και η Ευτυχία.
Πρώτη σέρνει το χορό.

Όλα µαζί τραγουδούν:
“Χαίρεται ο πεύκος το βουνό
και η ρεµατιά τη λεύκα,
µε το λευκό της το κορµί
και τα ασηµένια φύλλα”

Η ΚΟΥΚΛΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΣ

Η Έλλη δεν πηγαίνει σχολείο.
Είναι,    βλέπετε, µικρή ακόµη.
Μόλις έχει κλείσει τα πέντε.
Κάθεται σπίτι µαζί µε τη Λόλα.
Πότε παίζει µε την αδελφή της
και πότε µε την κούκλα της.
Τη ντύνει και τη στολίζει.
Όταν τη βάζει να κοιµηθεί,
τη νανουρίζει και λέγει:

“Νάνι, νάνι το κουκλί µου,
νάνι, νάνι το µωρό µου,
νάνι, νάνι το παιδί µου,
νάνι, νάνι το χρυσό µου.

Έλα, ύπνε, αγκάλιασέ το,
έλα, πάρ΄ το αγάλι – αγάλι
κι ελαφρά να το κοιµήσεις
στη ζεστή σου την αγκάλη.

Κοιµήσου και παρήγγειλα
στην Πόλη τα προικιά σου
στα Γιάννενα τα ρούχα σου
και τα χρυσαφικά σου”.

ΟΙ ΠΕΤΑΛΟΥ∆ΕΣ

Η Άννα έπαιζε µε τις φίλες της.
Εκυνηγούσαν πεταλούδες.
Μόλις όµως επλησίαζαν,
οι πεταλούδες επετούσαν µακριά.
Στο τέλος η Άννα έπιασε µία.
Ήταν µια µικρή πεταλούδα.
Τα φτερά της ήταν ωραία.
Είχαν διάφορα χρώµατα.
Η Άννα την εκρατούσε απαλά
και της ετραγουδούσε:

“Έλα πεταλουδίτσα µου,
στάσου να σε τσακώσω,
δεν θα σου τσαλακώσω
καθόλου τα φτερά.

Θα σε ταίζω ζάχαρη
θα σου ΄χω για σπιτάκι
µεταξωτό κουτάκι
θα ζήσεις µια χαρά…”

Η πεταλούδα όµως ήθελε να φύγει
και αν είχε φωνή θα έλεγε:

“Για τη δική σου ζάχαρη,
καθόλου δε µε µέλει.
Των λουλουδιών το µέλι,
µ΄αρέσει πιο πολύ.

Έχω τον κάµπο τον πλατύ
τη χλόη τη δροσάτη
βασιλικό παλάτι,
κοπέλα µου καλή”.

Η Άννα αγαπούσε την πεταλούδα
και γι’ αυτό την άφησε να φύγει.

Ο ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ

Η Βασδέκη τραγουδά:
“Μάννα, σγουρός βασιλικός,
πλατύφυλλος και δροσερός.
Μάννα ποιος τον επότιζε
και τον εδροσολόγιζε;
Έβγαλε φύλλα και κλωνιά
κι εσκέπασαν τη γειτονιά.
Εσκέπασαν κι εµένα
που µ’ έχει η µάννα ένα…”

Αυτό έγραφε το γράµµα.
Αυτό έκανε η Βασδέκη.

ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙ

Έφαγαν το βραδυνό φαγητό
κι έπειτα εβγήκαν όλοι έξω ,
για να χαρούν το φεγγάρι.
Τα παιδιά ετριγύρισαν τη θεία,
για να τους ειπεί παραµύθι.
Η θεία τότε άρχισε.

“Μια φορά κι έναν καιρό,
ο κόκορας και ο σκύλος ήσαν φίλοι,
ήσαν πολύ καλοί φίλοι.
Τα δύο ζώα αποφάσισαν κάποτε,
να κάνουν ένα µεγάλο ταξίδι,
για να γνωρίσουν τον κόσµο.
Εξεκίνησαν λοιπόν και τα δυο
κι έφθασαν το βράδυ στο δάσος.
Ο σκύλος ερώτησε τον κόκορα:
– Πού θα κοιµηθούµε απόψε;
Ο κόκορας απάντησε στο σκύλο:
-Εγώ θα κοιµηθώ εκεί υψηλά,
κι έδειξε τα κλαδιά του δένδρου.
-Εγώ θα κοιµηθώ στην κουφάλα του,
είπε ο σκύλος.
Τα ζώα ευχήθηκαν “καληνύκτα”
κι έπεσαν να κοιµηθούν.
Σε λίγο τα είχε πάρει ο ύπνος.

Πρωί πρωί εξύπνησε ο κόκορας
κι άρχισε να φωνάζει “Κικιρίκου!”
Τον ακούει µια πονηρή αλεπού
και τρέχει κάτω από το δένδρο.
-Καληµέρα, φίλε µου, λέγει.
∆εν έρχεσαι στη φωλιά µου,
να σε περιποιηθώ λίγο;
– Έρχοµαι, λέγει ο κόκορας
Ας ερωτήσω όµως πρώτα το φίλο µου,
που κοιµάται µέσα στην κουφάλα.
Τρέχω να τον ξυπνήσω αµέσως…
Η πονηρή αλεπού ενόµισε
πως ήταν και δεύτερος κόκορας
κι επλησίασε στο δένδρο.
Αντί όµως να ιδεί κόκορα,
βλέπει ξαφνικά το σκύλο.
Τότε η αλεπού ετρόµαξε
κι έφυγε τρεχάτη.
Έτσι οι δυο φίλοι έµειναν ήσυχοι
κι εξακολούθησαν το ταξίδι… “

ΚΑΘΕ ΒΡΑ∆Υ

Κάθε βράδυ, ο ήλιος πηγαίνει
να κρυφτεί πίσω από το βουνό.
Βασιλεύει πέρα στη ∆ύση,
και σιγά σιγά έρχεται η νύκτα.
Τα πουλιά πετούν στη φωλιά των.
Εκουράσθηκαν όλη την ηµέρα
και θέλουν να ησυχάσουν.
Τα παιδιά µαζεύονται στο σπίτι των.
Σε λίγο έρχεται και ο πατέρας.
Κάθονται όλοι και τρώγουν.
Έπειτα από το βραδυνό φαγητό,
τα παιδιά κοιµούνται ήσυχα.

ΠΗΓΑΙΝΟΥΝ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Μία ηµέρα ο πατέρας είπε:
-Παιδιά, θα πάµε στη θάλασσα.
Εκεί θα παίξετε, θα χαρείτε.
Εµπρός λοιπόν, ετοιµασθήτε.
– Τι χαρά, τι χαρά!
Εφώναξαν τα παδιά
κι έτρεξαν να ετοιµασθούν.

Η µητέρα ετοίµασε φαγητό,
για να πάρουν µαζί των.
Ετηγάνισε πολλούς κεφτέδες,
έβρασε αρκετά αυγά,
επήρε τυρί, ψωµί και φρούτα.
Όλα αυτά τα έφτιαξε ένα δέµα,
που το ετύλιξε µε προσοχή.

Ο πατέρας επήγε στην αγορά
και έφερε ένα αυτοκίνητο,
κι εκατέβηκαν όλοι κάτω.
Σε λίγο ανέβηκαν προσεκτικά
και το αυτοκίνητο εξεκίνησε.
Τα παιδιά είχαν µεγάλη χαρά.

 

Παρασκευάς Περάκης και Μιχαήλ Λαμπαθάκης κάνουν… unboxing την επικαιρότητα&


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα