ΠΑΣΗ ΘΥΣΙΑ
(2016 ΕΓΧ 102’)
Αστυνομικό δράμα
4 Υποψηφιότητες Όσκαρ: Καλύτερης ταινίας, Αυθεντικού σεναρίου, Β’ Ανδρικού (Τζ. Μπρίτζες), Μοντάζ
Σκην.: Ντέιβιντ Μακένζι Μουσ.: Νικ Κέιβ, Γουόρεν Έλις Ηθ.: Κρις Πάιν, Τζεφ Μπρίτζες, Μπεν Φόστερ, Τζιλ Μπίρμπιγχαμ
Πώς να κλέψετε… την τράπεζα… που σας έχει… κλέψει…
Ο Τόμπι, ένας συνηθισμένος, διαζευγμένος πατέρας, που προσπαθεί να δημιουργήσει τις συνθήκες για μια καλύτερη ζωή για το γιο του και ο Τάνερ, ένας ευέξαπτος, πρώην κατάδικος, είναι αδέλφια. Οι δυο τους, λοιπόν, συνεργάζονται, για να ληστέψουν τα υποκαταστήματα της τράπεζας, που έχει κάνει κατάσχεση στην οικογενειακή τους περιουσία. Οι ένοπλες ληστείες είναι η τελευταία τους ελπίδα, ώστε να πάρουν πίσω το μέλλον που τους έχουν αφαιρέσει με γραφειοκρατικές διαδικασίες. Η εκδίκηση φαίνεται δική τους, μέχρι τη στιγμή που βρίσκονται στο στόχαστρο του Μάρκους Χάμιλτον, ενός αμείλικτου, αθυρόστομου, Τεξανού Ρέιντζερ, που ψάχνει για έναν τελευταίο του θρίαμβο: την παραμονή της συνταξιοδότησής του. Καθώς τα δυο αδέλφια σχεδιάζουν μια τελευταία ληστεία με την οποία πρόκειται να ολοκληρώσουν το σχέδιο τους, τα πάντα κορυφώνονται σε μια τελική αναμέτρηση. Με ανάμεσά τους τον τελευταίο έντιμο άνθρωπο του νόμου, οι Τόμπι και Τάνερ, δεν έχουν τίποτα να χάσουν, πλην της οικογένειας τους…
Μια σύγχρονη, δραματική περιπέτεια, με σκηνικό χώρο το Δυτικό Τέξας, όπου οι διαφορές μεταξύ έντιμων και παρανόμων, φαντάζουν θολές και πέρα από κάθε δυνατότητα αναγνώρισης και ταυτοποίησης.
Όπως και εκατοντάδες άλλες ταινίες, η ταινία του Μακένζι, διατηρεί, στο επίκεντρό της, όλα τα κοινά στοιχεία που αφορούν σε μια αναμέτρηση, που εκτυλίσσεται στις απομακρυσμένες νοτιοδυτικές πολιτείες της Αμερικής, μεταξύ των ανθρώπων που εκπροσωπούν το νόμο και των παρανόμων. Όμως εδώ είναι και το σημείο στο οποίο όλα αυτά τα στοιχεία, διαχωρίζονται. Γιατί, τελικά, δεν πρόκειται για μια κλασική ταινία με ληστείες τραπεζών, αίμα και χιλιάδες σφαίρες ανάμεσα σε έντιμους σερίφηδες και ιδιόρρυθμους κακοποιούς. Ο Μακένζι, ανακατασκευάζει το κλισέ των γουέστερν και εμπλουτίζει τη δράση με κοινωνικά, ηθικά διλήμματα, απελπισμένο ρατσισμό και καυστικό χιούμορ και σκιαγραφεί μια νέα «Άγρια Δύση», αντιστρέφοντας το ρόλο του καλού και του κακού, με τις ‘καλές’ τράπεζες, στο ρόλο του κακοποιού.
Πρόκειται για την 9η κινηματογραφική ταινία του βραβευμένου βρετανού σκηνοθέτη, γνωστού για την ικανότητά του να αναμειγνύει διαφορετικά είδη, δημιουργώντας ταινίες, σε αντίθεση με τις αρχικές προσδοκίες. Στην ίδια αυτή βάση, η νέα του ταινία είναι γούεστερν, κωμωδία, ταινία ληστείας, road movie, αλλά ταυτόχρονα και μια ωδή στο αδελφικό αίμα και τους οικογενειακούς δεσμούς. Μια ελεγεία στα χαμένα όνειρα και σε όσα, άδικα και σχεδιασμένα, μας έχουν ληστέψει. Ένα πορτρέτο των μικρών πόλεων, που χάνονται και μια σχολαστική μελέτη για το πως οι άνθρωποι αυτοπαγιδεύονται, θέλοντας να φανούν αντάξιοι της εικόνας που έχουν σχηματίσει οι άλλοι για λογαριασμό τους. Σε μια εποχή ραγδαίων αλλαγών, ακόμη και στις απομακρυσμένες πολιτείες των ΗΠΑ, η ταινία θέτει δύσκολα ερωτήματα σχετικά με την κληρονομιά, αλλά και τον προσωπικό θρύλο που λαχταρούν να αφήσουν πίσω τους οι άνθρωποι.
Μέσω της ταινίας ο Μακένζι προσπαθεί να φέρει στο προσκήνιο τις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ αδερφών, είτε πρόκειται για αδέρφια εξ αίματος, είτε αδέλφια στη δουλειά.
Μερικές από τις πιο έντονες στιγμές της ταινίας, είναι οι δημιουργικές στιγμές της σιωπής, οι στιγμές των βουβών αντιπαραθέσεων. Η δυναμική και η υπόγεια ένταση των σεκάνς, που εκτυλίσσονται στη βεράντα των δύο αδερφών, αναδεικνύεται σε μεγάλο βαθμό, εξαιτίας του μοντέρνου, μινιμαλιστικού σκηνοθετικού στιλ του Μακένζι, καθώς είναι σαφές, ότι προτιμάει να κινηματογραφήσει πλάνα μεγάλης διάρκεια, ώστε να προκύψουν ενστικτωδώς οι αληθινές στιγμές, τη στιγμή ακριβώς που αυτές συμβαίνουν.
Το σκοτεινό χιούμορ της ταινίας, οι απελπισμένοι χαρακτήρες και τα επίκαιρα ζητήματα, που θίγει, είναι τα συγκριτικά δεδομένα που κάνουν τη διαφορά με τις υπόλοιπες ταινίες του είδους της. Από τη μια πλευρά οι Τόμπι και Τάνερ που, παρά το γεγονός ότι έχουν διασχίσει και βιώσει ξεχωριστά μονοπάτια στη ζωή τους, έρχονται και πάλι κοντά, ώστε να διεκδικήσουν ένα καλύτερο μέλλον. Από την άλλη, οι Μάρκους Χάμιλτον και Αλμπέρτο Πάρκερ, δύο ετερόκλητοι Τεξανοί ρέιτζερς, των οποίων οι φυλετικές διαφορές, δεν καταφέρνουν να σαμποτάρουν το βαθύ, ανθρώπινο, συναισθηματικό τους δεσμό.
MOONLIGHT
(2016 ΕΓΧ 111’)
Δράμα, βασισμένο στο θεατρικό έργο του Ταρέλ Άλβιν ΜακΚρέινι, «In Moonlight Black Boys Look Blue»
8 Υποψηφιότητες Όσκαρ: Καλύτερης ταινίας, Σκηνοθεσίας, Προσαρμογής σεναρίου, Φωτογραφίας, Μουσικής, Μοντάζ, Β’ Ανδρικού (Ά. Μαχερσάλα), Β’ Γυναικείου (Ν. Χάρις), ,
)Σκην.: Μπάρι Τζέκινς Μουσ.: Νίκολας Μπρίτελ Ηθ.: Μαχερσάλα Άλι, Ναόμι Χάρις, Σαρίφ Ερπ, Τζανέλ Μονέ
Οι εφηβικοί έρωτες… δεν λησμονούνται ποτέ…
Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας νεαρός έγχρωμος ομοφυλόφιλος, καθώς ενηλικιώνεται στις ΗΠΑ. Μεγαλώνει σε μια πολύ σκληρή συνοικία του Μαϊάμι -με δίπλα του, μια εξαρτημένη από το κρακ, μητέρα- προσπαθώντας να βρει τη θέση του, αλλά και να συνειδητοποιήσει την πραγματική του σεξουαλική ταυτότητα. Ένα επικό ταξίδι εσωτερικής διαδρομής ξεκινάει…
Η ταινία του Τζέκινς, αφηγείται τη ζωή του Σάιρον, από την παιδική του ηλικία έως και την ενηλικίωση, καθώς παλεύει να βρει τη θέση του στην κοινωνία.
Στο επίκεντρο της ιστορίας, ένας έμπορος ναρκωτικών, που παίρνει υπό την προστασία του ένα νεαρό αγόρι, ταλαιπωρημένο από την παρενόχληση των συμμαθητών του, τον εθισμό της μητέρας του, τη μοναξιά και τη διαφορετικότητα. Το μοντάζ εναλλάσσεται μεταξύ παιδικής ηλικίας, εφηβείας και ενηλικίωσης, με μια ενδελεχή ακτινογράφηση, της σεξουαλικότητας του πρωταγωνιστή του, Σάιρον, καθώς αυτός μεγαλώνει. Η κοινωνία γνωρίζει πράγματα για εκείνον, που ο ίδιος ακόμη δεν έχει μάθει. Οι άνθρωποι επιθυμούν να τον κατηγοριοποιήσουν, πριν ο ίδιος μάθει τι σημαίνει αυτό, αλλά μήπως αυτό δε συμβαίνει σε όλους μας, αρσενικού ή θηλυκού γένους και ανεξάρτητων σεξουαλικών επιλογών; Υπάρχουν στιγμές που η κοινωνία αποφασίζει να μας ανακοινώσει, ως τι μας βλέπει. Ο τρόπος που ανταποκρινόμαστε κάνει τη μάχη αληθινή και ασφαλώς, καθορίζει και τη συνέχεια της επιβίωσής μας.
Όπως σε ολόκληρο τον πλανήτη, έτσι και στις Ηνωμένες Πολιτείες, υπάρχει κόσμος που αισθάνεται ότι στερείται τα πολιτικά του δικαιώματα, που αισθάνεται ότι δεν έχει φωνή. Η ταινία, εξαιτίας της ιδιαιτερότητας του κεντρικού χαρακτήρα, αλλά και του ίδιου του σκηνικού χώρου, δίνει φωνή σε έναν κόσμο και σε μια ομάδα ανθρώπων, που κανονικά δεν τους αφουγκραζόμαστε ποτέ και τους αντιμετωπίζουμε ως, κυριολεκτικά αόρατους.
Η διαχρονική ιστορία της ανθρώπινης επαφής και αυτογνωσίας. Ένα ζωτικό πορτρέτο της σύγχρονης ζωής ενός αφροαμερικανού και συνάμα, ένας ποιητικός διαλογισμός για την ταυτότητα, την οικογένεια, τη φιλία, τη σχολική παρενόχληση, τον έρωτα και την αγάπη, πλημμυρισμένος με βαθιά συμπόνοια και καθολικές αλήθειες.
ΜΙΑ ΠΟΛΗ ΔΙΠΛΑ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ
(2016 ΕΓΧ 137’)
Δράμα
6 Υποψηφιότητες Όσκαρ: Καλύτερης ταινίας, Σκηνοθεσίας, Αυθεντικού σεναρίου, Α’ Ανδρικού (Κ. Άφλεκ), Β’ Ανδρικού (Λ. Χέτζες), Β’ Γυναικείου (Μ. Γουίλιαμς)
Σκην.: Κένεθ Λόνεργκαν Μουσ.: Λέσλι Μπάρμπερ Ηθ.: Κέισι Άφλεκ, Κάιλ Χάντλερ, Μισέλ Γουίλιαμς, Λούκας Χέτζες
Οι συνθήκες… η διαμόρφωση τους… και τα αποτελέσματα…
Ένα τηλεγράφημα έρχεται από το Μάντσεστερ, μια παραθαλάσσια πόλη, της Βοστόνης το οποίο πληροφορεί τον Λι, πως ο αδελφός του, Τζο, έχει πεθάνει. Ο Λι επιστρέφει στη γενέθλια πόλη για να παρευρεθεί στην κηδεία, αλλά και να αναλάβει τα διαδικαστικά, αφού ο Τζο, τον έχει ορίσει κηδεμόνα του 16χρονου ανιψιού του, Πάτρικ. Σύντομα αρχίζει να ξεδιπλώνεται η ιστορία και να αποκαλύπτονται γεγονότα από το παρελθόν του και την απομακρυσμένη, πλέον, σχέση του με την άλλοτε σύντροφό του, Ράντι… Πρόκειται για μια ιστορία ανείπωτης οδύνης, πίσω από ένα άδειο βλέμμα. Το βλέμμα του Λι Τσάντλερ, ενός επιστάτη σε συγκρότημα κατοικιών στη Βοστόνη. Ενός λιγομίλητου χαρακτήρα, που εργάζεται πολύ και θυμώνει εύκολα.
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΑ 1000 ΠΡΟΣΩΠΑ
(2016 ΕΓΧ 123’)
Βιογραφία, βασισμένη στη ζωή του Φρανσίσκο Παέζα, αλλά και στο ομότιτλο βιβλίο του Μανουέλ Σερντάν
Σκην.: Αλμπέρτο Ροντρίγκεζ Μουσ.: Τζούλιο ντε λα Ρόσα Ηθ.: Χοσέ Κορονάδο, Εδουάρδo Φερνάντεζ, Μάρτα Ετούρα
Μερικές φορές… οι μάσκες… είναι πολύ χρήσιμες…
O Ισπανός, Φρανσίσκο Παέζα, ήταν επιχειρηματίας, Ελβετός τραπεζίτης, έμπορος όπλων, πλέι-μπόι, ζιγκολό, διπλωμάτης, κλέφτης, μυστικός πράκτορας και κατάσκοπος. Η τελευταία του ανάμειξη με την Κυβέρνηση, ήταν πριν μερικά χρόνια, ως πρώην μυστικός πράκτορας, ήταν υπεύθυνος για τη σημαντικότερη επιχείρηση εναντίον της τρομοκρατικής οργάνωσης των Βάσκων.
Η ισπανική κυβέρνηση τον προδίδει και ο Παέζα υποχρεώνεται να εγκαταλείψει τη χώρα, για να επιστρέψει αργότερα. Χρεωκοπημένος, πλέον και στιγματισμένος ως απατεώνας, αδυνατεί να ξεκινήσει άλλη δουλειά, ενώ η σχέση του -με την επί 15 χρόνια σύντροφό του- Γκλόρια, έχει τελειώσει. Ο Παέζα, δέχεται την επίσκεψη του Λουίς Ρολντάν, πρώην ισχυρού Αρχηγού της Ισπανικής Αστυνομίας, ο οποίος του προσφέρει ένα εκατομμύριο, αν τον βοηθήσει να κρύψει τα δώδεκα, που έχει υπεξαιρέσει από τον δημόσιο προϋπολογισμό, που είχε κατά τη διάρκεια της θητείας του. Έτσι, ο Παέζα, βλέπει την τέλεια ευκαιρία να πάρει εκδίκηση και να βελτιώσει τα οικονομικά του. Με τη βοήθεια του Χεσούς Καμόες, στενού συνεργάτη του, ενορχηστρώνει ένα περίπλοκο, πανέξυπνο σχέδιο που θα ζήλευε, ακόμη και ο καλύτερος ταχυδακτυλουργός…