ΣΕ ΘΕΣΗ ΒΟΛΗΣ
(2015 ΕΓΧ 115’)
Αστυνομικό θρίλερ, βασισμένο στην ομότιτλη νουβέλα του Ζαν Πατρίκ Μονσέτ
Σκην.: Πιέρ Μορέλ Μουσ.: Μάρκο Μπελτράμι Ηθ.: Ίντρις Έλμπα, Σον Πεν, Χαβιέ Μπαρδέμ, Μαρκ Ρίλανς, Ρέι Γουίνστοουν, Μελίνα Μάθιους, Τζασμίν Τρίνκα
Αν είσαι οπλισμένος… με την αλήθεια… αδιαφορείς για το αποτέλεσμα…
O διαπεραστικός ήχος της σφαίρας ακούγεται μέσα από την κάννη. Φύλακες ασφαλείας βγαίνουν οπλισμένοι από τα οχήματα τους. Σε ένα κοντινό ξενοδοχείο, ένας άντρας αφήνει το όπλο του και φεύγει από το δωμάτιο. Σύντομα τα δελτία ειδήσεων, κατακλύζονται με την είδηση της δολοφονίας του Υπουργού Ενέργειας- είναι η αρχή του εμφύλιου και της γενοκτονίας.
Ο Τζιμ Τεριέ βοηθάει τους κατοίκους ενός αφρικανικού χωριού να έχουν πόσιμο καθαρό νερό. Ενώ σκάβει ένα πηγάδι, τρεις οπλισμένοι άντρες τον αναζητούν στο χωριό για να τον σκοτώσουν. Ταξιδεύει πρώτα στο Λονδίνο για να συναντήσει τον παλιό του φίλο Στάνλεϊ και μαζί να ανακαλύψουν ποιοι τον έχουν επικηρύξει. Όλα καταλήγουν στο παρελθόν του. Πριν 8 χρόνια, ο Τεριέ και οι συνεργάτες του, είχαν πληρωθεί προκειμένου να εκτελέσουν τον Υπουργό Ενέργειας του Κονγκό.
Ως ο άνθρωπος που πάτησε τη σκανδάλη, ο Τεριέ, υποχρεώνεται να εγκαταλείψει τη χώρα αμέσως. Επόμενη στάση Βαρκελώνη, για να αναζητήσει τον ίδιο τον άνθρωπο που το είχε προσλάβει, αλλά και να συναντήσει, τυχαία, ξανά τον έρωτα της ζωής του που αναγκάστηκε να αφήσει πίσω…
Αστυνομική περιπέτεια για όλα τα γούστα. Μάχες στο πεδίο δράσης, εμφύλιες συρράξεις στο Κονγκό εξαιτίας των οικονομικών του προβλημάτων, δυνατοί έρωτες, άγονες μεθοδεύσεις, μυστικές υπηρεσίες παντού γύρω και ένας πρωταγωνιστής στις αρχές του αλτσχάιμερ, να παλεύει με το τώρα το χθες και ταυτόχρονα με τους ‘παντός καιρού’ δαίμονες του παρελθόντος του
Δυνατό παρασκήνιο, που προκύπτει από ένα ευδόκιμο και ασφυκτικά γρήγορο μοντάζ, και μια μπακέτα στη σκηνοθεσία, που ξετυλίγεται με τη μορφή ενός συμφωνικού έργου, από το πρελούδιο έως το ανταντίνο…
Οι βασικοί
Πιέρ Μορέλ (Σκηνοθέτης)
Ιδιαίτερα γνωστός για την «Αρπαγή» με το Λίαμ Νίσον, ένα από τα μεγαλύτερα φραντσάιζ στην ιστορία του κινηματογράφου, ο Μορέλ επιχειρεί το ντεμπούτο του το 2004 με το εξαιρετικό «District B13», ένα φουτουριστικό θρίλερ, το οποίο έκανε γνωστή στο πλατύ κοινό την πολεμική τέχνη παρκούρ και εδραίωσε τον ίδιο, ως σκηνοθέτη ταινιών δράσης. Ακολουθεί το «From Paris With Love» (2010) με τους Τζον Τραβόλτα και Τζόναθαν Ρις Μάγιερς. Ο Μορέλ έχει μια μακρά καριέρα ως διευθυντής φωτογραφίας και σκηνοθέτης. Έχει εργαστεί σε πολύ μεγάλες ταινίες, όπως τα: «The Transporter 1 & 2», «Unleashed», «Love and Other Disasters», και «War». Έχει σκηνοθετήσει επίσης πολλά πιλοτικά επεισόδια τηλεοπτικών σειρών συμπεριλαμβανομένων των «Zero Hour» του ABC και «The Night Shift» του NBC.
Σον Πεν (Τζίμι Τεριέ)
Δύο φορές βραβευμένος με Όσκαρ, έχει γίνει κινηματογραφικό ίνδαλμα τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Έχει προταθεί συνολικά πέντε φορές για Όσκαρ Α’ ανδρικού ρόλου για τα «Dead Man Walking» (1995), «Sweet and Lowdown» (1999), «I Am Sam» (2001) και απέσπασε το πρώτο του για το «Mystic River» (2003) και το δεύτερο για το «Milk» (2009). Έχει, επίσης, τιμηθεί με Βραβείο Α’ ανδρικού ρόλου από το Φεστιβάλ Καννών («She’s So Lovely») και του Βερολίνου («Dead Man Walking»), όπως και από το Φεστιβάλ Βενετίας για τα «Hurlyburly» (1998) και 21 Grams (2003)
Αυτή τη στιγμή σκηνοθετεί το «The Last Face» με τους Σαρλίζ Θίρον, Χαβιέ Μπαρδέμ και Αντέλ Εξαρχόπουλος. Το σκηνοθετικό του ντεμπούτο ξεκίνησε με το «The Indian Runner» (1991), το οποίο επίσης έγραψε. Το 1995 σκηνοθέτησε το The Crossing Guard. Η τρίτη σκηνοθετική του δουλειά, ήρθε το 2001, το «The Pledge» με το Τζακ Νίκολσον, μία από τις δέκα καλύτερες ταινίες για το 2001 σύμφωνα με το National Board of Review. Το «Into the Wild» (2007), ήταν η τέταρτη σκηνοθετική του κατάθεση, η οποία άνοιξε με διθυραμβικές κριτικές. Ο Πεν έχει εμφανιστεί σε θεατρικές παραγωγές, συμπεριλαμβανομένων των «Heartland» και «Slab Boys» για το Μπρόντγουεϊ. Το 2003 ήταν ο νεότερος νικητής που έλαβε ποτέ Βραβείο για τη Συνεισφορά του από το φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν.
CHARRIE
(2015 ΕΓΧ 120’)
Επιστημονικής φαντασίας, βασισμένη στην ταινία μικρού μήκους, του ίδιου σκηνοθέτη
Σκην.: Νιλ Μπλόμκαμπ Μουσ.: Χανς Ζίμερ Ηθ.: Χιού Τζάκμαν, Σιγκούρνι Γουίβερ, Σάρλτο Κόπλεϊ
Ρομπότ… με ψυχή… φαντασία ή όντως πραγματικότητα…
Κάπου στο κοντινό μέλλον. Την πάταξη του εγκλήματος και τη διατήρηση της τάξης, έχουν αναλάβει να επιβάλλουν με ωμό τρόπο αστυνομικοί-ρομπότ. Το ανθρώπινο είδος ασφυκτιά, κάτω από τον ρομποτικό αυτόν κλοιό και προσπαθεί να αντιδράσει. Ένα τέτοιο ανθρωποειδές, ο Chappie, πέφτει θύμα απαγωγής και προγραμματίζεται κατά έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο. Έτσι, γίνεται το πρώτο ρομπότ που έχει την ικανότητα να σκέφτεται και να νιώθει. Κάποιες δυνάμεις, όμως, θεωρούν πως ο Chappie είναι επικίνδυνος και κάνουν τα πάντα, για να διατηρήσουν την τάξη και να διασφαλίσουν ότι το σκεπτόμενο ρομπότ, θα είναι το τελευταίο του είδους του…
O ταλαντούχος Νοτιοαφρικανός σκηνοθέτης «District 9», (2009) και «Elysium» (2013), επιστρέφει με μια αγωνιώδη περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας, με μια ιδιαίτερα πρωτότυπη, αλλά και τρυφερή, ιστορία, εμπνευσμένη από τη μικρού μήκους ταινία του, με τίτλο «Tetra Vaal» (2004).
Στις προηγούμενες ταινίες του, ο Μπλόμκαμπ, ξεδιπλώνει ιδέες και προτάσεις για ένα διαφορετικό κόσμο, μια ζοφερή κοινωνία με αβέβαιο μέλλον, μέσα από καταιγιστική δράση, με εκρηκτικό τρόπο. Στη νέα του ταινία, προχωράει ένα βήμα παραπέρα. Εκμεταλλευόμενος, πλέον, την εμπειρία του, αφηγείται με πιο μεστό τρόπο, προσηλωμένος στον πυρήνα της υπόθεσης και εξελίσσει το μύθο του δραματουργικά, αλλά και εικαστικά. Από τους ήρωές του, κάποιοι, όπως ο Βίνσεντ Μουρ, πιστεύουν ότι η ύπαρξη σκεπτόμενων ρομπότ πρόκειται να σημάνει το τέλος της ανθρωπότητας, υποστηρίζοντας ότι, αφού ένα ρομπότ διαθέτει την ικανότητα να σκέφτεται, δεν έχει καμία ανάγκη τους ανθρώπους. Κάποιοι άλλοι, όμως, σαν τον Ντον Γουίλσον, που είναι ο δημιουργός του Chappie, οραματίζονται ένα νέο είδος ζωής και ύπαρξης, που μπορεί να δώσει ‘φως στο τούνελ’, μια νέα ελπίδα δηλαδή, για το προδιαγραμμένο μέλλον προς το οποίο φαίνεται να τρέχει με γοργούς ρυθμούς η ανθρωπότητα.
Η ιστορία του Chappie, είναι η πορεία ενός νέου, αναγεννημένου ρομπότ που –ως μικρό παιδί- επηρεάζεται από διάφορα εξωτερικά ερεθίσματα και σύντομα παρασύρεται σε μια εγκληματική δίνη που ρουφάει το Γιόχνασμπαργκ. Την ανατροφή του, έχουν αναλάβει οι δυο- μάλλον ακατάλληλοι- γονείς του, οι γκάνγκστερ Νίνζα και Γιολάντι. Έτσι, ο Chappie, βρίσκεται εγκλωβισμένος και καλείται να τα βάλει με δυνάμεις, ακροβατώντας συνεχώς ανάμεσα στο κακό και το κακό, με ολόκληρη την πόλη ένα μόλις βήμα πριν την ολοκληρωτική καταστροφή. Πέρα όμως, από όλη αυτήν τη μαυρίλα, ο Chappie από σκληρός επιβολέας του νόμου, μετατρέπεται σε ένα ωραίο ‘τυπάκι’, που έχει καλλιτεχνικές ανησυχίες, κάνει χιούμορ, νοιάζεται για την οικογένεια, μιλάει και ντύνεται με ιδιαίτερο τρόπο, ενώ έχει και την ευχέρεια να μοιράζει αρκετό ξύλο σε όσους το αξίζουν. Αλλά εκτός αυτών, ο ήρωας είναι εμπλουτισμένος και με αρκετά δραματικά στοιχεία, συμπυκνώνοντας όλες τις ιδιότητες που στιγματίζουν τους ήρωες στις ταινίες του Μπλόμκαμπ. Κοινωνικοπολιτικές ιδέες που απασχολούν το σκηνοθέτη και στοιχεία δράσης με ψυχαγωγικό χαρακτήρα. Πρόκειται για μια ταινία που επικεντρώνεται στην ανθρώπινη ύπαρξη, τη συναισθηματική νοημοσύνη, την αυτοσυνείδηση και την αυτοδιάθεση και ασφαλώς στο κοντινό μέλλον.
Η ΑΠΑΓΩΓΗ ΤΟΥ κ. ΧΑΪΝΕΚΕN
(2013 ΕΓΧ 95’)
Δραματική, βασισμένη σε αληθινά γεγονότα, αλλά και στο βιβλίο του Πίτερ Ρ. Ντε Βρις
Σκην.: Ντάνιελ Άφρεντσον Μουσ.: Κλέι Ντάνκαν, Λούκας Βάιντα;λ Ηθ.: Άντονι Χόπκινς, Τζιμ Στέρτζες, Σαμ Γουόρθινγτον, Ράιαν Κουάντεν,
Το τέλειο έγκλημα… ισχύει… μέχρι να σε πιάσουν…
Το 1983 μια ομάδα παιδικών φίλων πραγματοποίησαν το έγκλημα του αιώνα: απήγαγαν έναν από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου, κληρονόμο της αυτοκρατορίας της μπύρας, Χάινεκεν. Η σοκαριστική αυτή απαγωγή, υπό την απειλή όπλων, στο φως της μέρας, στο Άμστερνταμ, είχε ως αποτέλεσμα να καταβληθούν τα μεγαλύτερα λύτρα για την απαγωγή ενός ατόμου… Η απαγωγή του Ολλανδού κροίσου Φρέντι Χάινεκεν, από τους Κορ Βαν Χουτ, Γουίλεμ Χόλεντερ, Φρανς «Σπάικς» Μέιχερ, Γιαν «Κατ» Μπελάαρντ και Μάρτιν «Μπρέικς» Έρκαμπς το 1983, έκανε το κοινό να παρακολουθεί την υπόθεση με κομμένη την ανάσα, από τα καθημερινά πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Ο Χάινεκεν, τελικά, απελευθερώθηκε μετά από 3 εβδομάδες, αφού καταβλήθηκαν λύτρα ύψους 34 εκατομμυρίων φιορινιών, δηλαδή περίπου 50 εκατομμύρια δολάρια σε σημερινή ισοτιμία.