ΟΙ ΜΙΣΗΤΟΙ 8
(2015 ΕΓΧ 167’) Γουέστερν Σκην.: Κουέντιν Ταραντίνο Μουσ.: Ένιο Μορικόνε Ηθ.: Σάμιουελ Λ. Τζάκσον, Κερτ Ράσελ, Τζένιφερ Τζέισον Λι, Ουόλτον Γκόγκινς, Ντέμιαν Μπισίρ, Τιμ Ροθ, Οσβάλντο Μομπρέι, Μάικλ Μάντσεν, Μπρους Ντερν, Τσάνινγκ Τέιτουμ
Δε φτάνεις ως εκεί… χωρίς έναν πολύ σοβαρό λόγο… Έξι ή οχτώ ή δώδεκα χρόνια μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, μια άμαξα διασχίζει σαν αστραπή το χειμωνιάτικο τοπίο του Ουαϊόμινγκ. Οι επιβάτες: ο κυνηγός επικηρυγμένων Τζον Ρουθ και η «Κρατούμενη» Ντέιζι Ντόμεργκιου, πηγαίνουν στην πόλη «Ρεντ Ροκ», όπου ο Ρουθ, γνωστός στα μέρη αυτά ως ο «Κρεμάλας», σκοπεύει να φέρει την Ντόμεργκιου ενώπιον της δικαιοσύνης. Στο δρόμο, συναντούν δύο ξένους: τον ταγματάρχη Μαρκίς Ουόρεν, έναν μαύρο πρώην στρατιώτη του στρατού των Βορείων που πλέον έχει γίνει διαβόητος «Κυνηγός Κεφαλών» και τον Κρις Μάνιξ, έναν Νότιο αντάρτη, που υποστηρίζει ότι είναι ο νέος «Σερίφης» της πόλης. Χάνοντας τον δρόμο τους στην χιονοθύελλα, ο Ρουθ, η Ντόμεργκιου, ο Ουόρεν και ο Μάνιξ, αναζητούν καταφύγιο σε μία στάση για άμαξες σε ένα ορεινό πέρασμα. Όταν φτάνουν εκεί, συναντούν όχι την ιδιοκτήτρια, αλλά τέσσερα άγνωστα πρόσωπα. Ο «Μεξικάνος» Μπομπ, ο οποίος φροντίζει τη στάση όσο η ιδιοκτήτρια επισκέπτεται τη μητέρα της, έχει αποκλειστεί εκεί με τον «Ανθρωπάκο» Οσβάλντο Μομπρέι, τον δήμιο του «Ρεντ Ροκ», τον «Γελαδάρη» Τζο Γκέιτζ, και τον Στρατηγό του στρατού των Νοτίων, τον «Νότιο» Σάνφορντ Σμίδερς. Καθώς η χιονοθύελλα τυλίγει την ορεινή στάση, οι οκτώ ταξιδιώτες, συνειδητοποιούν ότι μπορεί να μην είναι και τόσο εύκολο να φτάσουν τελικά στο «Ρεντ Ροκ»… Το τρομερό παιδί του αμερικανικού σινεμά, επιστρέφει με μια από τις διασκεδαστικότερες ιστορίες της καριέρας του, ένα θανάσιμο παιχνίδι ζωής και θανάτου που στάζει αίμα. Αν σας έλειψαν οι απολαυστικοί διάλογοι, η ευφάνταστη σκηνοθεσία, οι πρωτότυποι χαρακτήρες και φυσικά το άφθονο αίμα, που χαρακτηρίζει τις ‘ταραντινικές’ δημιουργίες, επισκεφτείτε τη νέα δουλειά του Κουέντιν Ταραντίνο, τρία χρόνια μετά το βραβευμένο με Όσκαρ «Django Unchained», τη μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία στην καριέρα του. Πρόκειται για ένα «γουέστερν δωματίου», που συν-στεγάζει οκτώ εκκεντρικούς και θανάσιμα επικίνδυνους χαρακτήρες, καθώς ο φακός τους παρακολουθεί, όσο εκείνοι προσπαθούν να μείνουν ζωντανοί. Όπως και το «Django Unchained», όμως, η ταινία εξερευνά με τον τρόπο της, ιδιαίτερα επίκαιρες θεματικές, όπως η φυλετική ένταση, που αιωρείται στην κοινωνία των ΗΠΑ εδώ και αιώνες. Όταν μιλάς για την εποχή σου, με μια ιστορία που διαδραματίζεται στο παρόν, μπορεί να περιορίζεις λίγο αυτό που μπορείς να πεις, ωστόσο, κανένα άλλο είδος δεν έχει μιλήσει καλύτερα για την Αμερική, από ότι το γουέστερν, με ένα υπόγειο τρόπο πάντα. Τα γουέστερν της δεκαετίας ’50 πρόβαλαν την Αμερική του Αϊζενχάουερ, εκείνα του ’70 είναι πολύ πιο κυνικά και αντι-καθεστωτικά και αργότερα, στη δεκαετία του ’80, επέστρεψαν στον πατριωτισμό, επηρεασμένα βαθύτατα από την ιστορία του Ρόναλντ Ρίγκαν. Με την ιστορία να τοποθετείται λίγα χρόνια μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, την πλέον κρίσιμη περίοδο διαφυλετικών διαταραχών στις Η.Π.Α., ο Ταραντίνο περιγράφει την ταινία, ως μια απεικόνιση, του πως η χώρα διαλύθηκε από τον πόλεμο και πως οι εντάσεις συνεχίστηκαν πολλά χρόνια αργότερα. Το ζήτημα της λευκής υπεροχής υπάρχει και σήμερα και αυτός είναι ο κεντρικός άξονας της ταινίας, κάτι που την τοποθετεί –εκούσια ή ακούσια- στη διαχρονική επικαιρότητα. Σήμερα, οι άνθρωποι πλέον μιλούν για τον συστημικό ρατσισμό, που υπήρχε ανέκαθεν στις ΗΠΑ και περνούσε απαρατήρητος και αυτό είναι ένα παραπέρα βήμα στην αποκατάσταση της αλήθειας. Άλλωστε, στο σινεμά όπως και στην ίδια τη ζωή, πρέπει να εκτίθεται η ασχήμια των πραγμάτων, μήπως και κάποτε αυτά όλα μπορέσουν να αλλάξουν. Παρόλο, που έχει φτάσει αισίως στην 8η του ταινία, ο Ταραντίνο διατηρεί ακόμη την νοοτροπία του νέου δημιουργού και κάθε φορά είναι σαν να επιστρέφει στην πρώτη του ταινία, με έναν άκρατο ενθουσιασμό, τόσο για το σκηνικό του χώρο, όσο και για την υποκριτική αυτονομία των ηθοποιών του και της ικανότητας των περισσότερων από αυτούς, στο δημιουργικό αυτοσχεδιασμό. 50 χρόνια μετά την ταινία «Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος», ο Ταραντίνο πείθει τον Ένιο Μορικόνε να γράψει μουσική για γουέστερν. Για να σηματοδοτήσουν την έναρξη μιας συνεργασίας που περιμέναμε χρόνια, ο θρύλος της παγκόσμιας μουσικής, συνθέτης, μαέστρος, ενορχηστρωτής, «αυτοκράτορας» της κινηματογραφικής μουσικής, Ένιο Μορικόνε, συναντάει τον Κουέντιν Ταραντίνο, έναν από τους πιο επιδραστικούς δημιουργούς του αμερικανικού κινηματογράφου, δίνοντας μια αρχική γεύση από το συναρπαστικό μουσικό σύμπαν της πρώτης καλλιτεχνικής τους σύμπραξης. Ενώ ο Ταραντίνο έχει χρησιμοποιήσει μουσική του Μορικόνε στις πέντε προηγούμενες ταινίες του, κατατάσσοντας τον εαυτό του ανάμεσα στους πιο σκληροπυρηνικούς θαυμαστές του Ιταλού Συνθέτη, η συγκεκριμένη συνεργασία έχει ιστορικό χαρακτήρα, καθώς αποτελεί την πρώτη φορά στην Ιστορία, που ο διάσημος συνθέτης γράφει μουσική, αποκλειστικά κομμένη και ραμμένη, σε ταινία του Ταραντίνο. Και είναι μάλιστα η πρώτη φορά, που ο Μορικόνε συνθέτει μουσική για ταινία γουέστερν, μετά από το σπουδαίο «Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος» (1966), του Σέρτζιο Λεόνε, μια συμβολική, ιστορική ταινία, που ολοκληρώθηκε 50 χρόνια πριν… Δείτε την…
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΣΟΡΤΑΡΙΣΜΑ
(2014 ΕΓΧ 130’) Σπονδυλωτή, βασισμένη σε αληθινά γεγονότα, αλλά και στο ομότιτλο βιβλίο του Μάικλ Λιούις Σκην.: Άνταμ Μακέι Μουσ.: Σαμπχατζί Βαχάτ Ηθ.: Μπραντ Πιτ, Κρίστιαν Μπέιλ, Κάρεν Γκίλαν, Ράιαν Γκόσλινγκ, Σελένα Γκομέζ, Μαρίσα Τομέι, Στιβ Καρέλ, Μελίσα Λίο
Και όμως… κάπως έτσι… ξεκινάει η αλήθεια… Στα τέλη του 2008 ‘σκάει’ η φούσκα της αμερικάνικης κτηματαγοράς. Οι τιμές των σπιτιών, που είχαν εκτιναχθεί σε δυσθεώρητα ύψη, καταρρέουν μέσα σε ελάχιστους μήνες, ενώ μαζί τους, συμπαρασύρουν και την παγκόσμια οικονομία, οδηγώντας στη χειρότερη κρίση των τελευταίων 80 ετών, που παρασύρει στο διάβα της, κυβερνήσεις και υπόγειες διασυνδέσεις. Τέσσερις μικροεπενδυτές: ένας αθυρόστομος αναλυτής, ένας αντικοινωνικός γιατρός με ταλέντο στα μακροοικονομικά, δυο πιτσιρικάδες μικροεπενδυτές, που έστησαν επενδυτικό κεφάλαιο στο γκαράζ του σπιτιού τους και ένας τραπεζίτης, που απλά αξιοποίησε προς δικό του όφελος μια πληροφορία, διαπιστώνουν αυτό που οι τράπεζες, τα ΜΜΕ και η αμερικανική κυβέρνηση αρνούνται να δουν. Δηλαδή, την επικείμενη κατάρρευση της παγκόσμιας οικονομίας. Έτσι, στο γενικευμένο αυτό, παγκόσμιο «κραχ», υπήρξαν και άτομα, που ωφελήθηκαν από αυτό και θησαύρισαν από τη μια στιγμή στην άλλη. Μια σπονδυλωτή ταινία που γυρίζει πίσω, στις αρχές της οικονομικής κρίσης στα τέλη του 2008 και με πολύ χιούμορ, αναπτύσσει τους ιδιόμορφους αυτούς χαρακτήρες, που ενώ όλοι αγόραζαν με υστερία, εκείνοι ‘σορτάριζαν’, πόνταραν δηλαδή, στην πτώση της αξίας συγκεκριμένων τίτλων. Ένα ενδιαφέρον μείγμα κωμωδίας και κοινωνικής καταγραφής ενός ιστορικού γεγονότος, όπως το αφηγούνται, παράλληλα, οι βασικοί χαρακτήρες. Για τη διασαφήνιση, μάλιστα, των γλωσσικών όρων, πολλοί ‘διάσημοι’, όπως π.χ. η ηθοποιός Μάργκο Ρόμπι από την ταινία «Ο Λύκος της Γουόλ Στριτ», ο σεφ και τηλεπαρουσιαστής Άντονι Μπουρντέν, η τραγουδίστρια Σελίνα Γκόμεζ και ο συμπεριφορικός οικονομολόγος Δρ. Ρίτσαρντ Θέιλερ, κάνουν την εμφάνισή τους, εμβόλιμα στα κάδρα, σε μια προσπάθεια εκλαΐκευσης των δυσνόητων, οικονομικών όρων. Μια ταινία, που όσο και αν κάποιοι επιθυμούσαν, να παραμείνει κλειδωμένη στα ράφια των διανομών, αυτή ξεπέρασε τις προσδοκίες, ανεβάζοντας ψηλά τον πήχη της μαζικής αποδοχής. Μια ταινία, που διαθέτει όλα τα οπτικά και λεκτικά μέσα, ώστε να εξαγριώσει τελικά τους θεατές και βγαίνοντας από την αίθουσα να επανεξετάσουν την προτίμηση της ψήφου τους, σε ό,τι αφορά τους κυβερνήτες – παπαγαλάκια, για την περίφημη τραπεζική αναδιάρθρωση. Μια απολαυστική και ταυτόχρονα αποκαλυπτική ταινία, που κατά τα άλλα, εστιάζει σε ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, που άλλαξε τις ζωές όλων μας… Δείτε την…