ΟΔΗΓΟΣ ΔΙΑΠΛΟΚΗΣ
(2013 ΕΓΧ 132’)
Δράμα
Βραβείο καλύτερης ταινίας, σεναρίου και β’ γυναικείου ρόλου από τους κριτικούς της Νέας Υόρκης.
Σκην.: Ντέιβιντ Ο’ Ράσελ Μουσ.: Ντάνι Έλφμαν Ηθ.: Τζένιφερ Λόρενς, Κρίστιαν Μπέιλ, Έιμι Άνταμς, Τζέρεμι Ρένερ, Μπράντλεϊ Κούπερ
Ολοι… εξαπατούν όλους… όταν πρόκειται για την ίδια την επιβίωση…
Δεκαετία ’70s… με φόντο τον σαγηνευτικό κόσμο του πανέξυπνου απατεώνα Ιρβιν Ρόζενφελντ, σ’ ένα από τα πλέον παράξενα σκάνδαλα της εποχής. Η ταινία αφηγείται την ιστορία του Ιρβιν Ρόζενφελντ, ο οποίος μαζί με την εξ’ ίσου γοητευτική και πανούργα συνέταιρό του, Σίντνεϊ Πρόσερ, υποχρεώνεται να συνεργαστεί με τον Ρίτσι Ντι Μάσιο, έναν αχαλίνωτο πράκτορα του FBI, για να παγιδεύσουν άλλους απατεώνες, μαφιόζους και πολιτικούς, που επιδιδόταν σε μια σειρά από παράνομες δραστηριότητες. Ο Ντι Μάσιο τους ωθεί στον κόσμο διαμεσολαβητών εξουσίας του Τζέρσεϊ και της μαφίας, έναν κόσμο τόσο επικίνδυνο όσο και μαγευτικό. Ο Κάρμιν Πολίτο, ένας παθιασμένος, ανήσυχος, πολιτικός άρχοντας του Νιου Τζέρσεϊ, ο οποίος παγιδεύεται εν μέσω απατεώνων και Ομοσπονδιακών. Η απρόβλεπτη σύζυγος όμως, του Ίρβινγκ, Ρόζαλιν, είναι εκείνη που μπορεί να κινήσει τα νήματα “με εναλλακτικό τρόπο” ανατρέποντας, ίσως, τα πάντα…
Με τον “Οδηγό διαπλοκής”, σηματοδοτείται το τρίτο μέρος τού εξελιγμένου τρίπτυχου ταινιών του σκηνοθέτη Ντέιβιντ O’ Ράσελ. Αρχίζοντας από το “Fighter”, συνεχίζοντας με τον “Οδηγό αισιοδοξίας” και προχωρώντας σ’ ένα ακόμη μεγαλύτερο και πρωτόγνωρο καμβά με το “Οδηγός Διαπλοκής”, ο O’ Ράσελ επικεντρώνεται σε χαρακτήρες που προσπαθούν να αλλάξουν τη ζωή τους μέσα από τη διαδικασία του επαναπροσδιορισμού. Αλλη μια ταινία που αφορά σε ανθρώπους, η ζωή των οποίων δεν πήρε την τροπή που επιθυμούσαν ή που οι ίδιοι προσδοκούσαν. Χαρακτήρες που μέσα τους κρύβουν κάτι κινηματογραφικά αξιολάτρευτο και ταυτόχρονα εκπνέουν και μια πλεονασματική θλίψη. Σ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, όχι μόνο στην τρίτη πράξη, εκτιμούν αυτό που είναι και το πώς είναι δυνατόν να αγαπήσουν και πάλι τη ζωή. Αυτοί οι χαρακτήρες διατηρούν την αίσθηση του: ποιους πλήγωσαν και αναρωτιούνται όχι μόνο για το τι πρόκειται να κάνουν, αλλά πώς να νοιαστούν και πάλι για τη ζωή, πώς να ερωτευθούν ξανά από την αρχή χωρίς δελεαστικά διλήμματα. Αλλωστε οι άνθρωποι με πάθος, που αγαπούν ή αγάπησαν τη ζωή με κάποιους συγκεκριμένους τρόπους, έστω και άνομους, ποτέ δεν εγκαταλείπουν την κοινωνική δράση ή την επανένταξη στα γήινα.
Στον πυρήνα της ταινίας βρίσκεται μία δυνατή ιστορία αγάπης, ανάμεσα στον Ιρβινγκ Ρόζενφελντ και τη Σίντνεϊ Πόρτερ, αδελφές ψυχές και στενοί συνεργάτες. Η ερωτική σχέση τους, δίνει μία ξεχωριστή δύναμη, που όποιος ερωτεύτηκε ποτέ μπορεί να επιβεβαιώσει. Οταν είσαι ερωτευμένος, νιώθεις ότι είσαι υπεράνω, πως κάτι θεϊκό συμβαίνει γύρω σου. Κατά την ταπεινή μου άποψη, στο πρώτο μέρος της ταινίας, ο Ο’ Ράσελ επικεντρώνει στην επικοινωνία των δυο, στοχεύοντας στον ξεχωριστό τρόπο που ο καθένας τους διαχειρίζεται τα αισθήματά του. Η απόλαυση ήταν το παν. Το σενάριο και η σκηνοθεσία, οδηγούν το θεατή με διάθεση αυξανόμενης ταύτισης. Ετσι, το κοινό ερωτεύεται από το πάθος τους για τη ζωή, μέχρι του σημείου που ξεκινούν τα προβλήματα, εκεί που οι ήρωες πρέπει να επαναπροσδιορίσουν τον εαυτό τους για να επιβιώσουν. Ναι αλλά, μόλις το πετύχουν, τι γίνεται η μεταξύ τους αγάπη;
Στην ουσία πρόκειται για μια αισθηματική ταινία. Ενα ρομάντζο ανάμεσα στον Ιρβινγκ και τη Σίντνεϊ, ένα σύντομο ρομάντζο ανάμεσα στον Ρίτσι και τη Σίντνεϊ και ενός φευγαλέου ρομάντζο, ενός γάμου που πεθαίνει ανάμεσα στον Ιρβινγκ και τη Ρόζαλιν. Είναι για τη φιλία ανάμεσα στον Ιρβινγκ και τον Κάρμιν και τον γάμο του Κάρμιν με την Ντόλι. Και, φυσικά, η τέχνη της κομπίνας του Ιρβινγκ αποτελεί ένα ρομάντζο με ποικίλους τρόπους εξασκώντας μαθήματα γοητείας, μέσα από τα οποία οι άνθρωποι, μπορούν να συνεχίσουν να πιστεύουν, να επιθυμούν, να ονειρεύονται…
Η ιδέα της εξαπάτησης, βρίσκεται σε κάθε πτυχή της ταινίας. Ποιον εξαπατούν ο Ιρβ και η Σίντνεϊ, αυτόν που του παίρνουν τα λεφτά ή τον ίδιο τους τον εαυτό, με την πεποίθηση ότι κάνουν το σωστό; Και το μεταφέρω στο ρεαλισμό. Τελικά, ποιον εξαπατούμε όταν είμαστε με κάποιον. Είμαστε μαζί του επειδή τον θαυμάζουμε ή επειδή τον έχουμε ανάγκη; Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας περιφέρεται στους τρόπους “δορυφόρους” που εξαπατούμε τους άλλους και τον εαυτό μας. Το επιχείρημα: όταν είμαστε κολλημένοι σε μια δουλειά που μισούμε, ή σε μια ταραγμένη σχέση, πείθουμε τον εαυτό μας ότι όλα είναι μια χαρά, ότι όλα -από κάποια στιγμή και μετά- θα πάνε καλά. Ολοι πρέπει να βρούμε διεξόδους, γιατί μόνο αυτό μπορούμε να κάνουμε. Και αυτό κάνουν οι ήρωες αυτής της ταινίας.
Μια ταινία, που μερικές μόλις μέρες πριν την ανακοίνωση των υποψηφιοτήτων των Οσκαρ, έχει κερδίσει τις εντυπώσεις, ηθικές και κινηματογραφικές. Ωστόσο μην ξεχνάτε ότι το σινεμά και το κινηματογραφικό του πεδίο, είναι εξόχως φανταστικό, ακόμη κι αν δανείζεται σημεία από αληθινά γεγονότα. Είναι φανταστικό, διατυπώνει έναν ασφαλέστατα προστατευμένο θόλο γύρω του, αφαιρώντας έντεχνα, κάθε τι “ενοχλητικό” από τον συμπιεσμένο του χωροχρόνο. Και βέβαια, μην ξεχνάτε ποτέ, πως κάποιοι εξαπατούν για το σεβασμό… κάποιοι εξαπατούν για την αγάπη… άλλοι εξαπατούν για την αλήθεια… όλοι όμως εξαπατούμε για την επιβίωση…
Το πραγματικό σκάνδαλο ABSCAM…
Ξεκίνησε ως επιχείρηση του F.B.I. και αφορούσε στο οικονομικό έγκλημα και κατά συνέπεια στην πολιτική διαφθορά. Οι ομοσπονδιακοί Τζον Γκουντ και Αντονι Αμορόσο, συνεργάστηκαν μ’ έναν απατεώνα, τον Μελ Γουέινμπεργκ, σε μια αστυνομική επιχείρηση. Ο Γουέινμπεργκ και το F.B.I. δημιούργησε μια πλασματική εταιρεία, με επικεφαλής έναν δήθεν Αραβα Σεΐχη, προκειμένου να δωροδοκεί αξιωματούχους με αντάλλαγμα πολιτικές χάρες.
Ο Γουέινμπεργκ έγινε ο βασικός μάρτυρας στις υποθέσεις του FBI, κατά έξι μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων των Η.Π.Α. και ενός γερουσιαστή, που καταδικάστηκαν με διάφορες κατηγορίες στο σκάνδαλο. Επιπλέον, καταδικάστηκαν και άλλοι τοπικοί άρχοντες, συμπεριλαμβανομένου και του δημάρχου του Κάμντεν, στο Νιού Τζέρσεϊ.