Σε επίτιµο καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Πολυτεχνείου Κρήτης, αναγορεύτηκε χθες στην Πολυτεχνειούπολη ο οµότιµος καθηγητής του Ε.Μ.Π Παναγιώτης Τουρνικιώτης.
Πανεπιστηµιακοί, άνθρωποι της Αρχιτεκτονικής και Μηχανικοί, φοιτητές και πλήθος κόσµου, βρέθηκαν στην τιµητική εσπερίδα της αναγόρευσης και γνώρισαν το έργο και την προσωπικότητα του διεθνούς κύρους καθηγητή Τουρνικιώτη.
Όπως ανέφερε η Αναπληρώτρια Κοσµήτορας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Καθηγήτρια Αµαλία Κωτσάκη: «Πρόκειται για τον επί 32 χρόνια καθηγητή του Ε.Μ.Π που δίδαξε ιστορία, θεωρία της αρχιτεκτονικής, επιστήµονας µε τεράστια διεθνή αναγνώριση του έργου και της προσωπικότητας του. Είναι ο καθηγητής που έστρεψε το ενδιαφέρον για την ιστορία, την θεωρία και την προστασία της Αρχιτεκτονικής του 20ου αιώνα, µε σηµαντικό συγγραφικό έργο, µεταφρασµένο σε πολλές γλώσσες. Ο καθηγητής Παναγιώτης Τουρνικιώτης, έχει τιµηθεί µε διεθνή βραβεία όπως από το Αµερικάνικο Ινστιτούτο Αρχιτεκτόνων, την Ακαδηµία Αθηνών και πολλά άλλα, ενώ διατηρεί στενές σχέσεις µε τη Γαλλία και το Γαλλικό Πολιτισµό. ∆άσκαλος µίας µεγάλης σειράς επιστηµόνων που σήµερα στελεχώνουν πανεπιστήµια σε Ελλάδα και εξωτερικό».
Όπως είπε η κοσµήτορας, µιλώντας στα “Χανιώτικα νέα”, «καθηγητές αυτού του επιπέδου, επηρεάζουν την πορεία της Αρχιτεκτονικής, των φοιτητών του, ως δάσκαλος επηρεάζει µε τον τρόπο που προσεγγίζει τα πράγµατα και έχει βέβαια ο καθηγητής Τουρνικιώτης, µία δηµόσια παρουσία που επίσης λειτουργεί επιδραστικά σε πολύ σοβαρές αποφάσεις όπως για παράδειγµα στην προστασία της µοντέρνας Αρχιτεκτονικής».
Την εκφώνηση του Ψηφίσµατος και της Απονοµής του Τίτλου έκανε ο Κοσµήτορας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Θεοχάρης Βαζάκας, και ακολούθησε η Περιένδυση του τιµώµενου µε την Τήβεννο και το Επιτηβέννιο του Ιδρύµατος.
Η Αρχιτεκτονική σήµερα έχει καταφέρει να είναι µοντέρνα, σύγχρονη, αλλά την ίδια ώρα να αγαπάει και να σέβεται το παρελθόν πάνω στο οποίο χτίζεται, είπε ο τιµώµενος µιλώντας στα “Χανιώτικα νέα”. Όπως είπε, αυτό είναι µία κατάκτηση µετά από πολλά χρόνια, που δεν συνέβαινε ακριβώς το ίδιο. «Αυτή η πολιτιστική κληρονοµιά δεν είναι και δεν πρέπει να είναι ένα βαρίδι, πρέπει να είναι ένα εφαλτήριο και φυσικά το καινούργιο που χτίζουµε, µαζί µε το παλιό, δεν πρέπει να προσπαθεί να το µιµηθεί, αλλά να προσπαθεί να το ανταγωνιστεί, σε µία ευγενή άµιλλα. Να κάνουµε και εµείς αυτό που αξίζει στην εποχή µας αλλά µε αγάπη και σεβασµό και σε εκείνο που παραλάβαµε. Προσωπικά πιστεύω πάντα, ότι οι επόµενοι από εµάς είναι καλύτεροι. Αυτό συµβαίνει όπως έχω καταλάβει, 4η δεκαετία που βρίσκοµαι στην εκπαίδευση, επειδή οι παλιοί µπορούν να συµβάλλουν ώστε οι νεότεροι να τους ξεπεράσουν. Πιστεύω λοιπόν στους νέους και ξέρω ότι, πάντα οι γονείς, οι παλιοί, τα βάζουνε τα παιδιά τους σε µια αντιπαράθεση, ένα χάσµα γενεών, αλλά αυτό ας το αφήσουµε να είναι στον κοινωνικό µας χώρο. ∆ιότι στον επιστηµονικό χώρο το µέλλον µας είναι οι µαθητές µας και µπορούν να µας ξεπεράσουν».
Για το πως βλέπει το µέλλον και πως αυτό θα συνδέεται ως περιβάλλον και Αρχιτεκτονική, ο κ. καθηγητής µας απάντησε πως: «Νοµίζω ότι πριν από 20 – 30 – 40 χρόνια, το περιβάλλον δέ µας συγκινούσε και δεν µιλάω για το περιβάλλον της κλιµατικής κρίσης αλλά για το γενικότερα φυσικό, πολιτισµικό περιβάλλον. Νοµίζω ότι πια έχει γυρίσει η κατάσταση, όλο και περισσότερο θα ασχοληθούµε µε την ποιότητα του χώρου, του κοινού χώρου, του δηµόσιου χώρου, την ποιότητα των κοινών και όλο και περισσότερο σχεδιάζονται πια αυτοί οι χώροι. Όταν κάποτε ήταν έρµαιο της τύχης στις κάθε πρωτοβουλίες, άρα υπάρχει µια συνείδηση της σηµασίας που έχει αυτό το περιβάλλον για όλους και τις προτεραιότητας πρέπει να του δώσουµε. ∆εν έχει βέβαια κυριαρχήσει αυτή η συνείδηση σε όλα τα πεδία, διότι δεν είναι µόνο τα πεδία των αρχιτεκτόνων, των πολεοδόµων, αλλά είναι και τα πεδία των πολιτικών, είναι τα πεδία των κάθε είδους συµφερόντων, τα οποία δεν συµβαδίζουν πάντοτε. Αλλά νοµίζω ότι αργά ή γρήγορα, θα συγκλίνουν προς ένα καλύτερο περιβάλλον».