Είδα έναν άνθρωπο να σπρώχνει το καροτσάκι της κόρης του στην ανηφόρα, τραγουδώντας: «ποιος σου ‘χει κάνει την καρδιά αστέρι λυπημένο, πόρτα κλειστή τα χείλη σου κι απ’ έξω περιμένω». Κι είπα μέσα μου, πως σε τούτη την αναμονή υπάρχει ελπίδα.
Eψαξα στο διαδίκτυο, κι είδα τους “ξένους” -πόσο κακή στ’ αλήθεια αυτή η λέξη- να ψηφίζουν Ελλάδα. Να καταγράφουν την προσμονή τους για την επόμενη επίσκεψη. Κι αναθάρρησα. Κι είπα αφού εμείς οι ίδιοι ψηφίζουμε τόσα χρόνια ο,τιδήποτε άλλο εκτός από Ελλάδα, ας είναι που οι “ξένοι” συνεχίζουν να εμπιστεύονται το μόνο πράγμα που κληρονομήσαμε άκοπα: μια παλάμη τόπο, καλά κρυμμένος «κάτω απ’ το ανοιχτό πουκάμισο, με τις μαύρες τρίχες και το σταυρουδάκι του Ήλιου».
Εντόπισα την πτώση της τηλεθέασης όλων αυτών των καλοσιδερωμένων εκπομπών, που από νωρίς το πρωί ξέρουν πολύ καλά να πουλούν τις πιο τσαλακωμένες κοινωνικές πτυχές. Και χαμογέλασα. Έβγαλα και την τηλεόραση από την πρίζα, να μην νομίζει ότι βασίζομαι καθημερινά στην ενημερωτική της ετοιμότητα.
Συνάντησα φίλο, χρόνια χαμένος σε θέματα, δουλειές, παιδιά και μια ζωή που επιλέγει να τραβήξει τον δρόμο της, όταν εσύ δεν μπορείς να εντοπίσεις τον δικό σου. Κι έτσι όπως στήθηκε μπροστά μου, τον άκουσα να λέει πίσω απ’ την μάσκα: «Μπορεί να μην το βλέπεις, αλλά χαμογελώ!». Κι άρχισα να πιστεύω, πως ήταν εκείνο, το καλύτερο χαμόγελο που δεν είδα ποτέ στη ζωή μου.
Μέτρησα για άλλη μια φορά τον αριθμό των διασωληνωμένων και των θανάτων της ημέρας και είπα, ότι πρέπει να σταματήσω να κρύβω την άγνοιά μου πίσω από «καλά» ενημερωμένα αρχεία Δημόσιων Υπηρεσιών. Για την ατομική μου ευθύνη, πολλά ειπώθηκαν, αλλά στο τέλος της ημέρας τούτη είναι και η μόνη ευθύνη που παραμένει ενεργή. Οι εμβολιασμοί τρέχουν, την ίδια στιγμή που ένα κομμάτι της κοινωνίας στέκεται με δισταγμό μπροστά στην νέα και απρόσμενα γρήγορη θεραπεία. Καθένας ας πάρει τις αποφάσεις του, χωρίς να χρειάζεται να αποδείξει και την ορθότητά τους με ύφος επίκουρου -τουλάχιστον- καθηγητή λοιμωξιολογίας.
Είδα τον κ. Δένδια, που από όλους τους ομολόγους του, αποφάσισε να αγκαλιάσει τον Τούρκο και σκέφτηκα ότι κάποιες φορές, χρειάζεται να αγκαλιάζεις τον «αντίπαλο», όταν αδυνατείς να εντοπίσεις έναν έμπρακτο φίλο. Μελέτησα την γλώσσα του σώματος του κ. Πρωθυπουργού να μιλά με ενθουσιασμό για την επόμενη μέρα στο νησί της ανάπτυξης και των κατσικόδρομων. Και εντόπισα την αμηχανία για την απραξία όλων των ημερών του παρελθόντος που κρατούν την Κρήτη μία ακόμη ωραία κοιμωμένη της τουριστικής βιομηχανίας.
Μέτρησα την αποχή του κ. Τσιόδρα. Θυμήθηκα τις σχεδόν λυγμικές του συμβουλές στην διάρκεια της καραντίνας Νο1 και δικαιολόγησα την απουσία του διαβάζοντας άρθρο της ΠΟΥ που σημείωνε, ότι «οι επιδημίες είναι θέμα των υγειονομικών και οι πανδημίες των πολιτικών». Μέτρησα και τους τρόπους αντίδρασης στην εξάπλωση του ιού από τις κυβερνήσεις της Ευρώπης και άφησα την Ε.Ε μετεξεταστέα τον Σεπτέμβρη για μια ακόμη φορά. Θυμήθηκα ότι μέσα σε δέκα χρόνια ούτε για την οικονομική ούτε για την υγειονομική κρίση κατάφερε να καταθέσει μία ξεκάθαρη κοινή γραμμή αντιμετώπισης.
Ζύγισα και τον Ιούνιο και τον ονόμασα Μάιο με επεκτατικές τάσεις. Άβολος άνεμος, σύννεφα με συμφραζόμενα ψιχάλας, διάθεση σε κυκλοθυμική αναστολή, φαγητό άνευ μουσικής, δελτία με φόνους μέρα μεσημέρι, ή νύχτα νύχτα. Όλα σε κύκλους γύρω μας. Αυτιστικές τροχιές, ευχολόγια, μελέτες θρομβώσεων της κοινωνικής αρτηρίας που ψάχνει σφυγμό και σε τακτά διαστήματα το βασικό ερώτημα που μένει ακόμα αναπάντητο: Πώς ξεκίνησε η πανδημία; Ερώτημα που χώνεται στην σκέψη, όπως το στικ του rapid test στην προσπάθεια να καταγράψει το αρνητικό ή το θετικό.
Ξαναδιάβασα ό,τι έγραψα. Και σκέφτηκα ότι πιθανά θα μπορούσα να το γράψω καλύτερα. Να το γράψω απ’ την αρχή. Εξηγήθηκα όμως: Μου διαφεύγει η «αρχή». Κι αφού συμβαίνει κάτι τέτοιο, επιλέγω το τέλος που επιθυμώ.
Αρνητικός εγώ σήμερα. Επιδημιολογικά. Με αρνητική ίσως διάθεση, χωρίς ευτυχώς σοβαρά συμπτώματα και με επιθυμητά επίπεδα οξυγόνου προσδοκιών. Και με ανάσα ελπίδας, έστω κρυμμένης πίσω από την μάσκα, που οι μέρες απαιτούν!