Με ένα κείμενο – παρέμβαση η Ομάδα Περιβάλλον Καλαθά ζητά «να εξεταστεί με μεγαλύτερη σοβαρότητα και ευαισθησία από όλους τους αρμόδιους αλλά και τους κατοίκους» το θέμα με την λιμνούλα του Καλαθά.
Αναλυτικά το κείμενο αναφέρει «αν μιλήσει κανείς με κάποιον μεγαλύτερο που είχε την τύχη να γνωρίσει τον Καλάθα παλιά, δηλαδή πριν από τον πόλεμο και μέχρι τα 50, τότε αυτός θα περιγράφει έναν τελείως διαφορετικό τοπίο: τεράστιες αμμοθίνες που ανέβαιναν ψηλά στις πλαγιές των λόφων, το ποταμάκι του φαραγγιού που σχημάτιζε μια λιμνούλα – στην οποία πήγαιναν οι χωριανοί για να ψαρέψουν, η εκβολή του ποταμιού στην θάλασσα και μια παρθένα παράλια. Στα μεταπολεμικά χρονιά, πήραν όλη την άμμο από το τοπίο για κατασκευαστικούς λόγους, έστρωσαν τον πρώτο ασφαλτόδρομο, μπάζωσαν τελείως την λίμνη με τα βράχια του διπλανού βουνού ώστε να χτίσουν την γέφυρα. Τότε, βεβαία, δεν υπήρχε “περιβαλλοντική συνείδηση”, και η προτεραιότητα είχε δοθεί, μετά από τον πόλεμο, στην ανοικοδόμηση. Παραμένει, όμως, αυτό το γεγονός: η παραλία του Καλάθα σχημάτιζε πάντοτε, πριν την ανθρωπινή παρέμβαση, ένα οικοσύστημα το οποίο επικοινωνούσε με το φαράγγι και την παραπάνω κοιλάδα.
Φέτος όμως, μετά τα έντονα καιρικά φαινόμενα που παρατηρήθηκαν στα Χανιά, η φύση ξαναπήρε τα δικαιώματα της και, αγνοώντας τα μπάζα, το ποτάμι βρήκε ξανά την εκβολή του στην παραλία. Αυτό το γεγονός φαίνεται να έχει προκαλέσει σάλο και αγανάκτηση, κάτι που “βλάπτει την εικόνα της παραλίας και της χώρας μας”. Ας προσπαθήσουμε, λοιπόν, να καταλάβουμε τους λόγους αυτής της οργής. Τι προβλήματα προκαλεί αυτή η λιμνούλα, πέρα από μικρές δυσκολίες πρόσβασης στην ταβέρνα και στην παράλια ; Κουνούπια; Πάντα είχε στον Καλάθα, επειδή πίσω από την γέφυρα, για οποίον θέλει να το δει, έχει τον κύριο βάτο. Υγειονομικό πρόβλημα; Θα υπήρχε εάν οι τουρίστες αποφάσιζαν, για ανεξήγητους λογούς, να κάνουν μπάνιο στο βάτο μέσα και όχι στην θάλασσα, που είναι εκατό μετρά πιο πέρα. Αισθητικό πρόβλημα; Πάλι, οι λουόμενοι αράζουν μπροστά στην θάλασσα, και όχι μπροστά στο βάτο.
Είναι, λοιπόν, είναι τόσο τραγικό να υπάρχει αυτή την εκβολή ; Ας σημειώσουμε εδώ ότι τα περασμένα χρόνια, ο χώρος που είναι σήμερα καλυμμένος από την λιμνούλα, χρησίμευε ως χώρος στάθμευσης για όσους δεν ήθελαν να κάνουν 5 βήματα παραπάνω για να παρκάρουν κάπου αλλού. Αυτό δεν προκάλεσε καμιά αντίδραση, ούτε από τους ανθρώπους, που προφανώς προτιμάνε να έχουν μπροστά στην μύτη τους οχήματα αντί να έχουνε ένα στοιχείο της φύσης, ούτε από τους αρμόδιους του προγράμματος «Γαλάζια Σημαία», ενώ οι κανόνες του προγράμματος απαγορεύουν την στάθμευση οχημάτων στην παράλια (κριτήριο n°22). Που είναι λοιπόν, οι αγανακτισμένοι και οι αρμόδιοι του προγράμματος «Γαλάζια Σημαία» τον υπόλοιπο χρόνο, όταν μια χούφτα εθελοντές και λάτρεις του τόπου αυτού, καθαρίζουν την παράλια σχεδόν καθημερινά; Που είναι όταν οι “τοπικές επιχειρήσεις” παραβιάζουν τους κανόνες και γεμίζουν κάθε τετραγωνικό μέτρο της παράλιας με ομπρελοκαθίσματα; Που είναι όταν καταστρέφονται οι αμμοθίνες και τα προστατευμένα κρινάκια τους ; Όταν τα νερά, κάθε καλοκαίρι, γεμίζουνε από πλαστικά και από φυσαλίδες ; Όταν μπαίνουν ανεγκέφαλοι με οχήματα να κάνουν rallys στην άμμο;
Ο Καλάθας δεν είναι ένα μέρος οπού απλά οι άνθρωποι κάνουν μπάνιο και ηλιοθεραπεία ένα δίμηνο του καλοκαιριού. Υπάρχει, βιώνει και αλλάζει όλο τον χρόνο, τους υπολοίπους δέκα μήνες. Καλά θα κάνουν όσοι εξακολουθούν να ενοχλούνται με την λιμνούλα να το θυμηθούν.
Όσο αφορά την πολιτική επέμβαση της γραμματείας του «Γαλάζια Σημαία» – για προσωρινή αφαίρεση της σημαίας – θα μπορούσε να χαρακτηριστεί υποκριτική, καθώς φαίνεται ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν προσδοκάει περιβαλλοντικούς και οικολογικούς σκοπούς, αλλά μοιάζει να επιβραβεύει απλώς τις « οργανωμένες » παραλίες (εκμεταλλευόμενες, δηλαδή). Τα τελευταία χρόνια, δεν έχουμε παρατηρήσει κάποια παρέμβαση εκ μέρους του προγράμματος όταν έχουν υπάρξει σημαντικές παραβιάσεις των περιβαλλοντικών κανόνων ή όταν ο φυσικός πλούτος του μέρους (νερά, χλωρίδα, αμμοθίνες, υγροβιότοπος, εκβολή, κτλ) έχουν υποστεί ζημιές από ανθρωπογενείς πιέσεις.
Ζητούμε το θέμα αυτό να εξεταστεί με μεγαλύτερη σοβαρότητα και ευαισθησία από όλους τους αρμόδιους αλλά και τους κατοίκους»