Την συνολική επανεξέταση του δημοτικού τέλους για τα καταστήματα εστίασης που υπολογίζεται επί των ακαθαρίστων εσόδων και τη ρύθμιση οφειλών προς τους Ο.Τ.Α., επεσήμανε με κοινοβουλευτική του παρέμβαση, ο Βουλευτής Ηρακλείου κ. Λευτέρης Αυγενάκης προς τον Υπουργό Εσωτερικών κ. Αργύρη Ντινόπουλο ζητώντας του να δοθούν λύσεις στις αδικίες και στις διακρίσεις που προκύπτουν σε βάρος των επιχειρήσεων.
Στο κείμενο του ο κ. Λευτέρης Αυγενάκης αναφέρει: «Σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.2539/1997, σε όλους τους δήμους της Χώρας, στην περιφέρεια των οποίων εφαρμόζεται το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, επιβάλλεται υποχρεωτικά από 1-1-1998 τέλος υπέρ αυτών σε ποσοστό 2% (με τη διάταξη του άρθρου 23 του Ν.3756/2009 από 1-1-2009 μειώθηκε σε ποσοστό 0,5%), επί των ακαθαρίστων εσόδων τους. Στους δήμους, στην περιοχή των οποίων δεν ισχύει το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, το συγκεκριμένο τέλος επιβάλλεται προαιρετικά με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου. Με τις διατάξεις του Ν. 2539/1997/(Α-244) επήλθε μείωση στο Δημοτικό Τέλος από 5% σε 2% για όλα τα καταστήματα πλην των κέντρων διασκέδασης, για τα οποία έμεινε 5%. Ακόμα στις διατάξεις του συγκεκριμένου Νόμου συμπεριλαμβάνονταν η καθιέρωση της δυνατότητας επιβολής του τέλους(με απόφαση των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων) σε άλλες κατηγορίες καταστημάτων όπως τουριστικών ειδών, ειδών λαϊκής τέχνης, ενθυμίων και δώρων και ενοικιάσεως σκαφών αναψυχής τοπικού χαρακτήρα . Αξίζει να αναφερθεί ότι το εν λόγω τέλος, φθάνει το 20-25% των καθαρών κερδών.
«Ωστόσο», όπως αναφέρει ο κ. Λ. Αυγενάκης «δημιουργούνται μια σειρά από προβλήματα από την εφαρμογή των παραπάνω νόμων και ρυθμίσεων. Σε πρώτη φάση δημιουργείται μια άνιση αντιμετώπιση των καταστημάτων που αναπτύσσουν τραπεζοκαθίσματα με όσα δεν αναπτύσσουν. Επιπλέον, υφίσταται μια διάκριση στα καταστήματα που πωλούν τουριστικά είδη, ενθύμια, δώρα ή είδη λαϊκής τέχνης, από τα αντίστοιχα αργυροχρυσοχοεία που πωλούν παρόμοια προϊόντα χωρίς να υπάγονται στο τέλος.»
«Επιπροσθέτως, στο παρελθόν δόθηκε η ευκαιρία στους οφειλέτες να κανονίσουν τα χρέη τους. Ατυχώς δεν στάθηκε αρκετό, γιατί οι προθεσμίες ήταν πιεστικές και πολύ δήμοι δεν πρόλαβαν να πάρουν την σχετική απόφαση, πολλές επιχειρήσεις δεν ενημερώθηκαν εγκαίρως, ενώ πολλές δημοτικές υπηρεσίες δεν είχαν ολοκληρώσει τις διαδικασίες βεβαίωσης των οφειλομένων, συνεπώς δεν ήταν δυνατό να προχωρήσει η διαδικασία.»
Σήμερα λοιπόν, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός επιχειρηματιών οι οποίοι εντάχθηκαν σε κάποια παλαιότερη ρύθμιση αλλά δεν την ολοκλήρωσαν, ένας άλλος αριθμός είτε νέων οφειλετών (του 2%) είτε παλαιών (του 5%) που προσπάθησε να ενταχθεί στην τελευταία ρύθμιση και για τους παραπάνω λόγους δεν τα κατάφερε και τελικά, όλοι επιζητούν να ενταχθούν σε καινούρια.
«Προσθέτοντας στα παραπάνω την απειλή του αυστηρού προστίμου (2% κατά μήνα) κρίνεται ότι το σημερινό «μείγμα» είναι πολύ αρνητικά φορτωμένο και απασχολεί δυσανάλογα πολλούς πόρους (είτε ανθρώπινους, είτε υλικούς) για τη συνέχιση της εξυπηρέτησής του, η δε αναγκαιότητα της άμεσης όσο και ριζικής επανεξέτασης του φόρου αυτού καθίσταται αναγκαία», υπογραμμίζει ο κ. Λ. Αυγενάκης και ζητά να διορθωθούν οριστικά τα ζητήματα και οι αδικίες σε βάρος επιχειρήσεων από την επιβολή του Δημοτικού Τέλους στις επιχειρήσεις εστίασης».