Σε διημερίδα που οργάνωσε ο Σύνδεσμος Ελληνικής Κτηνοτροφίας (Σ.Ε.Κ.) στην Αθήνα την περασμένη εβδομάδα, ιδιαίτερη ήταν η εισήγηση του αντιπροέδρου του Συνδέσμου κ. Γίτσα, με το παραπάνω θέμα.
Ο λόγος που αναφερόμαστε ειδικότερα στην αιγοπροβατοτροφία είναι ότι εξακολουθεί να είναι ο σημαντικότερος κλάδος της κτηνοτροφίας στη χώρα και κοντεύει η μισή ακαθάριστη αξία του συνόλου της κτηνοτροφίας, να οφείλεται στον κλάδο αυτό.
Γενικά στοιχεία και προβληματισμός του τομέα
Στη μεστή ομιλία του, ο αντιπρόεδρος του ΣΕΚ, τόνισε ότι από τα 85 εκατ. πρόβατα που υπάρχουν στην ΕΕ, περίπου 9 εκατ. πρόβατα (11,2%) βόσκουν στην Ελλάδα και από τα 13 εκατ. κατσίκια, περίπου, τα 4,5 εκ. κατσίκια (35%) βόσκουν στην Ελλάδα. Η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των κοπαδιών εκτρέφονται στις ορεινές και ημιορεινές περιοχές της χώρας, και μάλιστα σε εδάφη που δεν προσφέρονται για άλλες εκμεταλλεύσεις.
Ο κλάδος της αιγοπροβατοτροφίας είναι από τους καλύτερα προσαρμοσμένους κλάδους, έχει μακρά παράδοση και το γάλα που συγκεντρώνεται υπερβαίνει τους 630.000 τόνους, από το οποίο τυροκομείται το 90% του πρόβειου και το 80% του γιδινού. Τα τυριά είναι κυρίως μαλακά τυριά με πρώτη τη φέτα που είναι ΠΟΠ και γεωγραφικής ένδειξης, λογικά προστατευόμενη από διεθνή κανονισμό του ΠΟΕ και για το λόγο αυτό δεν κατανοούμε τη σπουδή του Καναδά και τη βλακεία των κοινοτικών να συμπεριλάβουν τη φέτα στη πρόσφατη συμφωνία εμπορίου, υπό την έννοια της παραγωγής φέτας με ονομασία παραπλήσια.
Στη γενικότερη προβληματική του κλάδου, θα πρέπει να τονιστεί η ανθεκτικότητα των ελληνικών φυλών, η ανθεκτικότητα στις ασθένειες, η ικανότητα επιβίωσης και η μοναδική ποιοτική παραγωγή, σημεία που επιτρέπουν να θεωρείται βέβαιη η προσαρμογή επενδυτών στον τομέα.
Ειδικό σημείο που τονίζουμε είναι ότι σύμφωνα με τις υπάρχουσες στατιστικές, ενώ η κατανάλωση στην ΕΕ ανέρχεται σε 1 δισ. τζίρο για τη φέτα, οι ελληνικές εξαγωγές δεν υπερβαίνουν τα 200 εκατ. €. Μάλιστα, όπως τονίζει ο κ. Γίτσας, παρατηρείται θετική προοπτική εξαγωγών από το 2010 και μετά, που αντί να ενισχυθεί, έρχεται τώρα η ίδια η Κομισιόν και προτείνει στον Καναδά να παράγει λευκό τύρι (από αγελαδινό, φυσικά γάλα) σε στυλ φέτας, ή τύπου φέτας, ή μια άλλη λέξη που θα εφεύρουν οι διεθνείς καπηλευτές γεωγραφικών ενδείξεων, παρά την υπάρχουσα παγκοσμίως πρακτική και κανονιστική τακτική, του παγκόσμιου οργανισμού εμπορίου (ΠΟΕ).
Το παράδειγμα της φέτας, κατά την άποψή μας, υπερβαίνει την κατάσταση της αιγοπροβατοτροφίας, και καταδείχνει μια νοοτροπία που γεννιέται σιγά – σιγά και έχει ως στόχο να μειώνονται τα περιθώρια της ελληνικής οικονομίας, πράγμα που εκτός της αντι-εταιρικότητας από την οποία διαποτίζεται, είναι αντίθετο και με κάθε έννοια δικαίου. Οι ταγοί λοιπόν της ΕΕ καλό είναι να κατανοήσουν ότι η νοοτροπία αυτή είναι ζημιογόνα για όλους.
Στην ομιλία του ο αντιπρόεδρος του ΣΕΚ δεν παρέλειψε να τονίσει ότι η συνεργασία των κτηνοτρόφων και των μεταποιητών για την ίδρυση Διεπαγγελματικής οργάνωσης γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων θα βοηθήσει εκτός της αναβάθμισης της ποιότητας, να συμμετέχουν οι κτηνοτρόφοι στη διαμόρφωση των πολιτικών αποφάσεων για την κτηνοτροφία.
Είναι φανερό ότι ο τομέας δε βιομηχανοποιείται και στην περίπτωση της χώρας μας είναι προτιμότερες οι μονάδες με λογικό μέγεθος, ελαφρές λειτουργικές κατασκευές μικρού κόστους, με τα αναλογούντα μηχανήματα. Μεγάλη συζήτηση έγινε και για το θέμα των ζωοτροφών για την εξέλιξη των τιμών των οποίων, συχνά αναγράφουμε το ενδιαφέρον μας για τον τομέα.
Το πρόβλημα των βοσκοτόπων
Ο αντιπρόεδρος του Σ.Ε.Κ., τονίζει ότι, όπως έχει ήδη ζητηθεί από το 2009, είναι ανάγκη υιοθέτησης νέου κανονισμού για τους βοσκοτόπους, με βασικά χαρακτηριστικά να αποδίδεται για τουλάχιστον μια δεκαετία, στον κτηνοτρόφο, ώστε να μπορεί αυτός να βελτιώσει και να οργανώσει τους βοσκοτόπους αυτούς, με γνώμονα την ορθή οργάνωση της δραστηριότητάς του.
Στα πλαίσια της Εθνικής Συνδιάσκεψης για την κτηνοτροφία, ο κ. Γίτσας αναφέρθηκε διεξοδικά στις προσπάθειες που κάνει ο Σ.Ε.Κ. εδώ και δυο χρόνια να πείσει τους αρμόδιους για τις αγωνίες που περνούν οι κτηνοτρόφοι. Έτσι, αν κρίνουμε από την οριόθετηση που κάνει ο κ. αντιπρόεδρος, κατονομάζει σε τρία τα βασικά προβλήματα του τομέα:
• Το ζήτημα των βοσκοτόπων.
• Το πρόβλημα των ελληνοποιήσεων.
• Η άνοδος των τιμών των ζωοτροφών.
Είναι αλήθεια ότι εκεί επικεντρώνονται τα βασικά προβλήματα που ζητούν επειγόντως λύση.
Ως προς τους βοσκότοπους, αυτοί αποτελούν το 40% της συνολικής επιφάνειας της Ελλάδας και ανέρχονται σε 52 εκατ. στρέμματα. Οι ΟΤΑ δίνουν στους κτηνοτρόφους τους βοσκότοπους για ένα έτος. Στο θέμα αυτό μπερδεύεται έντονα ο χαρακτηρισμός ως δασικών πολλών βοσκοτόπων, δημιουργώντας σημαντικό πρόβλημα στην κτηνοτροφία. Τώρα μάλιστα με τη νέα ΚΓΠ το πρόβλημα θα ενταθεί, διότι δε θεωρούμε ικανή την πολιτεία να ξεκαθαρίσει επακριβώς τη χρήση γης, και κυρίως αυτών των εκτάσεων. Άλλο ένα πρόσθετο πρόβλημα.
Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει έντονη ανάγκη εφαρμογής πολιτικής για τη γη που θα βασίζεται στην αύξηση της παραγωγικότητας, αλλά με σωστή διαχείριση των πόρων. Στην ουσία απαιτείται πλέον:
• Να δημιουργηθεί επίσημο μητρώο βοσκοτόπων.
• Να οριοθετηθούν όλοι οι βοσκότοποι και
• Να προσδιοριστεί η βοσκοϊκανότητά τους. Ειδικότερα, για την περιοχή μας, αν είχε γίνει αυτός ο παράγοντας, δεν θα ήταν αποψιλωμένα τα βουνά μας!
Αν υπάρξουν αυτά τα στοιχεία, τότε θα γίνει αυτόματα φανερή η ανάγκη να θεσπιστούν κριτήρια για την αξιοποίηση των βοσκοτόπων, πράγμα που σημαίνει ότι και οι δήμοι θα κάνουν καλύτερα τη δουλειά τους.
Σε επόμενο σημείωμά μας θα αναφερθούμε και σε πρόσθετα προβλήματα, όπως αυτά που ανάλυσε με μεθοδικότητα ο αντιπρόεδρος του Σ.Ε.Κ. κ. Γίτσας.