Κύριε διευθυντά,
Παρελθόν. Παρόν. Μέλλον. Πώς να συνδέσεις όχι τις έννοιες, αλλά τις πράξεις, που έγιναν και τις καταστάσεις που προκάλεσαν;
Λάθη στο παρελθόν που οδήγησαν στην παρούσα κατάσταση («οικονομική κρίση») και μας κατευθύνουν με μαθηματική ακρίβεια στην αβεβαιότητα του μέλλοντος.
Ποια ήταν τα λάθη του παρελθόντος και ποιες πράξεις του παρόντος μπορούν να τα διορθώσουν; Πώς θα μπορέσουμε να είμαστε σίγουροι για το κοντινό ή το μακρινό μέλλον, εάν συνεχίσουμε να κάνουμε τα λάθη του παρελθόντος;
Πενηντάρηδες. Τριαντάρηδες. Δεκαοκτάρηδες. Ποια είναι η ευθύνη κάθε ηλικίας (μιλώντας πάντα για την πλειοψηφία των ψηφοφόρων που μας οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση);
Ας ξεκινήσουμε από την αρχή του «κακού». Πρώτη κατηγορία: πενηντάρηδες και άνω… Μαθημένοι σε μια μεταπολιτευτική κατάσταση με όνειρο τον διορισμό των παιδιών τους στο Δημόσιο. Επιδοτήσεις Ε.Σ.Π.Α. και παροχές χωρίς λόγο και κριτήρια. Ας πάρουμε ως δεδομένο την ένταξή μας στην τότε Ε.Ο.Κ. και ας δούμε όχι μόνο τι έγιναν τα χρήματα που μας έδινε, αλλά και τον λόγο που έγιναν έτσι τα πράγματα.
Ας μιλήσουμε απλά, κατανοητά ελληνικά. Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ λάμβαναν τα χρήματα από την ΕΟΚ/ΕΕ και τα μοίραζαν με «κοινωνικά» (βλ. κομματικά) κριτήρια στους ψηφοφόρους. Παραμονές εκλογών, η κάθε κυβέρνηση υποσχόταν περισσότερες παροχές, περισσότερα επιδόματα. Χρήματα που η Ε.Ε. έδινε στη χώρα μας για να δημιουργηθούν υποδομές που άμεσα, αλλά και για τα επόμενα χρόνια, θα δημιουργούσαν αναμφισβήτητα θέσεις εργασία και ίσως να μας βοηθούσαν να κάνουμε εξαγωγές. Γιατί δεν το έκαναν, όμως, οι κυβερνήσεις; Γιατί προτίμησαν να κάνουν τα χρήματα αυτά «κοινωνικά επιδόματα» ή μπόνους για τους δημοσίους υπαλλήλους; Εύκολη η απάντηση: μοιράστε τους χρήματα για να μας μοιράσουν ψήφους. Προφανώς, αυτό συνδέεται με το όνειρο των μεσηλίκων να διοριστούν τα παιδιά τους στο Δημόσιο: προσόντα δε χρειάζονται, αξιολόγηση δε γίνεται, μισθός πολύ παραπάνω από το βασικό και, το σημαντικότερο, μονιμότητα. Και οι διορισμοί των ημετέρων με υπουργική/βουλευτική εντολή.
Και πάμε στα οφέλη κάποιων από την ένταξή μας στη (σημερινή) Ε.Ε. Τα περισσότερα χρήματα των Ε.Σ.Π.Α. δόθηκαν σε πολίτες που εκμεταλλευόμενοι την ένταξή μας στην Ε.Ε. πήραν αυτό που χρειάζονταν για να φτιάξουν το εξοχικό στο χωριό με το πρόγραμμα «Αγροτουρισμός/Οικοτουρισμός», χωρίς κανέναν έλεγχο από το κράτος (απλοί πολίτες που για παράδειγμα είχαν τον ίδιο τον υπουργό και για βοήθεια τα ωραία παραθυράκια του νόμου). Τα προσωπικά οφέλη κάποιων έγιναν οφειλές όλων μας!
Με τη βοήθεια (και όχι με την ανοχή) του κράτους εκμεταλλεύτηκαν κάθε ευρωπαϊκό πρόγραμμα καθώς η εκάστοτε κυβέρνηση μοίραζε τα επιδόματα για να ευχαριστήσει τους μελλοντικούς ψηφοφόρους της. Και τα κατάφερνε. Για σαράντα σχεδόν χρόνια τα κατάφερνε πολύ καλά.
Μέχρι που έφτασε η ώρα της πληρωμής. Και τότε άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα σύννεφα της επερχόμενης καταιγίδας. Η πρώτη κατηγορία (πενηντάρηδες) ξαφνικά έχασε τα επιδόματα που είχε συνηθίσει, οι μισθοί και οι συντάξεις μειώθηκαν, τα δικαιώματα και τα όνειρά της επίσης. Τα παιδιά των πενηντάρηδων (οι σημερινοί τριαντάρηδες) ξαφνικά βρίσκονται αντιμέτωποι με τον φόβο της συνεχώς επερχόμενης ανεργίας. Οι πενηντάρηδες, λοιπόν, κατηγορούν τις κυβερνήσεις που ήρθαν και επήλθαν. Ποιος τις ψήφισε, όμως, αυτές τις κυβερνήσεις; Ποιος τιμώρησε τα ίδια τα παιδιά του; Ξαφνικά μας φταίει «ο άλλος». Πάντα ο άλλος μας φταίει και ποτέ δεν εννοούμε να καταλάβουμε ότι ο άλλος είμαστε εμείς τη στιγμή που καθρεπτιζόμαστε.
Δυστυχώς, κανένας στην Ελλάδα δεν ψηφίζει και δε δρα σκεπτόμενος συλλογικά. Ολοι σκεφτόμαστε το ατομικό μας συμφέρον όταν απλώνουμε το χέρι μας και ρίχνουμε το φακελάκι του μέλλοντός μας στην κάλπη. Ολοι σκεφτόμαστε ποια μέτρα θα πάρει το κάθε κόμμα ανά κατηγορία εργαζομένων: ιδιωτικοί υπάλληλοι, αγρότες, ελεύθεροι επαγγελματίες. Πόσοι έχουν σκεφτεί ότι όλοι αυτοί οι εργαζόμενοι ανήκουν στην ίδια κατηγορία, εκείνη των ανθρώπων; Τι παραπάνω χρειάζεται σε ένα οποιοδήποτε κράτος αν όχι ισονομία και δίκαιη μεταχείριση;
Έτσι, όμως, έχουμε μάθει από την ίδρυση του ελληνικού κράτος, από την πολιτική έως τον αθλητισμό και την προσωπική μας ζωή. Πάντα σε βλακώδη διλήμματα να χάνουμε την ουσία των πραγμάτων: ΠΑΣΟΚ – ΝΔ, Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός, υπάλληλος – εργοδότης, Σ. Δήμας – Παρών. Ποτέ ως Ελληνες δεν έχουμε μονιάσει για να πετύχουμε έναν σκοπό: εν προκειμένω τη διάσωση των πολιτών αυτού του κράτους. Ποτέ δεν έχει υπάρξει συναίνεση σε τίποτα, ακόμα και στις κρισιμότερες στιγμές αυτού του κράτους. Πάντα ψάχνουμε αφορμή για να δηλώσουμε αντίθετοι από τους άλλους. Χωρίς να έχουμε μια εναλλακτική πρόταση. Μας έχουν μάθει να είμαστε μοιρασμένοι σε τουλάχιστον δύο στρατόπεδα. Βλέπεις, η πόλωση ευνοεί τους πάλαι πότε ισχυρούς της πολιτικής ζωής.
Ας φύγουμε, όμως, από τους πενηντάρηδες και ας έρθουμε στο μέλλον αυτού του τόπου. Εκείνοι προκάλεσαν τη σημερινή κατάσταση. Τώρα είναι στο χέρι των παιδιών και των εγγονιών τους να τα αλλάξουν. Απαιτείται βέβαια αλλαγή νοοτροπίας πρωτίστως, αλλά για αρχή ας πορευτούμε μαθαίνοντας από τα λάθη των παλαιότερων.
Οι τριαντάρηδες και οι δεκαοκτάρηδες είναι, λοιπόν, εκείνοι που κρατούν τη μοίρα τη δική τους και των παιδιών τους στα χέρια τους. Εχουν δει, έχουν ζήσει το λάθος. Μπορούν να το αναγνωρίσουν και να το απομακρύνουν, αν όχι να το εξαλείψουν σταδιακά. Μπορούν να καταλάβουν, θέλω να πιστεύω, ότι το δίλημμα δεν είναι πλέον ΝΔ ή ΣΥΡΙΖΑ. Το δίλημμα δεν είναι καν ανάμεσα σε κάποια από τα κόμματα. Το μόνο δίλημμα, ίσως, είναι αν θέλουμε να κάνουμε τα λάθη του παρελθόντος, να ακούμε προεκλογικές φανφάρες ή αν προτιμάμε να αλλάξουμε τη χώρα χωρίς να γκρεμίσουμε τα λίγα που έχουν απομείνει όρθια. Αυτό που πρέπει να σκεφτούμε καθώς η μέρα των εκλογών πλησιάζει είναι τι θέλουμε όχι μόνο για το μέλλον μας, αλλά για το παρόν μας. Κάποια πράγματα μπορούν να αλλάξουν όχι από αύριο, αλλά από σήμερα κιόλας! Ας διαβάσουμε όλοι, λοιπόν, τις θέσεις των κομμάτων και ας κρίνουμε από δύο στοιχεία: α) το κατά πόσο μένουν σταθερά στις θέσεις τους αυτά τα κόμματα ή αν τις αλλάζουν ανάλογα τις δημοσκοπήσεις και β) τον ρεαλισμό στην εφαρμογή των θέσεων στο παρόν. Διότι στο παρόν ζούμε.
Ο καθένας ας σκεφτεί δύο φορές προτού ρίξει την ψήφο του: μία για την έως τώρα κοροϊδία και μία για την αλλαγή που θέλει να προκαλέσει. Η δύναμή μας είναι στο χέρι μας. Μετά την απομάκρυνση από την κάλπη ουδέν λάθος αναγνωρίζεται και δικαιολογείται.
Κλείνοντας, μένω για λίγες μέρες ακόμα με την απορία: Τα 132 «Παρών» θα αλλάξουν το παρόν των έντεκα εκατομμυρίων Ελλήνων;
Αννα Σαματά,
εθελόντρια στο “Ποτάμι”