Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

Παρθενώνας και φεγγάρι

Τις προάλλες, σε μια πανσέληνο, βγήκε ένα τεράστιο φεγγάρι. Αν θυμόσαστε ήταν κατακόκκινο. Έτυχε να βρίσκομαι στους πρόποδες της Ακρόπολης στην Αθήνα, την ώρα που έβγαινε το φεγγάρι.
Είχε πάει λοιπόν και είχε σταθεί επάνω από τον Παρθενώνα και έμενε ακίνητο να τον στεφανώνει. Είναι φιλαράκια οι δυό τους. Γνωρίζονται χρόνια και χρόνια, περίπου 2500 χιλιάδες. Όταν συναντώνται, αν είσαστε κοντά και έχει ησυχία, θα τούς ακούσετε να τα λένε για λίγο. Και αν παρατηρήσετε, κάθεται και λίγο περισσότερο σε εκείνο το σημείο το φεγγάρι. Δεν διακόπτει τον φίλο του, αλλά τον αφήνει να τελειώσει και μετά χαιρετιούνται και φεύγει. Εκείνο το βράδυ λοιπόν, ήμουν πολύ τυχερός. Βρέθηκα κοντά τους και έτυχε να έχει μια απόλυτη ησυχία. Σαν εκείνες τις ήσυχες νύχτες της Αρχαίας Αθήνας όταν τον χτίζανε, και τους άκουσα να μιλάνε. Διότι ναι, υπήρξαν εποχές που οι Έλληνες έχτιζαν πολιτισμό και Παρθενώνες και αφουγκραζόντουσαν τις αξίες και τις Αρετές.
-Τι έχεις, ρώτησε ο Παρθενώνας το φεγγάρι. Γιατί είσαι κόκκινος.
-Τι να σου πώ, φίλε μου, τόσες χιλιάδες χρόνια με έφτιαξε ο καλός Θεός και ακόμα δεν έχω καταλάβει που οφείλονται οι διάφορες μεταβολές μου. Μάλλον περνώντας από τον κόσμο, βλέπω πράγματα που άλλοτε με στεναχωρούν και άλλοτε χαίρομαι και αυτή η διάθεσή μου επηρεάζει την εμφάνισή μου. Αλλά και εσένα χάλια σε βλέπω, τι έχεις;
-Με βλέπεις ερείπιο, εε;
-Όχι, αδελφέ…. Δεν εννοώ αυτό. Σε βλέπω κόκκινο κι εσένα, τι έχεις;
-Ίσως επηρεάζομαι από το δικό σου χρώμα που αντανακλά επάνω μου. Πάντως σε κάθε περίπτωση, αυτό είναι το χρώμα που μου ταιριάζει τούτη τη στιγμή, το κόκκινο, το χρώμα της ντροπής. Και μιας και δεν ντρέπονται οι άνθρωποι, βάλθηκα να ντρέπομαι εγώ για λογαριασμό τους με όλα τούτα που βλέπω και ακούω. Μιλάω για τα μάρμαρά μου, θέλουν λέει να μου τα φέρουν πίσω.
-Ναι, κάτι άκουσα περνώντας από τη Αγγλία. Αλλά γιατί σε στεναχωρεί τούτο το γεγονός; Θα έπρεπε να χαίρεσαι. Αλλά επειδή εσύ είσαι ο σοφός της παρέας, για πές μου, τι σε στεναχωρεί;
-Θυμάσαι τότε που βάλθηκε αυτός ο τρελαμένος ο Λόρδος του Έλγιν να μεταφέρει ολάκερη την Ελλάδα στην Αγγλία;
-Θυμάμαι, πώς δεν θυμάμαι;

-Ήρθε εδώ το 1800 αυτοπροσκληθείς, πήρε ένα καλέμι και ένα σφυρί και με κατάντησε όπως με βλέπεις. Με πριόνια έβγαλε τα μάρμαρά μου και τα γλυπτά της Ακρόπολης από την θέση τους. Έκανε συμφωνίες με δώρα και χρηματισμούς, με τους Τούρκους προεστούς της περιοχής τότε, και του παρεχώρησαν ό,τι δεν τους ανήκει. Τον άφησαν ανενόχλητο, να ασελγεί στο μεγαλείο, στον πολιτισμό και στην ιστορία. Όπως γίνεται ακόμη μέχρι σήμερα σε ολη την Μικρά Ασία, την Ασία και τις ευρύτερες περιοχές που έτυχαν ελληνιστικών περιόδων. Φόρτωσε λοιπόν τα μάρμαρά μου σε πλοία, τα οποία ναυάγησαν στην θάλασσα και φουντάρισαν ανοικτά στα Κύθηρα. Τα θυμάσαι όλα τούτα;
-Τα θυμάμαι, φίλε μου, πώς δεν τα θυμάμαι; Δυό χρόνια στο έκρυβα μέχρι να ξαναβγούν τα μάρμαρά σου στην επιφάνεια.
-Ε, λοιπόν, αδελφέ μου, τι να τα κάνω τώρα τα μάρμαρα, διακόσια είκοσι χρόνια μετά; Μήπως πρόκειται να με ομορφύνουν ξανά, και να μου δώσουν την Αίγλη που είχα κάποτε; Όχι. Εξ ΄ άλλου ούτε καν θα τα βάλουν επάνω μου, στην θέση τους δηλαδή. Στο μουσείο θα τα πάνε και όλα καλά μέχρι εδώ. Πρέπον είναι να έλθουν τα μάρμαρα στον τόπο τους και επιβεβλημένο να επιστρέψουν. Αλλά εδώ εχω δυο πράγματα να σου πώ.
Πρώτον θέλω να σου ζητήσω μια χάρη, να μου μεταφέρεις ό,τι ακούσεις για ανταλλάγματα, γιατί δεν μπορεί κάποιοι κυβερνώντες, να έγιναν τόσο καθαροί. Κάτι θα ζητήσουν να πάρουν σαν αντάλλαγμα από κάτι που δεν τους ανήκει. Δεν θέλω να μου μεταφέρεις τι λένε οι τηλεοράσεις, όχι, θα με σκοτίσουν χειρότερα. Θέλω να στήσεις αυτί και να ακούσεις τι λέγεται και να παρακολουθήσεις τα χέρια κάτω από τα τραπέζια τι δοσοληψίες κάνουν. Αυτό θέλω να μου μεταφέρεις. Βλέπεις, για Ναό, πόσο πονηρό με κάνανε οι ενέργειες των ανθρώπων που βλέπω και ακούω τόσα χρόνια;
-Εντάξει, παλιέ και καλέ μου φίλε, θα το κάνω. Πές μου το δεύτερο που θές.
-Θέλω, μωρέ, πίσω την σοφία μου, την δύναμη της πίστης μου. Τώρα που μπορώ κι εγώ να χαρώ την αληθινή πίστη, δεν βλέπω πρόθυμους ανθρώπους γύρω μου. Θέλω πίσω τους στρατηλάτες μου, τον Θεμιστοκλή, τον Μιλτιάδη. Θέλω πίσω τους άνδρες μου, τον Δημοσθένη, τον Περικλή, θέλω τους σοφούς μου, τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη. Αλλά πιο εύκολη βλέπω μια νεκρανάσταση, έστω του Καραισκάκη ή του Κολοκοτρώνη, παρά μια νεα γέννα τέτοιων ανδρών.
Θέλω τη νεα γέννα. Γιατί δεν γεννάτε, μωρέ; Μαρμαρώσατε, γιατί δεν μιλάτε; Ένα Παρθενώνα και έναν ήλιο έχετε και πουλάτε και πορευόσαστε τόσα χρόνια. Χάθηκε ο κόσμος 3000 χρόνια τώρα να φτιάξετε και σεις κάτι δικό σας, εκτός από το γεφυράκι του Αντίριου και το αεροδρόμιο; Χάθηκε, μωρέ, ο κόσμος να φτιάξετε κάτι με σοφία, με πίστη, με γράμματα, εκτός απο χώματα και τσιμέντα; Έναν, μωρέ! Γεννήστε έναν. Φτάνει ένας να αποτελέσει το προζύμι, να φουσκώσει πάλι το ζυμάρι. Αυτά, καλέ μου φίλε, δεν συνεχίζω γιατί θύμωσα και έγινα κατακόκκινος.
-Σε θυμάμαι, φίλε μου νεόχτιστο, να λάμπεις τα βράδια που ερχόμουν και δεν χόρταινα να σε βλέπω. Δεν μου έκανε καρδιά να φύγω, να συνεχίσω την πορεία μου. Σε θυμάμαι να φιλοξενείς το χρυσελεφάντινο άγαλμα της πανέμορφης Αθηνάς, και να συναγωνίζεσθε ο ένας τον άλλον σε ομορφιά. Δεν θέλω απόψε να σε βλέπω έτσι στεναχωρημένο, αν και δεν είναι η μοναδική φορά που σε βλέπω στις στεναχώριες σου. Εχω περάσει μαζί σου στεναχώριες και στεναχώριες. Αντε, ώρα να φεύγω, γιατί άργησα και πρέπει να τρέξω λίγο, και είμαι κι εγω ερείπιο. Ένα αστέρι χωρίς ίχνος ζωής είμαι και τίποτα άλλο. Πολύ απαισιοδοξία απόψε και στους δυό μας, δεν νομίζεις; Και να σου πω κι ένα αστείο να γελάσει τὸ χειλάκι σου; Δυο ερείπια σαν κι εμάς, δεν πρέπει να μένουν πολύ ώρα μαζί, διότι τι κουράγιο να δώσει ο ενας στον άλλον. ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ, ΓΕΡΟ ΜΟΥ. ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ, ΦΙΛΕ ΜΟΥ. Α και κάτι τελευταίο. Κουβέντα πολύ θα γίνεται, για την επιστροφή των μαρμάρων μέχρι τις εκλογές. Σε κάθε πολιτική κρίση, το Αιγαίο και τα μάρμαρά σου γερο Παρθενώνα, και τα ΜΜΕ που τα ανακινούνε, σώζανε τον πολιτικό από την δύσκολη θέση. Αν τελικά δεν έρθουν, παρηγορηθείτε ω άνδρες Αθηναίοι. Κόλπο ήταν, πόκερ, ο νέος δούρειος ίππος που αλώνει, και η λήθη των υποκλοπών. ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ ΓΕΡΟ ΜΟΥ. ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ ΦΙΛΕ ΜΟΥ. Τώρα που θα περνάω από την οδό σταδίου, θα καληνυχτίσω και τον άλλο προδομένο γέρο του Μωριά.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα