Μεγάλη Εβδομάδα. Μέρες που μέσα σε μία πένθιμη ατμόσφαιρα βιώνουμε με ευλάβεια και κατάνυξη τα Πάθη του Χριστού, περιμένοντας το χαρμόσυνο μήνυμα της Αναστάσεως το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, τη νίκη της ζωής. Τα Πασχαλινά έθιμα του ελληνικού λαού έχουν τη δική τους σφραγίδα, αξία και ποικιλία και έχουν όλα τις ρίζες τους σε παραδόσεις αιώνων ή ακόμη και χιλιετηρίδων.
Περίπου 50 χρόνια πίσω, στις μέρες της Μεγάλης Εβδομάδας στα Χανιά, και συγκεκριμένα στην συνοικία της Νέας Χώρας, από τις μεγαλύτερες της πόλης, μας γυρνάει η συζήτησή μας με τον π. Αντώνη Σαπουνάκη, εφημέριο του Ι.Ν. Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης Νέας Χώρας. Ο π. Αντώνης, θυμάται, πώς, ως παιδιά, βιώνανε το Πάσχα, τη μεγάλη τούτη γιορτή της Χριστιανοσύνης. Το Σάββατο του Λαζάρου, πηγαίναμε στην εκκλησία να λάβουμε την Θεία Κοινωνία, μας λέει και συνεχίζει: Μετά, μαζεύαμε βάγια και φτιάχναμε σταυρούς, το σύμβολο του Πάσχα. Άλλοι περίτεχνοι, άλλοι απλοί, μοιράζονταν στον κόσμο την Κυριακή των Βαΐων. Ντύναμε επίσης την εκκλησία στα μαύρα ως ένδειξη πένθους. Το απόγευμα μαζεύαμε λουλούδια και φτιάχναμε κολιέδες με νεραντζανθούς που τοποθετούσαμε στην εικόνα του Νυμφίου. Την Μ. Τρίτη, οι ιερείς επισκεπτόταν στα σπίτια τους τους άρρωστους συνανθρώπους μας για να τους κοινωνήσουν. Την Μ. Πέμπτη, κατά την Θεία Κοινωνία, στεκόμασταν δίπλα στους ιερείς με κοντάρια. Μετά το τέλος της λειτουργίας, ετοιμαζόμαστε για το στόλισμα του Επιταφίου. Από κήπους σπιτιών μαζεύαμε άσπρες μαργαρίτες και νεραντζανθούς που επίσης κάναμε ως κολιέ.
Το βράδυ, μετά τα 12 Ευαγγέλια, μέναμε στην εκκλησία και ξενυχτούσαμε τον Κύριο ενώ οι γυναίκες στόλιζαν τον Επιτάφιο με τα λουλούδια που είχαμε μαζέψει. Τη Μ. Παρασκευή, κάθε μισή ώρα, χτυπούσαμε πένθιμα τις καμπάνες. Είχαμε διαμάχη μεταξύ των παιδιών, ποιος θα ανέβει στο καμπαναριό και θα πρωτοστατήσει στο χτύπημα της καμπάνας.
Το βράδυ, στην περιφορά, περνώντας από το λιμανάκι, ψαράδες έριχναν πυροτεχνήματα για να δώσουν τον δικό τους ρυθμό και τόνο. Ηταν μεγάλη η περιφορά του Επιταφίου, έφτανε μέχρι το Φράγκικο. Μετά που γυρίζαμε στο Ναό, περνούσαμε κάτω από τον Επιτάφιο.
Το Μ. Σάββατο, στην πρώτη Ανάσταση, τα λουλούδια του Επιταφίου δίνονταν προς ευλογία των πιστών. Εν συνεχεία στολίζαμε με κορδέλες αναστάσιμες και βάγια την εκκλησία. Το βράδυ, μετά την Ανάσταση καίγαμε τον Ιούδα.
Κάψιμο του Ιούδα γινόταν όχι μόνο στην πλατεία της Εκκλησίας, αλλά και γειτονιές.
Την Κυριακή του Πάσχα, στη διπλανάσταση γινόταν λιτανεία της εικόνας του Αναστημένου Χριστού γύρω από τα Πευκάκια, ενώ Τρίτη και Τετάρτη, καθαρίζαμε τον Ναό.
Αξίζει να πούμε ότι την εποχή εκείνη, πολλά ήταν τα συνοικέσια που γινόντουσαν κατά τη Μ. Εβδομάδα στην αυλή της εκκλησίας και ότι οι κοπέλες, από τα μέσα της Μεγάλης Σαρακοστής μάθαιναν τα Εγκώμια για να τα ψάλλουν τη Μ. Παρασκευή».
Στιγμές κατάνυξης
Αναμνήσεις από τον εορτασμό της Μ. Εβδομάδας στη Μητρόπολη Χανίων αλλά και στον Άγιο Νεκτάριο στα Παχιανά από όπου διακόνησε επί δεκαετίες, ξετυλίγει στα “Χ.Ν.” ο π. Μανώλης Παπαδοκωνσταντάκης.
Ο 93χρονος σήμερα σεβάσμιος γέροντας, θυμάται την αθρόα συμμετοχή των πιστών την δεκαετία του 1950 και μετά, όταν δεν υπήρχαν τα αναγκαία περιοριστικά μέτρα για την προστασία από την πανδημία. Όπως μας εξηγεί: «τα χρόνια εκείνα υπήρχε περισσότερη πίστη, οι εκκλησίες ήταν γεμάτες. Παρόλο που η συνοικία στα Παχιανά δεν είχε τόσο κόσμο όσο σήμερα, υπήρχε μεγάλη συμμετοχή πιστών στον Άγιο Νεκτάριο που έρχονταν από τα χωριά και από άλλους Νομούς. Η μεγάλη συμμετοχή ήταν από τη Μ. Πέμπτη κατά την ακολουθία των Δώδεκα Ευαγγελίων.
Τότε την Μ. Παρασκευή η Περιφορά του Επιταφίου γινόταν πέριξ της Ενορίας και όχι πέριξ του ναού όπως θα γίνει τώρα. Γυρίζαμε όλη την Ενορία Παχιανών που έπιανε μέχρι τη Ν. Χώρα, διασχίζοντας την οδό Κισσάμου. Ακολουθούσε όλος ο κόσμος και παρέμενε και μετά τις 12 τη νύχτα, αφού περνούσε κάτω από τον Επιτάφιο στην είσοδο της εκκλησίας για να πάρει ευλογία».
Ο στολισμός του Επιταφίου στον ναό του Αγίου Νεκταρίου στα Παχιανά, γινόνταν πάντα από την αείμνηστη Μοναχή Αμφιλοχία που είχε ιδρύσει το Ίδρυμα Αγ. Νεκταρίου (Ορφανοτροφείο Θηλέων) με την συμμετοχή των παιδιών του ιδρύματος. «Εκείνες τις εποχές ήταν λίγα τα ανθοπωλεία και οι πιστοί έφερναν λουλούδια από τους κήπους των σπιτιών τους. Το πρωί της Μ. Παρασκευής, μετά την πρωινή ακολουθία άρχιζε ο στολισμός του Επιταφίου» θυμάται ο π. Μανώλης.
«Το Μ. Σάββατο, κάναμε τη λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου και κρατούσαμε πάντα την νηστεία μέχρι να ακούσουμε το Χριστός Ανέστη. Τότε κάναμε πάντα έξω την Ακολουθία της Αναστάσεως. Σε όλες τις ενορίες και ιδίως στον Μητροπολιτικό ναό των Χανίων η αυλή ήταν πάντοτε γεμάτη κόσμο, παρουσία όλων των επισήμων Αρχών. Το έθιμο καύσης του Ιούδα δε υπήρχε στις ενορίες της πόλης αλλά γινόταν κυρίως στα χωριά, όπως και σήμερα» θυμάται ο σεβάσμιος γέροντας που διακόνησε στη Μητρόπολη Χανίων από το 1980 μέχρι και 1998.
Η Κυριακή του Πάσχα πάντα γιορτάζονταν οικογενειακά, γύρω από το πασχαλινό τραπέζι, όπως επιτάσσαν τα ήθη και έθιμα της εποχής που κρατάνε μέχρι σήμερα, παρά τους όποιους περιορισμούς λόγω της πανδημίας.
«Εύχομαι ο κόσμος να ξεπεράσει αυτή την δοκιμασία και να αισθανθεί την πνευματικότητα των ημερών. Γιατί ο άνθρωπος δεν είναι μόνο σώμα αλλά και ψυχή. Πάσχα είναι να ζήσουμε πνευματικά, να ζήσουμε την Ανάσταση και να επευχόμαστε κι εμείς να αναστηθούμε» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Στο 70ο επεισόδιο, στολίζουμε τους Επιταφίους με ευχές για Καλή Ανάσταση σε όλα τα επίπεδα