Ἀγαπηµένα παιδιά τῆς Ἐκκλησίας µας.
Μετά ἀπό τό κοπιαστικό, ἀλλά εὐλογηµένο καί ὄµορφο – χαροποιό ταξίδι τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, καλούµαστε, τό ὁλόφωτο αὐτό βράδυ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, ὅπως καταστοῦµε µάρτυρες καί κήρυκες τῆς κορωνίδας τοῦ µυστηρίου τῆς θείας Οἰκονοµίας, τῆς Ἀνάστασης τοῦ Κυρίου µας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἰδού, ἔφτασε ἡ ὥρα νά γευθοῦµε καί νά χαροῦµε τήν κορυφαία αὐτή ἐµπειρία τῆς πίστεώς µας, τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί τῆς προσωπικῆς µας ζωῆς. Νά συνεφρανθοῦµε καί συνεορτάσουµε τό γεγονός τῆς Ἀνάστασης τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τό Πάσχα, καθώς ὁ Χριστός εἶναι τό ἀληθινό Πάσχα. Τό πέρασµα ἀπό τήν θνητότητα στήν Ἀνάσταση, στήν ἀπαρχή «ἄλλης βιοτῆς», στό «περισσόν τῆς ζωῆς», ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία µας γιορτάζει τήν Ἀνάσταση ὡς θρίαµβο τῆς δυνατότητας νά µετέχει ὁ ἄνθρωπος, ἐλεύθερος ἀπό τήν περατότητά του, ἀπό τήν ὕπαρξη καί τήν µή ὕπαρξή του, ἐλεύθερος ἀπό τήν «κλειστότητα» τῆς φύσης του· νά µετέχει σέ ἐκείνη τήν ζωή πού συνιστᾶ τήν υἱοθεσία µας ἀπό τόν Χριστό, πού σηµαίνει δυνατότητα νά γίνουµε ὅµοιοι µέ Ἐκεῖνον. Νά ἔχουµε δηλαδή τίς ἴδιες κινήσεις τῆς καρδιᾶς, τό ἴδιο φρόνηµα µέ τόν Υἱό τοῦ Πατρός, ὅπως βεβαιώνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Γιά τοῦτο καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ σηµατοδοτεῖ τήν συνανάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Χριστός εἶναι τό δικό µας Πάσχα, τό δικό µας πέρασµα στήν ζωή. «Πάσχα Χριστός ὁ λυτρωτής», βεβαιώνει ἡ ἐµπειρία τῆς Ἐκκλησίας µας.
Ἀνάσταση σηµαίνει φῶς: «νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καί γῆ καί τά καταχθόνια». Πού σηµαίνει ὅτι δέν µποροῦµε νά ζήσουµε τήν µυστική χαρά τῆς παρουσίας τοῦ Ἀναστηµένου Χριστοῦ, ἐάν τό Ἀναστάσιµο φῶς στήν καρδιά µας δέν νικήσει τό σκοτάδι τῶν ἁµαρτιῶν. Ἐάν, δηλαδή, δέν καθαρισθοῦν οἱ λογισµοί καί οἱ αἰσθήσεις µας ἀπ’ ὅσα µᾶς ἀποξενώνουν ἀπό τόν Θεό.
Ἰδού, ἀγαπηµένα παιδιά τῆς Ἐκκλησίας µας, ἡ µεγάλη πρόκληση καί εὐκαιρία γιά ὅλους µας ἐτοῦτο τό Πάσχα. Κυρίως γιά ὅσους ἀπό ἐµᾶς ἀποφεύγουµε νά ἀντικρύσουµε τήν ἀλήθεια καί ἀρεσκόµαστε στήν ἀδυναµία. Γιά ὅσους ἀπό ἐµᾶς ὑποτασσόµαστε στίς πάσης φύσεως ἐπιθυµίες µας, βαπτίζουµε τό ἀνήθικο σωστό καί φυσιολογικό, καταπνίγοντας τήν λογική, ξεπερνώντας τά ὅρια τῆς φύσεώς µας καί ἀδιαφορώντας γιά τήν πάλη – ἀντιπαλότητά µας µέ τήν συνείδησή µας. Γιά ὅσους ἀπό ἐµᾶς ἀρνούµαστε νά δοῦµε πώς σύγχρονοι «διαφωτιστές» ἐγκαθιστοῦν µία νέα τάξη πραγµάτων. Πώς ἔρχονται νά παρουσιάσουν ἰδεολογήµατα καί ὁράµατα ὡς σωστικά φῶτα, πού δῆθεν θά ἀφυπνίσουν τίς ἀνθρώπινες συνειδήσεις, κρηµνίζοντας κάθε ἔννοια ἠθικῆς, ἀξίας καί ποιότητας ζωῆς, ὑποσχόµενοι, µάλιστα, ριζική ἀναγέννηση σ’ ἕναν κόσµο ἑλκόµενο, πού αἱµορραγεῖ ποικιλοτρόπως. Ἕναν κόσµο πού ἡ εὐδαιµονία συνθλίβει τήν εὐζωία. Ἕναν κόσµο πού στή δίνη τῶν πολέµων γιά τήν ἐπικράτηση τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς, θυσιάζονται χιλιάδες παιδιά, γυναῖκες καί ἄµαχοι, µέ τήν πολιτισµένη ∆ύση νά νίπτει τάς χεῖρας της ὡς ἄλλος Πιλάτος. Ἕναν κόσµο πού θρηνεῖ νέους καί νέες, θύµατα διαλυµένων οἰκογενειῶν, ναρκωτικῶν, ψυχολογικῆς, σωµατικῆς καί λεκτικῆς βίας. Ἕναν κόσµο πού ἀρνεῖται νά κατανοήσει πώς, ἐάν δέν γευτεῖ τόν θάνατο κάθε ψεύτικου, δέν µπορεῖ νά ζήσει τήν ἀνάσταση τοῦ ἀληθινοῦ. Πώς στήν ὄχθη τῆς ἀλήθειας καί τῆς ἐλευθερίας κατοικοῦν ὅσοι καίγονται καθηµερινά καί φωτίζουν τόν κόσµο. Πώς ὅποιος ἔχει χάσει τόν ἑαυτό του, ἔχει χάσει τήν εὐτυχία, ὅπως θά πεῖ καί ὁ µεγάλος λογοτέχνης τῆς Ρωµιοσύνης, ὁ Φώτης Κόντογλου, ἀφοῦ «εὐτυχία δέν εἶναι τό ζάλισµα πού δίνουνε οἱ πολυµέριµνες ἡδονές καί ἀπολαύσεις, ἀλλά ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς καί ἡ σιωπηλή ἀγαλλίαση τῆς καρδιᾶς».
Ὅµως ἀκόµα καί ἄν νιώθουµε πώς ζοῦµε στά µεσάνυχτα τοῦ πανανθρώπινου πολιτισµοῦ, ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ µᾶς βεβαιώνει πώς ὅλοι καί ὅλα ὅσα προσπαθοῦν νά ἀρνηθοῦν τόν Θεό δέν ἔχουν µέλλον, ἐνῶ ὅσοι καί ὅσα µετέχουν τῆς Ἀναστηµένης ζωῆς Του εἶναι αἰώνια, καθώς Πάσχα σηµαίνει πώς τίποτα δέν εἶναι ἀδύνατο γιά τόν Χριστό. Ἄδειασε ὁ τάφος Του καί γέµισαν οἱ καρδιές µας ἀπό φῶς, ζωή, χαρά καί ἐλπίδα. Γιά τοῦτο καί ἡ δική Του Ἀνάσταση εἶναι πρόσκληση συµµετοχῆς σέ µιά ζωή ὁλόφωτη, ἀληθινή, γεµάτη ἐλπίδα, χαρά, δύναµη καί αἰσιοδοξία. Σέ αὐτή τήν Πασχάλια χαρά καλεῖ ὅλους µας ὁ Χριστός νά εἰσέλθουµε. Αὐτή νά χαροῦµε καί νά γευθοῦµε. Πῶς; Ἀνοίγοντας διάπλατα τίς καρδιές µας. Ἀφήνοντάς τις νά πληµµυρίσουν ἀπό τό Ἀνέσπερο Φῶς τῆς Ἀνάστασής Του. Παρακαλώντας Τον νά φωτίζει τόν νοῦ καί τήν διάνοιά µας. Νά καθαρίσει τίς αἰσθήσεις µας. Νά µετακινηθεῖ ὁ λίθος πού µᾶς κρατᾶ δέσµιους στό µνῆµα τῶν παθῶν καί τῶν πολλῶν καί ποικίλων ἀδιεξόδων πού συνθλίβουν τήν καθηµερινότητά µας. Μόνο ἔτσι θά µπορέσουµε νά κάνουµε πράξη τήν συγγνώµη πού ἀνέτειλε ἀπό τό κενό Μνηµεῖο Του. Μόνο ἔτσι θά µπορέσουµε νά ἁπλώσουµε τό χέρι καί τήν καρδιά µας στόν πόνο καί τήν ἀνάγκη κάθε ἐµπερίστατου καί πονεµένου ἀδελφοῦ. Μόνο ἔτσι θά καταφέρουµε νά νικήσουµε τούς φόβους, τά ἀδιέξοδα καί τά σκοτάδια τῆς ὕπαρξής µας. Μόνο ἔτσι θά βιώσουµε τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὄχι ὡς ἕνα γεγονός πού ἀφορᾶ τούς ἄλλους, ἀλλά ὡς ζωντανή ἐµπειρία πού ἀφορᾶ τό πρόσωπό µας.
Ἄς γίνει τό µεγάλο αὐτό πανηγύρι τῆς χαρᾶς, αὐτό τό Πάσχα, τό Πάσχα τοῦ 2024, ἄς γίνει γιά ὅλους µας εὐκαιρία νά καταστοῦµε µάρτυρες τῆς αἰώνιας ἀλήθειας ὅτι «Ἠγέρθη ὁ Κύριος ὄντως» (Λουκ., 24:34), γιά νά βιώσουµε, µυστικά στήν καρδιά µας, τήν µόνη ἐµπειρία πού νικᾶ τόν θάνατο ὅτι «Ἐωράκαµεν τόν Κύριον!» (Ἰωάν., 20:25).
Λουσµένη µέσα στό φῶς καί τήν χαρά τῆς Ἀνάστασης ἡ ζωή πάντων ὑµῶν, ἀγαπηµένα παιδιά τῆς Ἐκκλησίας µας.
Μετ’ εὐχῶν καί πολλῆς τῆς ἐν Κυρίῳ Ἀναστάντι ἀγάπης,
Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΣΑΣ