“Πάσχει” ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού στα Χανιά με χιλιάδες πολίτες να έχουν μείνει εκτός συστήματος, πολλούς να αναγκάζονται να βάλουν το χέρι στην τσέπη, ενώ άλλοι παρότι εγγεγραμμένοι, περιμένουν εβδομάδες ή και μήνες για ένα ραντεβού.
Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα ο αριθμός των οικογενειακών γιατρών στα Χανιά δεν επαρκεί για να καλύψει όλο τον πληθυσμό, ενώ το γεγονός ότι κάθε γιατρός καλείται να φροντίσει 2.250 πολίτες καθιστά δύσκολη την εξυπηρέτηση των πολιτών αλλά και το έργο των γιατρών.
Πιο συγκεκριμένα τον θεσμό του οικογενειακού γιατρού υπηρετούν αυτή τη στιγμή στην πόλη των Χανίων συνολικά 15 παθολόγοι και γενικοί γιατροί και 7 παιδίατροι:
• 2 παθολόγοι και 2 γενικοί γιατροί στο 1ο Κέντρο Υγείας Χανίων (πρώην ΙΚΑ- ΠΕΔΥ)
• 3 παθολόγοι και 1 γενικός γιατρός στις δύο Τοπικές Μονάδες Υγείας (ΤΟΜΥ) και το 2ο Κέντρο Υγείας Χανίων που στεγάζονται στο παλιό Νοσοκομείο.
• 7 ιδιώτες (παθολόγοι και γενικοί γιατροί) που έχουν συμβληθεί.
Επίσης, οι παιδίατροι που έχουν συμβληθεί με το σύστημα είναι 4 ιδιώτες παιδίατροι, 2 παιδίατροι που εξυπηρετούν στις ΤΟΜΥ και 1 παιδίατρος που εργάζεται στο 2ο Κέντρο Υγείας (πρώην ΙΚΑ).
• Τον υπόλοιπο Νομό καλύπτουν οι παθολόγοι και οι γενικοί γιατροί που υπηρετούν στα Κέντρα Υγείας Αποκόρωνα, Καντάνου – Σελίνου και Κισάμου και εκείνοι που υπηρετούν στα 39 Περιφερειακά Ιατρεία του Νομού Χανίων.
Δεδομένου ότι κάθε οικογενειακός γιατρός μπορεί να καλύψει μέχρι 2.250 ασθενείς ο πληθυσμός των ενηλίκων που καλύπτεται αυτή τη στιγμή στην πόλη των Χανίων προσεγγίζει τις 34.000. Αντίστοιχα λαμβάνοντας υπόψη ότι οι παιδίατροι που έχουν πλαφόν τα 1.500 άτομα ο ανώτατος αριθμός των παιδιών που καλύπτονται είναι 10.500.
Ο περιφερειακός συντονιστής Τομέα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας Χανίων Στέφανος Ντουκάκης στον οποίο απευθυνθήκαμε επιβεβαίωσε το γεγονός ότι ο αριθμός των οικογενειακών γιατρών δεν μπορεί να καλύψει όλο τον πληθυσμό. «Δεν επαρκούν αυτοί οι γιατροί. Εκτιμούμε ότι για να καλυφθεί όλος ο πληθυσμός χρειάζονται τουλάχιστον άλλοι 10 γιατροί», ανέφερε.
Η έλλειψη γιατρών οδήγησε την Πολιτεία στα μέσα του περασμένου Δεκέμβρη να ανακοινώσει ότι παρατείνεται το προηγούμενο σύστημα. Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι οι πολίτες που έχουν μείνει χωρίς οικογενειακό γιατρό είναι αναγκασμένοι να πληρώσουν για επισκέψεις που θα πραγματοποιήσουν σε ιδιώτες παθολόγους και γενικούς γιατρούς καθώς οι 7 συμβεβλημένοι οικογενειακοί γιατροί εξυπηρετούν μόνο τα δικά τους ραντεβού στο ωράριο που προβλέπεται.
Αντίθετα οι πολίτες εκτός συστήματος μπορούν να απευθύνονται κανονικά σε εξειδικευμένους συμβεβλημένους ιδιώτες γιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων (π.χ. καρδιολόγοι, ορθοπεδικοί, πνευμονολόγοι κ.λπ. εκτός όμως από παθολόγους και γενικούς γιατρούς) χωρίς να καταβάλλουν χρήματα. Η οδηγία που προέβλεπε ότι από 1η Ιανουαρίου θα πρέπει υποχρεωτικά να απευθύνεται κάποιος πρώτα στον οικογενειακό του γιατρό κι εκείνος να τον παραπέμπει σε άλλες ειδικότητες δεν ισχύει.
Βεβαίως, οι πολίτες έχουν πάντα τη δυνατότητα να απευθυνθούν σε οικογενειακούς γιατρούς του ΕΣΥ (στις ΤΟΜΥ, τα Κέντρα Υγείας κ.λπ.) ανεξάρτητα αν είναι εγγεγραμμένοι στο σύστημα ή όχι και να λάβουν τις υπηρεσίες που έχουν ανάγκη, όπως επίσης μπορούν να απευθύνονται στις δημόσιες δομές για κάθε επείγον περιστατικό.
Ειδικότερα ως προς τα παιδιά, ο κ. Ντουκάκης ξεκαθάρισε ότι θα πρέπει να υπάρξει ξεχωριστή εγγραφή στο σύστημα από τον γονέα που το έχει στο βιβλιάριο προστατευόμενο μέλος. Η κατάσταση, όπως ανέφερε, σε ό,τι αφορά τα παιδιά είναι καλύτερη γιατί είναι μικρότερος ο αριθμός των εγγεγραμμένων ατόμων ανά γιατρό και τα ραντεβού δεν καθυστερούν πολύ.
Αντίθετα στους ενήλικες υπάρχει σοβαρό πρόβλημα καθώς παρατηρούνται μεγάλες καθυστερήσεις στα ραντεβού με τον οικογενειακό γιατρό, με τον κ. Ντουκάκη να συνιστά ψυχραιμία και υπομονή καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη μια προσπάθεια να γίνει ορθολογικότερο το σύστημα των παρεχομένων υπηρεσιών.
Ιατρικός Σύλλογος: «Χρειάζεται άλλο πλαίσιο λειτουργίας»
«Ναι» στον θεσμό του οικογενειακού γιατρού αλλά με άλλους όρους και προϋποθέσεις ώστε να είναι λειτουργικός και επωφελής για ασθενείς και γιατρούς, λέει ο Ιατρικός Σύλλογος Χανίων.
Η πρόεδρος του Ι.Σ.Χ. Βούλα Ορφανουδάκη μιλώντας στα «Χ.ν.» τόνισε ότι ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού μπορεί να βοηθήσει στη δημόσια υγεία, ωστόσο, θα πρέπει να λειτουργήσει σε ένα διαφορετικό πλαίσιο: «Για παράδειγμα το να ορίζεις εσύ ποιος θα είναι ο γιατρός του ασθενή δεν είναι καλό. Η σχέση γιατρού – ασθενή είναι μια σχέση εμπιστοσύνης και δεν μπορεί να λειτουργήσει αν δεν υπάρχει εμπιστοσύνη. Συνεπώς οι Ιατρικοί Σύλλογοι Κρήτης λέμε “ναι” στον οικογενειακό γιατρό αλλά δεν μπορεί να δουλέψει όπως το προγραμματίζει η κυβέρνηση. Οι πολίτες έχουν δικαίωμα από το Σύνταγμα να επιλέγουν το γιατρό τους κι αυτό είναι ένα δικαίωμα που δεν μπορείς να του το αφαιρέσεις».
Συνεχίζοντας η κα Ορφανουδάκη σημείωσε θα μπορούσε η Πολιτεία να ακολουθήσει δοκιμασμένα μεικτά συστήματα πρωτοβάθμιας περίθαλψης όπως της Γερμανίας που απλώς θέτουν ένα πλαφόν στις δαπάνες υγείας ανά ασθενή ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του (ηλικία, φύλο κ.λπ.) το οποίο μπορεί να υπερβεί μέσα από μια τεκμηριωμένη εισήγηση του οικογενειακού γιατρού.
«Εμείς λοιπόν λέμε ελεύθερη επιλογή του οικογενειακού γιατρού, πλαφόν στον ασθενή και ολοκληρωμένη οργάνωση του συστήματος υγείας που να συμπεριλαμβάνει τα πάντα δημόσιες και ιδιωτικές δομές υγείας, το ΕΚΑΒ κ.λπ.
Ερωτηθείσα γιατί μόλις 8 ιδιώτες γιατροί έχουν συμβληθεί με το σύστημα στα Χανιά η κα Ορφανουδάκη υπογράμμισε ότι η Πολιτεία δεν δίνει τα κατάλληλα κίνητρα. «Όταν θέλεις ένας ιδιώτης να παρέχει στο κράτος τις δομές που διαθέτει δεν μπορείς να δίνεις αμοιβή για κάθε ασθενή 3 ευρώ. Δεν βγαίνει έτσι. Πέρα από αυτό, το να αναλαμβάνει ένας γιατρός 2.500 ασθενείς είναι σαν να του λέει ότι θα πρέπει να βλέπεις τον καθένα μόλις 15 λεπτά. Πρακτικά δεν μπορείς να εξυπηρετήσεις 2.500 ασθενείς».