“Το άλλο που ήθελα να σου πω είναι πως η συμμορία αποφάσισε να πάψει να σκοτώνει. Δεν έχει γίνει ακόμα γνωστό αν η ανακοίνωση είναι σοβαρή ή πρόκειται για κανένα κόλπο για να κερδίσουν χρόνο και να επανεξοπλιστούν. Είτε σκοτώνουν είτε όχι, εσένα λίγο θα σε ωφελήσει. Κι εμένα μη νομίζεις πως θα με ωφελήσει πολύ περισσότερο. Έχω μεγάλη ανάγκη να μάθω. Πάντα την είχα. Και δε θα με σταματήσουν. Κανείς δε θα με σταματήσει. Ούτε τα παιδιά. Αν το μάθουν δηλαδή. Επειδή εγώ δεν πρόκειται να τους πω τίποτα. Είσαι ο μόνος που το ξέρει. Μη με διακόπτεις. Ο μόνος που ξέρει πως θα γυρίσω. Όχι, στη φυλακή δεν μπορώ να πάω. Ούτε καν ξέρω σε ποια βρίσκεται ο κακούργος. Αυτοί όμως σίγουρα είναι ακόμα στο χωριό. Και επιπλέον έχω μεγάλη περιέργεια να δω σε τι κατάσταση είναι το σπίτι μας. Εσύ μείνε ήσυχος. Τσάτο, Τσατίτο επειδή η Νερέα είναι στο εξωτερικό και ο Σαμπίερ, όπως πάντα, ζει για τη δουλειά του. Δε θα το πάρουν είδηση.”
Τα πρώτα συνθήματα εναντίον του Τσάτο που εμφανίστηκαν στους τοίχους του χωριού ακολούθησε ο κοινωνικός αποκλεισμός της οικογένειας, ακόμα και από εκείνους με τους οποίους είχαν στενή φιλική σχέση, όπως η οικογένεια του Χοσίαν, ο οποίος για χρόνια αποτελούσε το ζευγάρι του Τσάτο στα χαρτιά, ενώ μοιράζονταν το ίδιο πάθος για την ποδηλασία. Η δολοφονία του ανάγκασε την Μπιττόρι να εγκαταλείψει το χωριό, τα παιδιά ήδη ζούσαν μακριά από αυτό. Ο Χόσε Μάρι, γιος του Χοσίαν, βρίσκεται σε κάποια φυλακή υψίστης ασφαλείας του ισπανικού νότου κατηγορούμενος ως μέλος της ΕΤΑ για αρκετές δολοφονίες. Η επιστροφή της Μπιττόρι στο χωριό -στην αρχή διστακτική, στη συνέχεια ολοένα και πιο αποφασιστική- θα αναταράξει τα νερά, θα φέρει στην επιφάνεια μνήμες.
Μέσα από την ιστορία των δύο οικογενειών ο Αραμπούρου θα διηγηθεί τα γεγονότα τριάντα χρόνων στη Χώρα των Βάσκων, ξέροντας καλά πως μια πολιτική απόφαση δεν αρκεί για να γιατρέψει τις πληγές τόσων χρόνων από τη μια στιγμή στην άλλη, και ξέροντας κάτι ακόμα πιο σημαντικό, πως παρά τις όποιες και όσες αναλύσεις, η πρόσληψη των γεγονότων είναι υποκειμενική και σχετική.
Ένα μυθιστόρημα φιλόδοξο, με τη δράση της ΕΤΑ να καταλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος της πλοκής, άλλωστε η δολοφονία του Τσάτο αποτελεί το βασικό γρανάζι περιστροφής του βιβλίου. Όμως η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη όσο διαιρείται σε ατομικές ιστορίες, τις οποίες και επιχειρεί να διηγηθεί -με αρκετή επιτυχία, είναι η αλήθεια- ο Αραμπούρου, στηρίζοντας την αφήγησή του στο πειστικό χτίσιμο ενός πλήθους χαρακτήρων. Η εναλλαγή από ευθύ σε πλάγιο λόγο, ακόμα και μέσα στην ίδια περίοδο, η συνύπαρξη του παντογνώστη αφηγητή με την υποκειμενική πρωτοπρόσωπη αφήγηση του κάθε χαρακτήρα, εκτός της λογοτεχνικής ομορφιάς, αποδεικνύεται και εξόχως λειτουργική τόσο ως προς την αφήγηση όσο και ως προς τη σύνθεση των ατομικών ιστοριών στο κυρίως σώμα της ιστορίας.
Οι ιστορίες των ηρώων δεν επηρεάζονται αποκλειστικά και μόνο από τη δράση της ΕΤΑ, το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον, η διαφορετικότητα του καθενός, οι αποφάσεις -μικρότερες ή μεγαλύτερες- που πήρε, τα απροσδόκητα συμβάντα και τα παιχνίδια της μοίρας, η ανάγκη για αγάπη και αποδοχή, το βάρος της μνήμης και άλλα τόσα, που συνθέτουν τη ζωή, έπαιξαν τον ρόλο τους. Οι χαρακτήρες της Μπιττόρι και της Μίρεν, της γυναίκας του Χοσίαν, είναι οι πλέον ενδιαφέροντες, κυρίως ως προς τη δυναμική που εκπέμπουν αλλά και ως προς την επιρροή που ασκούν στη ζωή των υπολοίπων μελών της οικογένειας· αυταρχικές και ξεροκέφαλες, έχουν άποψη για τα πάντα, μπερδεμένες καθώς είναι ανάμεσα στην αγάπη και την παντογνωσία.
Η επιλογή του Αραμπούρου να χωρίσει το μυθιστόρημα σε πλήθος ολιγοσέλιδων κεφαλαίων είναι αφηγηματικά λειτουργική παρά τις όποιες προσωπικές ενστάσεις για το συχνά αμήχανο κλείσιμο του κάθε κεφαλαίου. Ενώ ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίζεται τον χρόνο, ορίζοντας ως σημείο μηδέν την ημέρα εξαγγελίας της παύσης του πυρός από την πλευρά της ΕΤΑ, είναι υποδειγματικός.
Η Πατρίδα, μυθιστόρημα αναπόφευκτα πολιτικό, είναι τελικά κάτι παραπάνω από μόνο πολιτικό και γι’ αυτό σημαντικό από λογοτεχνικής πλευράς. Η αφηγηματική άνεση, οι χαρακτήρες, η χρήση της γλώσσας και η ιστορία -παρά τις όποιες ευκολίες- καθιστούν την Πατρίδα ένα υπέροχο μυθιστόρημα.